Tο Κέντρο Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών «Μητροπολίτης Παντελεήμων Παπαγεωργίου» (CEMES), ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 2011. Αποτελεί Εταιρεία Αστικής Ευθύνης και έχει ως στόχο την προώθηση, με την ανωτάτου επιπέδου διδασκαλία, και τη θεολογική τεκμηρίωση με την αντικειμενική επιστημονική έρευνα, κάθε μορφής οικουμενικού και διαθρησκειακού διαλόγου της κατά Ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας, όπως επίσης και του αυθεντικού Ορθοδόξου Ιεραποστολικού ιδεώδους, την ενίσχυση των Ιεραποστολών της Εκκλησίας, την αλληλογνωριμία και ειρηνική συνύπαρξη των λαών της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων, της Ευρώπης αλλά και της υφηλίου, και την προώθηση και καλλιέργεια, με την έρευνα και διδασκαλία, περιβαλλοντικής συνείδησης για τη διατήρηση της ακεραιότητας της κτιστής δημιουργίας κατά την εκκλησιαστική ορολογία.
ΟΙ ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 2022-2023
FRIDAY 21.10.22 “Is the Orthodox Understanding of Priesthood Biblical?”.
Prof. Nicolas Abou Mrad:
Coordinator: Emer. Prof. Petros Vassiliadis
(Debaters: Emer. Prof. Miltiadis Konstantinou – Emer. Prof. Ivan Dimitrov)
FRIDAY 9.12.22 : “Orthodox Anthropology: Soul, Body and Death”.
Archbishop Lazar Puhalo
Coordinator: Rev. Prof. Augustinos Bairaktaris
(Debaters: Emer. Prof. Georgios Martzelos – Rev. Prof. Cyril Hovorun)
FRIDAY 3.2.23 : “The Social Dimension of Eucharistic Ecclesiology”
Rev. Prof. Stylianos Muksuris
Coordinator: Metropolitan Prof. Job Getcha
(Debaters: Rev. Prof. Andriy Dudchenko – Rev. Prof. Cristian Sonea)
FRIDAY 10.2.23 Βιβλική στρογγυλή τράπεζα: “Η Χριστιανική κοινωνική διδασκαλία”.
Συντονίζει ο Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης, και μετέχουν οι:
καθ. Δημήτριος Πασσάκος – Δρ. π. Γεώργιος Aδάμ -
Δρ. Γεώργιος Μπασιούδης - καθ. Νικόλαος Δημητριάδης
FRIDAY 22.2.2023 : “H Aρχιεπισκοπή Αχρίδος στη Ορθόδοξη Ευχαριστιακή κοινωνία.
Προσδοκίες και Προοπτικές"
Συντονίζει ο Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης, Συζητούν οι καθ.: Δημήτριος Κεραμιδάς- Svetoslav Riboloff- Gjoko Gjorgjevski
FRIDAY 24.2.2023 : “Russian Orthodox Social Ethics in Peace and in War”
Emer. Prof. Andrii Krawchuk
Coordinator: Prof. Nikolaos Dimitriadis
(Debaters: Prof. Dimitrios Moschos – Rev. Prof. Andriy Dudchenko)
FRIDAY 7.4.23 Round Table on the Way toward the 1.700th Anniversary of the 1st Ecumenical Council.
Coordinated by Emer. Prof. Petros Vassiliadis, with short interventions by
Metr. of Pisidia, Prof. Job Getcha, Metr. Efstratios Zora,
Rev. Prof. Ihor Shaban, Rev. Dr. Adalberto Mainardi
FRIDAY 21.4.2023 “The Prophetic Eschatology and Nationalism in Orthodox Church's Mission”
Rev. Prof. Cristian Sonea - Dr. Nikos Kouremenos:
Coordinator: Prof. Dimitrios Keramidas
(Rev. Prof. Ihor Shaban – Rev. Dr. Theodosios Kyriakidis)
FRIDAY 28.4.2023 “Ορθοδοξία και Οικουμενικές σχέσεις.
Από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο στο Κείμενο για το Κοινωνικό Έθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας”
Καθ. π. Αυγουστίνος Μπαϊραχτάρης
Συντονιστής: Καθ. Στυλιανός Τσομπανίδης
(Συζητούν: Καθ. Δημήτριος Κεραμιδάς – Δρ. Μαρία Σερέτη)
FRIDAY 5.5.23 : “The Concept of Religious Diversity within the
Project of Protection & Security of Places of Worship (PROSECUW)”.
Prof. Nikolaos Dimitriadis
Coordinator: Dr. Nikolaos Kouremenos
(Debaters: Metr. Prof. Vassilios Karagiannis – Metr. Alexander Gianniris)
FRIDAY 12.5.2023 : “Εκκλησία και Κόσμος.
Κοινωνιολογική προσέγγιση του Κοινωνικού Έθους της Ορθόδοξης Εκκλησίας”
Καθ. Χριστόφορος Αρβανίτης
Συντονιστής: Δρ. Kωνσταντίνος Ζορμπάς
(Συζητούν: Καθ. Nίκη Παπαγεωργίου – Δρ. Κλεάνθης Νιζάμης)
FRIDAY 19.5.23: “Από την Εκκλησιαστική Ιστορία στην Εκκλησία στην Ιστορία και την Κοινωνία”
Καθ. Δημήτριος Μόσχος
Συντονιστής: Καθ. Πέτρος Παναγιωτόπουλος
(Συζητούν: Δρ. Θεοδόσιος Κυριακίδης – Δρ. Nικόλαος Kουρεμένος)
Prof. Nicolas Abou Mrad:
Coordinator: Emer. Prof. Petros Vassiliadis
(Debaters: Emer. Prof. Miltiadis Konstantinou – Emer. Prof. Ivan Dimitrov)
FRIDAY 9.12.22 : “Orthodox Anthropology: Soul, Body and Death”.
Archbishop Lazar Puhalo
Coordinator: Rev. Prof. Augustinos Bairaktaris
(Debaters: Emer. Prof. Georgios Martzelos – Rev. Prof. Cyril Hovorun)
FRIDAY 3.2.23 : “The Social Dimension of Eucharistic Ecclesiology”
Rev. Prof. Stylianos Muksuris
Coordinator: Metropolitan Prof. Job Getcha
(Debaters: Rev. Prof. Andriy Dudchenko – Rev. Prof. Cristian Sonea)
FRIDAY 10.2.23 Βιβλική στρογγυλή τράπεζα: “Η Χριστιανική κοινωνική διδασκαλία”.
Συντονίζει ο Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης, και μετέχουν οι:
καθ. Δημήτριος Πασσάκος – Δρ. π. Γεώργιος Aδάμ -
Δρ. Γεώργιος Μπασιούδης - καθ. Νικόλαος Δημητριάδης
FRIDAY 22.2.2023 : “H Aρχιεπισκοπή Αχρίδος στη Ορθόδοξη Ευχαριστιακή κοινωνία.
Προσδοκίες και Προοπτικές"
Συντονίζει ο Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης, Συζητούν οι καθ.: Δημήτριος Κεραμιδάς- Svetoslav Riboloff- Gjoko Gjorgjevski
FRIDAY 24.2.2023 : “Russian Orthodox Social Ethics in Peace and in War”
Emer. Prof. Andrii Krawchuk
Coordinator: Prof. Nikolaos Dimitriadis
(Debaters: Prof. Dimitrios Moschos – Rev. Prof. Andriy Dudchenko)
FRIDAY 7.4.23 Round Table on the Way toward the 1.700th Anniversary of the 1st Ecumenical Council.
Coordinated by Emer. Prof. Petros Vassiliadis, with short interventions by
Metr. of Pisidia, Prof. Job Getcha, Metr. Efstratios Zora,
Rev. Prof. Ihor Shaban, Rev. Dr. Adalberto Mainardi
FRIDAY 21.4.2023 “The Prophetic Eschatology and Nationalism in Orthodox Church's Mission”
Rev. Prof. Cristian Sonea - Dr. Nikos Kouremenos:
Coordinator: Prof. Dimitrios Keramidas
(Rev. Prof. Ihor Shaban – Rev. Dr. Theodosios Kyriakidis)
FRIDAY 28.4.2023 “Ορθοδοξία και Οικουμενικές σχέσεις.
Από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο στο Κείμενο για το Κοινωνικό Έθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας”
Καθ. π. Αυγουστίνος Μπαϊραχτάρης
Συντονιστής: Καθ. Στυλιανός Τσομπανίδης
(Συζητούν: Καθ. Δημήτριος Κεραμιδάς – Δρ. Μαρία Σερέτη)
FRIDAY 5.5.23 : “The Concept of Religious Diversity within the
Project of Protection & Security of Places of Worship (PROSECUW)”.
Prof. Nikolaos Dimitriadis
Coordinator: Dr. Nikolaos Kouremenos
(Debaters: Metr. Prof. Vassilios Karagiannis – Metr. Alexander Gianniris)
FRIDAY 12.5.2023 : “Εκκλησία και Κόσμος.
Κοινωνιολογική προσέγγιση του Κοινωνικού Έθους της Ορθόδοξης Εκκλησίας”
Καθ. Χριστόφορος Αρβανίτης
Συντονιστής: Δρ. Kωνσταντίνος Ζορμπάς
(Συζητούν: Καθ. Nίκη Παπαγεωργίου – Δρ. Κλεάνθης Νιζάμης)
FRIDAY 19.5.23: “Από την Εκκλησιαστική Ιστορία στην Εκκλησία στην Ιστορία και την Κοινωνία”
Καθ. Δημήτριος Μόσχος
Συντονιστής: Καθ. Πέτρος Παναγιωτόπουλος
(Συζητούν: Δρ. Θεοδόσιος Κυριακίδης – Δρ. Nικόλαος Kουρεμένος)
Το σχέδιο της εισαγωγικής παρουσίασης του θέματος
από τον Ομ. Καθ. Πέτρο Βασιλειάδη
ΤΟ ΒΙΒΛΙΚΟ ΘΕΜΕΛΙΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΗΘΙΚΗΣ (Το προσωπικό μου επιστημονικό ταξίδι και το βιβλικό υπόβαθρο του θέματος)
Η ηθική γενικά, και η κοινωνική ηθική ειδικότερα, δεν θεωρούνταν στην πρώιμη χριστιανική κοινότητα ως αυτόνομα ή αφηρημένα και γενικά ιδανικά, που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στην κοινωνία γενικότερα. Αντιμετωπίστηκαν μόνο, ειδικά από τον Απ. Παύλο, ως συνέπειες της «νέας δημιουργίας» (καινής κτίσεως). Γι' αυτό όλα τα ριζοσπαστικά αιτήματα, όπως «οὐκ ἔνι ᾿Ιουδαῖος οὐδὲ ῞Ελλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ» (Γαλ 3:26) ή το «εἶχον ἅπαντα κοινά, καὶ τὰ κτήματα καὶ τὰς ὑπάρξεις ἐπίπρασκον καὶ διεμέριζον αὐτὰ πᾶσι καθότι ἄν τις χρείαν εἶχε» (Πράξεις 2, 44-45) κ.λπ. απευθύνονται όχι προς τα έξω, στην ελληνορωμαϊκή κοινωνία, αλλά προς τα έσω, στην ίδια τη χριστιανική κοινότητα. Αν δεν βιώσει κανείς την εμπειρία της πρώιμης χριστιανικής κοινότητας, δεν μπορεί να εφαρμόσει στη ζωή του και στη ζωή της κοινωνίας αυτούς τους κανόνες.
Το πρόσφατο κείμενο «For the Life of the World: Towards a Social Ethos of the Orthodox Church», ένα ισχυρό κοινωνικό ντοκουμέντο για την πλοήγηση των Ορθοδόξων Χριστιανών σε έναν μεταμοντέρνο κόσμο, σε πολύ συχνά περίπλοκους και δύσκολους καιρούς, ένα κείμενο που είχε σκοπό να επικαιροποιήσει τις αποφάσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου να (βλ. αντι-οικουμενικές και αντι-κοινωνικές αντιδράσεις των φονταμενταλιστών), είναι μια ενθαρρυντική πρωτοβουλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που ασχολείται και με τρέχοντα ανθρωπολογικά ζητήματα.
Ο Απ. Παύλος δεν ήταν αδιάφορος για τα κοσμικά ηθικά ιδεώδη. Στην προς Φιλιππησίους επιστολή του π.χ. υπάρχει ένας εκτενής κατάλογος αρετών, που μας θυμίζει τα στωικά ηθικά ιδανικά. Ωστόσο, ο Παύλος επιτρέπει μόνο μια κριτική σκέψη («ταῦτα λογίζεσθε») σε «ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος» (4:8). Η έμφαση του («ταῦτα πράσσετε») είναι αναμφίβολα στη χριστιανική/εκκλησιαστική παράδοση: «ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί» (4:9).
Το ζήτημα, επομένως, της κοινωνικής ηθικής, του πλούτου, της φτώχειας, του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος κ.λπ., ή του συνολικού χριστιανικού κοινωνικού ήθους, μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με μια προσεκτική εξέταση των βιβλικών δεδομένων και των θρησκευτικών θεσμών που αναπτύχθηκαν στην ιουδαϊκή και χριστιανική ιστορία (π.χ. το Ιωβηλαίο στην Π.Δ. και η Λογεία των Παύλεων επιστολών στη Κ.Δ.).
Α. Η προσωπική μου ακαδημαϊκή καριέρα ξεκίνησε με μια κριτική εξέταση των προγενέστερων στρωμάτων της συνοπτικής παράδοσης, με τη λεγόμενη Πηγή των Λογίων= Q-Document), την πηγή, η οποία γενικά πιστεύεται ότι είναι πιο κοντά στην ipsissima vox του Ιστορικού Ιησού. Αυτή η δεύτερη πηγή της Συνοπτικής παράδοσης φαίνεται να εκθέτει μια ριζικά διαφορετική θεολογική άποψη από την κυρίαρχη κηρυγματική έκφραση της πρώιμης Εκκλησίας, που προέρχεται κυρίως από τη «θεολογία του σταυρού» του Απ. Παύλου, και ακολουθείται από όλη την λοιπή ευαγγελική παράδοση (Μκ κλπ). Τα σοφιολογικά λόγια στην Q, από αυστηρά φιλολογικής σκοπιάς, δεν μπορούν να είναι δευτερεύοντα σε σχέση με τα αποκαλυπτικά, αφού όλα σχηματίστηκαν χωρίς το παραμικρό ενδιαφέρον ή γνώση του θέματος της τελικής κρίσης. Επίσης, όλο το προφητικό και αποκαλυπτικό υλικό είτε προϋποθέτει, είτε σαφώς ενσωματώνεται στα σοφιολογικά λόγια, κάτι που μας παραπέμπει ξεκάθαρα το χριστιανικό κοινωνικό ήθος.
Β. Στη συνέχεια προχώρησα στη σωτηριολογική ερμηνεία του θανάτου του Ιησού στη θεολογία του Αγίου Παύλου, την καρδιά της δογματικής του σταυρικής θεολογίας, μια θεολογία που αργότερα στη μεσαιωνική εποχή οδήγησε στην ανάπτυξη και την ευρύτερη εφαρμογή του extra nos-pro nobis, της διά της χάριτος δλδ του Χριστού σωτηρίας της ανθρωπότητας. Προσπάθησα σε εκείνη την έρευνα να υπογραμμίσω, με μια ιστορικοκριτική και κοινωνιολογική ανάλυση, τις κοινωνιολογικές επιπτώσεις αυτής της θεολογίας του Παύλου.
Γ. Το τρίτο μου μεγάλο ακαδημαϊκό ερευνητικό έργο ήταν ένας πολύ παρερμηνευμένος πρωτοχριστιανικός θεσμός: η Λογεία. Αυτό το πρόγραμμα, το οποίο ο Παύλος, μετά τις αποφάσεις της Αποστολικής Συνόδου, ξεκίνησε μεταξύ των εξ Εθνών κοινοτήτων για να βοηθήσει την κοινότητα της Ιερουσαλήμ, που ουσιαστικά απουσιάζει από το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, παρά το γεγονός ότι είναι εκτενώς θεολογικά διατυπωμένο στις κύριες επιστολές του ως η πιο αντιπροσωπευτική πλευρά της κοινωνικής πράξης του.
Η σημασία της Λογείας δεν αναβίωσε από ένα ακαδημαϊκό ενδιαφέρον για έρευνα. Ήταν το αποτέλεσμα των θεολογικών συζητήσεων στο πλαίσιο της οικουμενικής κίνησης. Ήταν ο Oscar Cullmann τη δεκαετία του 1960, που επέστησε την προσοχή της ακαδημαϊκής κοινότητας στη σημασία της Λογείας. Στο μήνυμά του προς Καθολικούς και Προτεστάντες, σε μια εποχή οικουμενικής ευφορίας, ο Cullmann πρότεινε μια λογεία μεταξύ Καθολικών και Προτεσταντών ως συμβολική δράση αλληλεγγύης και συναδέλφωσης μεταξύ των ανθρώπων, οι οποίοι αν και δεν είναι σε ευχαριστιακή κοινωνία μεταξύ τους, ωστόσο ομολογούν το ίδιο όνομα του Χριστού.
Ο Cullmann, μάλιστα, σηματοδότησε την αρχή μιας νέας εποχής στη βιβλική έρευνα για το θέμα, όπως δείχνει ο αριθμός των σημαντικών μονογραφιών και άλλων μικρότερων συνεισφορών που κυκλοφόρησαν από τη δεκαετία του 1960 μέχρι το 1980. Η μονογραφία μου XAPIΣ-KOINΩNIA-ΔIAKONIA τότε συντάχτηκε.
Αυτό που με προβλημάτισε ήταν ότι σχεδόν όλες οι επιστημονικές μελέτες περιορίζονταν στην εκκλησιολογική, οικουμενική και εσχατολογική διάσταση αυτού του πρωτοποριακού θεσμού της πρωτοχριστιανικής κοινότητας. Ορισμένοι μάλιστα μελετητές αρνούνται τη ριζοσπαστική κοινωνική διάσταση της λογείας. Η λογεία στον Παύλο είχε σίγουρα οικουμενικά, εκκλησιολογικά και εσχατολογικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, ο κύριος στόχος του ήταν κοινωνικός. Σύμφωνα με το επιχείρημά του στο Β' Κορ 8-9, απώτερος σκοπός του έργου συλλογής οικονομικής ενίσχυσης των πτωχών ήταν η υλοποίηση του κοινωνικού ιδεώδους της ισότητας, της ισοκατανομής και κοινωνίας των υλικών αγαθών (ὅπως γένηται ἰσότης, Β Κορ. 8:14) Το κύριο θεολογικό του επιχείρημα είχε αναφορά στο περιστατικό της συλλογής του μάννα από τους Ισραηλίτες στην έρημο, παρμένο από το χωρίο της Εξόδου 16:18: «ὁ τὸ πολὺ οὐκ ἐπλεόνασε, καὶ ὁ τὸ ὀλίγον οὐκ ἠλαττόνησε» (Β Κορ. 8:15). Ήταν, λοιπόν, ένας από τους πρώτους στην παγκόσμια λογοτεχνία που προώθησε την «οικονομία της κοινωνίας, και όχι της κερδοφορίας».
Τον προβληματισμό μου αυτό προσπάθησα να μεταλαμπαδεύσω στους μαθητές μου, με την θεματική, κυρίως όμως με την ουσιαστική συμβολή των: του καθ. Μόσχου Γκουτζιούδη, που ερεύνησε τον κοινωνικό θεσμό του Ιωβηλαίου ΙΩΒΗΛΑΙΟ ΕΤΟΣ, ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ. ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΑΣ, του καθ. Δημητρίου Πασσάκου, που ανέπτυξε την κοινωνική διάσταση της παύλειας ευχαριστιακής διδασκαλίας, Η ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΥΛΕΙΑ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ. ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ, του π. Γεωργίου Αδάμ, πάστορα της Ελληνικής Ευαγγελικής Εκκλησίας, που ανέπτυξε τη «νέα προοπτική» της παύλειας θεολογίας (Η Χρήση της Παλαιάς Διαθήκης στην προς Γαλάτας Επιστολή και πως Επηρεάζει τη Συζήτηση για την Ερμηνεία της Επιστολής υπό το Φως της Νέας Προοπτικής στην Παύλεια Θεολογία), του π. Γεωργίου Μπασιούδη, που ασχολήθηκε με την συμβολή (και της κοινωνικής διάστασης της ευχαριστιακής θεολογίας) του π. Αλ. Σμέμαν, Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΜΕΜΑΝ ΣΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ, και του καθ. Νικολάου Δημητριάδου, που σε διδακτορικό ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΘΡΗΣΚΕΙΑΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ, αλλά και μεταδιδακτορικό επίπεδο ασχολείται με την κοινωνική διάσταση του διαθρησκειακού διαλόγου και της χριστιανικής οικολογίας.
Η ηθική γενικά, και η κοινωνική ηθική ειδικότερα, δεν θεωρούνταν στην πρώιμη χριστιανική κοινότητα ως αυτόνομα ή αφηρημένα και γενικά ιδανικά, που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στην κοινωνία γενικότερα. Αντιμετωπίστηκαν μόνο, ειδικά από τον Απ. Παύλο, ως συνέπειες της «νέας δημιουργίας» (καινής κτίσεως). Γι' αυτό όλα τα ριζοσπαστικά αιτήματα, όπως «οὐκ ἔνι ᾿Ιουδαῖος οὐδὲ ῞Ελλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ» (Γαλ 3:26) ή το «εἶχον ἅπαντα κοινά, καὶ τὰ κτήματα καὶ τὰς ὑπάρξεις ἐπίπρασκον καὶ διεμέριζον αὐτὰ πᾶσι καθότι ἄν τις χρείαν εἶχε» (Πράξεις 2, 44-45) κ.λπ. απευθύνονται όχι προς τα έξω, στην ελληνορωμαϊκή κοινωνία, αλλά προς τα έσω, στην ίδια τη χριστιανική κοινότητα. Αν δεν βιώσει κανείς την εμπειρία της πρώιμης χριστιανικής κοινότητας, δεν μπορεί να εφαρμόσει στη ζωή του και στη ζωή της κοινωνίας αυτούς τους κανόνες.
Το πρόσφατο κείμενο «For the Life of the World: Towards a Social Ethos of the Orthodox Church», ένα ισχυρό κοινωνικό ντοκουμέντο για την πλοήγηση των Ορθοδόξων Χριστιανών σε έναν μεταμοντέρνο κόσμο, σε πολύ συχνά περίπλοκους και δύσκολους καιρούς, ένα κείμενο που είχε σκοπό να επικαιροποιήσει τις αποφάσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου να (βλ. αντι-οικουμενικές και αντι-κοινωνικές αντιδράσεις των φονταμενταλιστών), είναι μια ενθαρρυντική πρωτοβουλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που ασχολείται και με τρέχοντα ανθρωπολογικά ζητήματα.
Ο Απ. Παύλος δεν ήταν αδιάφορος για τα κοσμικά ηθικά ιδεώδη. Στην προς Φιλιππησίους επιστολή του π.χ. υπάρχει ένας εκτενής κατάλογος αρετών, που μας θυμίζει τα στωικά ηθικά ιδανικά. Ωστόσο, ο Παύλος επιτρέπει μόνο μια κριτική σκέψη («ταῦτα λογίζεσθε») σε «ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος» (4:8). Η έμφαση του («ταῦτα πράσσετε») είναι αναμφίβολα στη χριστιανική/εκκλησιαστική παράδοση: «ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί» (4:9).
Το ζήτημα, επομένως, της κοινωνικής ηθικής, του πλούτου, της φτώχειας, του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος κ.λπ., ή του συνολικού χριστιανικού κοινωνικού ήθους, μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με μια προσεκτική εξέταση των βιβλικών δεδομένων και των θρησκευτικών θεσμών που αναπτύχθηκαν στην ιουδαϊκή και χριστιανική ιστορία (π.χ. το Ιωβηλαίο στην Π.Δ. και η Λογεία των Παύλεων επιστολών στη Κ.Δ.).
Α. Η προσωπική μου ακαδημαϊκή καριέρα ξεκίνησε με μια κριτική εξέταση των προγενέστερων στρωμάτων της συνοπτικής παράδοσης, με τη λεγόμενη Πηγή των Λογίων= Q-Document), την πηγή, η οποία γενικά πιστεύεται ότι είναι πιο κοντά στην ipsissima vox του Ιστορικού Ιησού. Αυτή η δεύτερη πηγή της Συνοπτικής παράδοσης φαίνεται να εκθέτει μια ριζικά διαφορετική θεολογική άποψη από την κυρίαρχη κηρυγματική έκφραση της πρώιμης Εκκλησίας, που προέρχεται κυρίως από τη «θεολογία του σταυρού» του Απ. Παύλου, και ακολουθείται από όλη την λοιπή ευαγγελική παράδοση (Μκ κλπ). Τα σοφιολογικά λόγια στην Q, από αυστηρά φιλολογικής σκοπιάς, δεν μπορούν να είναι δευτερεύοντα σε σχέση με τα αποκαλυπτικά, αφού όλα σχηματίστηκαν χωρίς το παραμικρό ενδιαφέρον ή γνώση του θέματος της τελικής κρίσης. Επίσης, όλο το προφητικό και αποκαλυπτικό υλικό είτε προϋποθέτει, είτε σαφώς ενσωματώνεται στα σοφιολογικά λόγια, κάτι που μας παραπέμπει ξεκάθαρα το χριστιανικό κοινωνικό ήθος.
Β. Στη συνέχεια προχώρησα στη σωτηριολογική ερμηνεία του θανάτου του Ιησού στη θεολογία του Αγίου Παύλου, την καρδιά της δογματικής του σταυρικής θεολογίας, μια θεολογία που αργότερα στη μεσαιωνική εποχή οδήγησε στην ανάπτυξη και την ευρύτερη εφαρμογή του extra nos-pro nobis, της διά της χάριτος δλδ του Χριστού σωτηρίας της ανθρωπότητας. Προσπάθησα σε εκείνη την έρευνα να υπογραμμίσω, με μια ιστορικοκριτική και κοινωνιολογική ανάλυση, τις κοινωνιολογικές επιπτώσεις αυτής της θεολογίας του Παύλου.
Γ. Το τρίτο μου μεγάλο ακαδημαϊκό ερευνητικό έργο ήταν ένας πολύ παρερμηνευμένος πρωτοχριστιανικός θεσμός: η Λογεία. Αυτό το πρόγραμμα, το οποίο ο Παύλος, μετά τις αποφάσεις της Αποστολικής Συνόδου, ξεκίνησε μεταξύ των εξ Εθνών κοινοτήτων για να βοηθήσει την κοινότητα της Ιερουσαλήμ, που ουσιαστικά απουσιάζει από το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, παρά το γεγονός ότι είναι εκτενώς θεολογικά διατυπωμένο στις κύριες επιστολές του ως η πιο αντιπροσωπευτική πλευρά της κοινωνικής πράξης του.
Η σημασία της Λογείας δεν αναβίωσε από ένα ακαδημαϊκό ενδιαφέρον για έρευνα. Ήταν το αποτέλεσμα των θεολογικών συζητήσεων στο πλαίσιο της οικουμενικής κίνησης. Ήταν ο Oscar Cullmann τη δεκαετία του 1960, που επέστησε την προσοχή της ακαδημαϊκής κοινότητας στη σημασία της Λογείας. Στο μήνυμά του προς Καθολικούς και Προτεστάντες, σε μια εποχή οικουμενικής ευφορίας, ο Cullmann πρότεινε μια λογεία μεταξύ Καθολικών και Προτεσταντών ως συμβολική δράση αλληλεγγύης και συναδέλφωσης μεταξύ των ανθρώπων, οι οποίοι αν και δεν είναι σε ευχαριστιακή κοινωνία μεταξύ τους, ωστόσο ομολογούν το ίδιο όνομα του Χριστού.
Ο Cullmann, μάλιστα, σηματοδότησε την αρχή μιας νέας εποχής στη βιβλική έρευνα για το θέμα, όπως δείχνει ο αριθμός των σημαντικών μονογραφιών και άλλων μικρότερων συνεισφορών που κυκλοφόρησαν από τη δεκαετία του 1960 μέχρι το 1980. Η μονογραφία μου XAPIΣ-KOINΩNIA-ΔIAKONIA τότε συντάχτηκε.
Αυτό που με προβλημάτισε ήταν ότι σχεδόν όλες οι επιστημονικές μελέτες περιορίζονταν στην εκκλησιολογική, οικουμενική και εσχατολογική διάσταση αυτού του πρωτοποριακού θεσμού της πρωτοχριστιανικής κοινότητας. Ορισμένοι μάλιστα μελετητές αρνούνται τη ριζοσπαστική κοινωνική διάσταση της λογείας. Η λογεία στον Παύλο είχε σίγουρα οικουμενικά, εκκλησιολογικά και εσχατολογικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, ο κύριος στόχος του ήταν κοινωνικός. Σύμφωνα με το επιχείρημά του στο Β' Κορ 8-9, απώτερος σκοπός του έργου συλλογής οικονομικής ενίσχυσης των πτωχών ήταν η υλοποίηση του κοινωνικού ιδεώδους της ισότητας, της ισοκατανομής και κοινωνίας των υλικών αγαθών (ὅπως γένηται ἰσότης, Β Κορ. 8:14) Το κύριο θεολογικό του επιχείρημα είχε αναφορά στο περιστατικό της συλλογής του μάννα από τους Ισραηλίτες στην έρημο, παρμένο από το χωρίο της Εξόδου 16:18: «ὁ τὸ πολὺ οὐκ ἐπλεόνασε, καὶ ὁ τὸ ὀλίγον οὐκ ἠλαττόνησε» (Β Κορ. 8:15). Ήταν, λοιπόν, ένας από τους πρώτους στην παγκόσμια λογοτεχνία που προώθησε την «οικονομία της κοινωνίας, και όχι της κερδοφορίας».
Τον προβληματισμό μου αυτό προσπάθησα να μεταλαμπαδεύσω στους μαθητές μου, με την θεματική, κυρίως όμως με την ουσιαστική συμβολή των: του καθ. Μόσχου Γκουτζιούδη, που ερεύνησε τον κοινωνικό θεσμό του Ιωβηλαίου ΙΩΒΗΛΑΙΟ ΕΤΟΣ, ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ. ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΑΣ, του καθ. Δημητρίου Πασσάκου, που ανέπτυξε την κοινωνική διάσταση της παύλειας ευχαριστιακής διδασκαλίας, Η ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΥΛΕΙΑ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ. ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ, του π. Γεωργίου Αδάμ, πάστορα της Ελληνικής Ευαγγελικής Εκκλησίας, που ανέπτυξε τη «νέα προοπτική» της παύλειας θεολογίας (Η Χρήση της Παλαιάς Διαθήκης στην προς Γαλάτας Επιστολή και πως Επηρεάζει τη Συζήτηση για την Ερμηνεία της Επιστολής υπό το Φως της Νέας Προοπτικής στην Παύλεια Θεολογία), του π. Γεωργίου Μπασιούδη, που ασχολήθηκε με την συμβολή (και της κοινωνικής διάστασης της ευχαριστιακής θεολογίας) του π. Αλ. Σμέμαν, Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΜΕΜΑΝ ΣΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ, και του καθ. Νικολάου Δημητριάδου, που σε διδακτορικό ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΘΡΗΣΚΕΙΑΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ, αλλά και μεταδιδακτορικό επίπεδο ασχολείται με την κοινωνική διάσταση του διαθρησκειακού διαλόγου και της χριστιανικής οικολογίας.
Παρέμβαση καθ. Gjoko Gjorgjevski
Όλοι μας γίναμε μάρτυρες μιας ραγδαίας αλλαγής των γεγονότων και μιας δραστικής εξέλιξης σχετικά με το καθεστώς της εκκλησίας μας, με βάση δύο πολύ σημαντικές ανακοινώσεις: α) την απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως να απαντήσει στην έκκληση της εκκλησίας μας (στις 9 Μαΐου 2022), με την οποία η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε να αναγνωρίσει την Εκκλησία (που είναι γνωστή ως «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία – Αρχιεπισκοπή Αχρίδος», MOC-OA) ως «Αρχιεπισκοπή Αρχίδος», και την εκκλησιαστική της ιεραρχία, με επικεφαλής τον πραγματικό Προκαθήμενο της Εκκλησίας, ως κανονική και έγκυρη σε ολόκληρο τον Ορθόδοξο κόσμο, και β) τη συμφιλίωση και την απόφαση της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας να παραχωρήσει αυτοκεφαλία. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ενός μήνα περίπου λύθηκε ένα πρόβλημα μισού αιώνα: την παρεξήγηση δλδ με τη Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία, με την αποδοχή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη και την αποκατάσταση της κοινωνίας με άλλες τοπικές Ορθόδοξες εκκλησίες.
Ωστόσο, είναι επίσης αλήθεια, ότι όλα αυτά δεν έγιναν μονομιάς. Πριν από χρόνια έγινε αντιληπτή η δημιουργία και η βελτίωση των σχέσεων με άλλες Ορθόδοξες εκκλησίες, κυρίως με εκείνες της άμεσης γειτονίας. Για παράδειγμα, δέκα περίπου φοιτητές μας σπούδασαν στη Θεσσαλονίκη, δύο από αυτούς ήδη είναι καθηγητές στη Σχολή μας. Επίσης, θα τονίσω ιδιαίτερα τις σχέσεις με τις Βουλγαρικές Θεολογικές Σχολές. Αυτή τη στιγμή, πάνω από το ένα τρίτο των καθηγητών και των βοηθών μας ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους σε ένα από τα Ορθόδοξα πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης, της Σόφιας, του Βουκουρεστίου, της Μόσχας και της Αγίας Πετρούπολης.
Όσον αφορά τους διαφορετικούς τρόπους αποδοχής από άλλες Ορθόδοξες εκκλησίες, αισθάνομαι βαθιά ευλογημένος και ευγνώμων, ανεξάρτητα από την τρέχουσα θέση τους. Με αυτούς που μας γνωρίζουν θα πρέπει να γνωριστούμε καλύτερα και να δίνουμε την ευκαιρία σε όσους δεν μας γνωρίζουν να μας γνωρίσουν. Η μεγάλη μας πρόκληση τώρα είναι η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία. Η συμφιλίωση ήρθε με ανακούφιση και μεγάλη χαρά, δεδομένου ότι παλαιότερα οι δεσμοί των δύο λαών μας ήταν άριστοι, με μοναδικό εμπόδιο το εκκλησιαστικό ζήτημα. Έτσι, όλη αυτή η διαδικασία κορυφώνεται πολύ φυσικά, αλλά είμαστε ακόμα στην αρχή.
Αυτό σημαίνει ότι οι αποφάσεις των άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών και η προσδοκία του Τόμου από την Κωνσταντινούπολη δεν πρέπει παρά να είναι ενθάρρυνση για μεγαλύτερο επίτευγμα και δραστηριότητα στις νέες για εμάς εκκλησιαστικές συνθήκες. Ωστόσο, ανεξάρτητα από το πόσο θα διαρκέσει η διαδικασία, το πιο σημαντικό βήμα έχει γίνει. Από εκκλησιολογική και λειτουργική άποψη, η Εκκλησία μας δεν βρίσκεται πλέον σε απομόνωση και ανήκει στην οικογένεια των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Έχει γίνει αποκατάσταση της ευχαριστιακής κοινωνίας. Το τελευταίο βήμα με την παραχώρηση ενός Τόμου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι πραγματικά αναμενόμενο, κάτι που ελπίζω, θα έκανε την Εκκλησία μας αναγνωρισμένη και αποδεκτή από όλους ως αυτοκέφαλη Εκκλησία τον 21ο αιώνα.
Ωστόσο, είναι επίσης αλήθεια, ότι όλα αυτά δεν έγιναν μονομιάς. Πριν από χρόνια έγινε αντιληπτή η δημιουργία και η βελτίωση των σχέσεων με άλλες Ορθόδοξες εκκλησίες, κυρίως με εκείνες της άμεσης γειτονίας. Για παράδειγμα, δέκα περίπου φοιτητές μας σπούδασαν στη Θεσσαλονίκη, δύο από αυτούς ήδη είναι καθηγητές στη Σχολή μας. Επίσης, θα τονίσω ιδιαίτερα τις σχέσεις με τις Βουλγαρικές Θεολογικές Σχολές. Αυτή τη στιγμή, πάνω από το ένα τρίτο των καθηγητών και των βοηθών μας ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους σε ένα από τα Ορθόδοξα πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης, της Σόφιας, του Βουκουρεστίου, της Μόσχας και της Αγίας Πετρούπολης.
Όσον αφορά τους διαφορετικούς τρόπους αποδοχής από άλλες Ορθόδοξες εκκλησίες, αισθάνομαι βαθιά ευλογημένος και ευγνώμων, ανεξάρτητα από την τρέχουσα θέση τους. Με αυτούς που μας γνωρίζουν θα πρέπει να γνωριστούμε καλύτερα και να δίνουμε την ευκαιρία σε όσους δεν μας γνωρίζουν να μας γνωρίσουν. Η μεγάλη μας πρόκληση τώρα είναι η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία. Η συμφιλίωση ήρθε με ανακούφιση και μεγάλη χαρά, δεδομένου ότι παλαιότερα οι δεσμοί των δύο λαών μας ήταν άριστοι, με μοναδικό εμπόδιο το εκκλησιαστικό ζήτημα. Έτσι, όλη αυτή η διαδικασία κορυφώνεται πολύ φυσικά, αλλά είμαστε ακόμα στην αρχή.
Αυτό σημαίνει ότι οι αποφάσεις των άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών και η προσδοκία του Τόμου από την Κωνσταντινούπολη δεν πρέπει παρά να είναι ενθάρρυνση για μεγαλύτερο επίτευγμα και δραστηριότητα στις νέες για εμάς εκκλησιαστικές συνθήκες. Ωστόσο, ανεξάρτητα από το πόσο θα διαρκέσει η διαδικασία, το πιο σημαντικό βήμα έχει γίνει. Από εκκλησιολογική και λειτουργική άποψη, η Εκκλησία μας δεν βρίσκεται πλέον σε απομόνωση και ανήκει στην οικογένεια των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Έχει γίνει αποκατάσταση της ευχαριστιακής κοινωνίας. Το τελευταίο βήμα με την παραχώρηση ενός Τόμου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι πραγματικά αναμενόμενο, κάτι που ελπίζω, θα έκανε την Εκκλησία μας αναγνωρισμένη και αποδεκτή από όλους ως αυτοκέφαλη Εκκλησία τον 21ο αιώνα.
ΟΙ ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 2021-2022
ΘΕΜΑ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
EIΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΑ ANOIXTH ΔΙΑΛΕΞΗ
Η εισαγωγική ομιλία του Προέδρου επί τιμή του Κέντρου, Ομότ. Καθ. Πέτρου Βασιλειάδη, για τον χαρακτήρα και την στόχευση των ανοιχτών δημόσιων διαλέξεων του Μεταπτυχιακού του Προγράμματος "Ορθόδοξη Οικουμενική Θεολογία" (ΜΟΕΤ).
«Η σημερινή είναι μια ιστορική ημέρα, τόσο για τα θεολογικά μας ιδρύματα που ασχολούνται με την αναζήτηση της ορατής ενότητας της Εκκλησίας, όσο και για την Ορθόδοξη και την Καθολική Εκκλησία, που συναντώνται σήμερα στην Κωνσταντινούπολη στη θρονική εορτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, σηματοδοτώντας επίσης την 30ή επέτειο της ανόδου της Αυτού Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου στο θρόνο της Νέας Ρώμης.
Είναι, όμως επίσης η ευλογημένη χρονιά κατά την οποία η Αυτού Αγιότης ο Πάπας Φραγκίσκος ανέλαβε τη θαρραλέα πρωτοβουλία να ξεκινήσει μια αυθεντική συνοδική διαδικασία στην Καθολική Εκκλησία, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για μια αυθεντική συνοδικότητα σε ολόκληρη την Εκκλησία του Χριστού. Αλλά και λόγω της επικείμενης επίσκεψής του στη χώρα μας
Εγκαινιάζουμε σήμερα το αγγλικό πρόγραμμα των δημόσιων ανοιχτών διαλέξεων του μεταπτυχιακού προγράμματος «Ορθόδοξη Οικουμενική Θεολογία» (MOET) του Κέντρου Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών «Μητρ. Παντελεήμων Παπαγεωργίου» (CEMES), στο οποίο μετέχουν μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής και του Διδακτικού του Προσωπικού, καθώς και του Οικουμενικού Ινστιτούτου του Ποντιφικού Πανεπιστημίου του Αγίου Θωμά (Angelicum), με την εναρκτήρια εισήγηση του Διευθυντή του, Αιδεσιμωτάτου καθηγητού π. Υακίνθου Destivelle.
Στο πρόγραμμα αυτό μετέχουν επίσης με διάφορες ειδικότητες και επιστήμονες της Οικουμενικής Μονής του Μπόζε, καθώς και των Αρχαίων Ανατολικών Ορθόδοξων (Προχαλκηδόνιων) Εκκλησιών και της Ουκρανικής Ελληνόρρυθμης Καθολικής Εκκλησίας, πάντοτε στις 18:00 μ.μ. ώρα Ελλάδος (17:00 ώρα Ιταλίας) και με μέγιστη διάρκεια πάντα την 1 ώρα και 30 λεπτά.
Τόσο το CEMES όσο και το Angelicum αποφάσισαν να αφιερώσουν τις Δημόσιες Ανοιχτές Διαλέξεις αυτού του ακαδημαϊκού έτους στις «σχέσεις μεταξύ των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών και της Καθολικής Εκκλησίας, τόσο της Ρωμαϊκής όσο και της Ελληνόρρυθμης».
Παράλληλα με αυτές τις αγγλικές διαλέξεις, φέτος το CEMES θα εγκαινιάσει επίσης και μια σειρά Δημόσιων Ανοιχτών Διαλέξεων στα Ελληνικά για το ελληνόφωνο κοινό σε όλο τον κόσμο με το ίδιο γενικό θέμα και την ίδια ώρα, ξεκινώντας από την επόμενη Τρίτη, με την εισήγηση του Ομότ. Καθ. Γρηγορίου Λαρεντζάκη, με θέμα: «Υπάρχει ‘κανονικό’ σχίσμα Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως;».
Τόσο στην αγγλική όσο και στην ελληνική σειρά διαλέξεων, εκτός από τον ομιλητή και τον συντονιστή θα μετέχουν δύο ακόμη επιστήμονες, με όσο το δυνατόν πιο περιεκτική εκπροσώπηση, για μια σε βάθος συζήτηση των θεμάτων.
Δράττομαι της ευκαιρίας λόγω του σημερινού κύριου ομιλητή, να υπενθυμίσω από την περίφημη παπική εγκύκλιο UT UNUM SINT τα εξής: «Το να πιστεύεις στον Χριστό σημαίνει να επιθυμείς την ενότητα. Το να επιθυμείς την ενότητα σημαίνει να επιθυμείς την Εκκλησία. Το να επιθυμείς την Εκκλησία σημαίνει να επιθυμείς την κοινωνία της χάριτος που αντιστοιχεί στο σχέδιο του Θεού Πατρός από καταβολής κόσμου. Αυτό είναι το νόημα της προσευχής του Χριστού: «ίνα πάντες εν ώσιν» (Ut unum sint).
Παρά την επιτυχή έκβαση πολλών επισήμων θεολογικών διαλόγων, δεν έχει ακόμη επιτευχθεί κανένα σημαντικό βήμα προς την ευχαριστιακή ενότητα, λόγω ορισμένων προκαταλήψεων, τις οποίες αυτή η σειρά διαλέξεων σκοπεύει να αναλύσει με στόχο, όσο είναι δυνατόν, να ξεπεραστεί οποιοδήποτε κανονικό, ιστορικό, εκκλησιολογικό, θεολογικό κλπ. εμπόδιο έχει μέχρι σήμερα σταθεί ενάντια στην εντολή του Κυρίου μας ‘ίνα πάντες εν ώσιν’».
Αναδημοσιεύθηκε ελληνιστί στο ΦΩΣ ΦΑΝΑΡΙΟΥ (https://fosfanariou.gr/index.php/2021/12/01/dialexeis-tou-cemes-enarxi-me-kathigiti-vassiliadi/?fbclid=IwAR2Eqpdj9OlWeIAcLjEOjjSI-mHS471DYue0dyVK_9p0IUoBhF-FCYgYL88) και αγγλιστί στο ORTHODOX TIMES (https://orthodoxtimes.com/for-the-visible-unity-of-the-church-of-christ-video/?fbclid=IwAR2qaewAv_Z-Ijofoy8UkO3OPkoVFeh9k2LIwAtZaJ8rL8rQJt6_Cd9PrRw)
Προσβάσιμη στο YouTube κανάλι του CEMES
(https://www.youtube.com/watch?v=2VBKY2maTKIHYPERLINK "https://www.youtube.com/watch?v=2VBKY2maTKI&t=104s"&HYPERLINK "https://www.youtube.com/watch?v=2VBKY2maTKI&t=104s"t=104s και https://www.youtube.com/watch?v=6UJxsuTZ1x4)
1. ΥΠΑΡΧΕΙ "ΚΑΝΟΝΙΚΟ" ΣΧΙΣΜΑ ΡΩΜΗΣ-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ;
Ομότ. Καθ. Γρηγορίου Λαρεντζάκη
Ο συντονιστής της εκδήλωσης, και παρουσιαστής του κεντρικού της ομιλητή, Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης είπε:
"Εγκαινιάζουμε σήμερα το ελληνικό πρόγραμμα των δημόσιων ανοιχτών διαλέξεων του μεταπτυχιακού προγράμματος «Ορθόδοξη Οικουμενική Θεολογία» (MOET) του Κέντρου Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών «Μητρ. Παντελεήμων Παπαγεωργίου» (CEMES), Το CEMES αποφάσισε να αφιερώσει τις Δημόσιες Ανοιχτές Διαλέξεις αυτού του ακαδημαϊκού έτους στις «σχέσεις μεταξύ των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών και της Καθολικής Εκκλησίας, τόσο της Ρωμαϊκής όσο και της Ελληνόρρυθμης».
Στο πρόγραμμα αυτό, όπως και στο αγγλικό, μετέχουν επίσης με διάφορες ειδικότητες και επιστήμονες της Οικουμενικής Μονής του Μπόζε, καθώς και των Αρχαίων Ανατολικών Ορθόδοξων (Προχαλκηδόνιων) Εκκλησιών και της Ελληνόρρυθμης Καθολικής Εκκλησίας, πάντοτε στις 18:00 μ.μ. ώρα Ελλάδος.
Σήμερα, αρχίζουμε με την εισήγηση του Ομότ. Καθ. Γρηγορίου Λαρεντζάκη, με θέμα: «Υπάρχει ‘κανονικό’ σχίσμα Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως;». Στις διαλέξεις αυτές εκτός του κύριου ομιλητή και του συντονιστή μετέχουν και δύο ακόμη επιστήμονες από διαφορετικές όσο είναι εφικτό χριστιανικές παραδόσεις. Παρά την επιτυχή έκβαση πολλών επισήμων θεολογικών διαλόγων, δεν έχει ακόμη επιτευχθεί κανένα σημαντικό βήμα προς την ευχαριστιακή ενότητα, λόγω ορισμένων προκαταλήψεων, τις οποίες αυτή η σειρά διαλέξεων σκοπεύει να αναλύσει με στόχο, όσο είναι δυνατόν, να ξεπεραστεί οποιοδήποτε εμπόδιο, κανονικό, ιστορικό, εκκλησιολογικό, θεολογικό κλπ. που έχει μέχρι σήμερα σταθεί ενάντια στην εντολή του Κυρίου μας ‘ίνα πάντες εν ώσιν’».
Ο σημερινός ομιλητής Γρηγόριος Λαρεντζάκης, Δρ.Θ. σε Θεσσαλονίκη και. Innsbruck, Επίτ.Δρ. του ΑΠΘ, Ομότ. Καθ. του Παν/μίου Graz , είναι Ἄρχων Μέγας Πρωτονοτάριος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, με πολλές άλλες διακρίσεις, και Επίτιμο Μέλος τοῦ CEMES.
Προϊστάμενος τοῦ Τμήματος Ὀρθοδόξου Θεολογίας στό Πανεπιστήμιο τοῦ Γκράτς.
Διευθυντής τοῦ Ἰνστιτούτου Οἰκουμενικῆς Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Γκράτς, Ἀντιπρόεδρος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Ἱδρύματος Πρό Οριέντε, ενώ μετείχε ως σύμβουλος, υπεύθυνος των ετεροδόξων στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο
Η εισήγησή του πιο κάτω:
"Εγκαινιάζουμε σήμερα το ελληνικό πρόγραμμα των δημόσιων ανοιχτών διαλέξεων του μεταπτυχιακού προγράμματος «Ορθόδοξη Οικουμενική Θεολογία» (MOET) του Κέντρου Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών «Μητρ. Παντελεήμων Παπαγεωργίου» (CEMES), Το CEMES αποφάσισε να αφιερώσει τις Δημόσιες Ανοιχτές Διαλέξεις αυτού του ακαδημαϊκού έτους στις «σχέσεις μεταξύ των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών και της Καθολικής Εκκλησίας, τόσο της Ρωμαϊκής όσο και της Ελληνόρρυθμης».
Στο πρόγραμμα αυτό, όπως και στο αγγλικό, μετέχουν επίσης με διάφορες ειδικότητες και επιστήμονες της Οικουμενικής Μονής του Μπόζε, καθώς και των Αρχαίων Ανατολικών Ορθόδοξων (Προχαλκηδόνιων) Εκκλησιών και της Ελληνόρρυθμης Καθολικής Εκκλησίας, πάντοτε στις 18:00 μ.μ. ώρα Ελλάδος.
Σήμερα, αρχίζουμε με την εισήγηση του Ομότ. Καθ. Γρηγορίου Λαρεντζάκη, με θέμα: «Υπάρχει ‘κανονικό’ σχίσμα Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως;». Στις διαλέξεις αυτές εκτός του κύριου ομιλητή και του συντονιστή μετέχουν και δύο ακόμη επιστήμονες από διαφορετικές όσο είναι εφικτό χριστιανικές παραδόσεις. Παρά την επιτυχή έκβαση πολλών επισήμων θεολογικών διαλόγων, δεν έχει ακόμη επιτευχθεί κανένα σημαντικό βήμα προς την ευχαριστιακή ενότητα, λόγω ορισμένων προκαταλήψεων, τις οποίες αυτή η σειρά διαλέξεων σκοπεύει να αναλύσει με στόχο, όσο είναι δυνατόν, να ξεπεραστεί οποιοδήποτε εμπόδιο, κανονικό, ιστορικό, εκκλησιολογικό, θεολογικό κλπ. που έχει μέχρι σήμερα σταθεί ενάντια στην εντολή του Κυρίου μας ‘ίνα πάντες εν ώσιν’».
Ο σημερινός ομιλητής Γρηγόριος Λαρεντζάκης, Δρ.Θ. σε Θεσσαλονίκη και. Innsbruck, Επίτ.Δρ. του ΑΠΘ, Ομότ. Καθ. του Παν/μίου Graz , είναι Ἄρχων Μέγας Πρωτονοτάριος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, με πολλές άλλες διακρίσεις, και Επίτιμο Μέλος τοῦ CEMES.
Προϊστάμενος τοῦ Τμήματος Ὀρθοδόξου Θεολογίας στό Πανεπιστήμιο τοῦ Γκράτς.
Διευθυντής τοῦ Ἰνστιτούτου Οἰκουμενικῆς Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Γκράτς, Ἀντιπρόεδρος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Ἱδρύματος Πρό Οριέντε, ενώ μετείχε ως σύμβουλος, υπεύθυνος των ετεροδόξων στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο
Η εισήγησή του πιο κάτω:
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
2. Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ-ΚΑΘΟΛΙΚΩΝ
Ομότ. Καθ. Αρχιεπισκόπου Ιωάννου Σπιτέρη
Δημόσια ανοιχτή εκδήλωση του Κέντρου Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών "Μητρ. Παντελεήμων Παπαγεωργίου" (CEMES), στα πλαίσια του μεταπτυχιακού του προγράμματος "Ορθόδοξη Οικουμενική Θεολογία", και γενικότερο θέμα αυτή την ακαδημαϊκή χρονιά την "Ορατή Ενότητα της Εκκλησίας του Χριστού", με κεντρικό ομιλητή τον Αρχιεπίσκοπο των εν Ελλάδι Καθολικών, Ομότ. Καθ. Ιωάννη Σπιτέρη.
Στην εκδήλωση, την οποία συντονίζει ο Ομότ. Καθ. Κώστας Αγόρας, μετέχουν επίσης και ο Ομότ. Καθ. πρώην Αρχιεπίσκοπος των εν Ελλάδι Ελληνορρύθμων Καθολικών Δημήτριος Σαλάχας και ο Ομότ. Καθ. του Παν/μίου του Graz Γρηγόριος Λαρεντζάκης, καθώς και όλα τα μέλη και οι φίλοι του Κέντρου.
H ομιλία του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη Σπιτέρη:
Στην εκδήλωση, την οποία συντονίζει ο Ομότ. Καθ. Κώστας Αγόρας, μετέχουν επίσης και ο Ομότ. Καθ. πρώην Αρχιεπίσκοπος των εν Ελλάδι Ελληνορρύθμων Καθολικών Δημήτριος Σαλάχας και ο Ομότ. Καθ. του Παν/μίου του Graz Γρηγόριος Λαρεντζάκης, καθώς και όλα τα μέλη και οι φίλοι του Κέντρου.
H ομιλία του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη Σπιτέρη:
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
3. ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΝΑΓΚΑΛΙΣΜΟ ΠΕΤΡΟΥ-ΠΑΥΛΟΥ ΣΤΟΝ ΕΝΑΓΚΑΛΙΣΜΟ ΑΝΔΡΕΟΥ-ΠΕΤΡΟΥ
Παναγιώτη Ανδριόπουλου
Δημόσια ανοιχτή διάλεξη του Κέντρου Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών "Μητρ. Παντελεήμων Παπαγεωργίου" (CEMES), με γενικότερο θέμα την "Ορατή Ενότητα της Εκκλησίας του Χριστού", και κεντρικό ομιλητή τον διαχειριστή της ιστοσελίδας του Οικουμενικού Πατριαρχείου ΦΩΣ ΦΑΝΑΡΙΟΥ Παναγιώτη Ανδριόπουλο. Την συζήτηση συντονίζει η Καθ. του ΑΠΘ Αντωνία Κυριατζή, και μετέχουν και ο Αρχιεπίσκοπος των εν Ελλάδι Καθολικών, Ομότ. Καθ. Ιωάννης Σπιτέρης και ο Ομότ. Καθ. του Παν/μίου του Graz Γρηγόριος Λαρεντζάκης.
Συνοδικότητα στην Καθολική Εκκλησία & εύθραυστη Ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Διαδικτυακό σεμινάριο μετεχόντων στις Ανοιχτές Δημόσιες Διαλέξεις του CEMES
Επιστημονικό διαδικτυακό σεμινάριο του CEMES, με αυντονιστές την Πρόεδρο και τον Πρόεδρο επί τιμή του Κέντρου, καθ. Νίκη Παπαγεωργίου και Πέτρο Βασιλειάδη.
Εισηγούνται τα θέματα "Η συνοδική διαδικασία στην Καθολική Εκκλησία μοντέλο αυθεντικής οργάνωσης της Εκκλησίας του Χριστού;" (Αρχιεπ. των εν Ελλάδι Καθολικών Ιωάννης Σπιτέρης), και " Πρωτείο και Συνοδικότητα στη σύγχρονη Ορθόδοξη θεολογία" ( Π. Βασιλειάδης).
Στην στρογγυλή τράπεζα εξετάστηκαν τα θέματα: της Mετα-εκκλησιολογίας, τα κανονικά ζητήματα/προβλήματα της Καθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά και οι κρατούσες απόψεις διαφόρων Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών για την οργάνωση της Εκκλησίας, πάντοτε υπό το πρίσμα της πορείας για την ενότητα της Εκκλησίας του Χριστού, με παρεμβάσεις των καθ.: π. Κύριλλος Hovorun, Ιβάν Димитров, Γρηγόριο Λαρεντζάκη, Κώστα Αγόρα, π. Αυγουστίνο Μπαϊρακτάρη
Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης:
Ακούσαμε από τον Σεβασμιώτατο Ιωάννη Σπιτέρη για τη θαρραλέα πρωτοβουλία του Πάπα Φραγκίσκου να ξεκινήσει μια αυθεντική συνοδική διαδικασία στην Καθολική Εκκλησία, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για μια αυθεντική συνοδικότητα σε ολόκληρη την Εκκλησία του Χριστού. Απέναντι σ’ αυτήν την «συνοδική ανανέωση» της Καθολικής Εκκλησίας η κατάσταση που δημιουργήθηκε με την δημιουργία Εξαρχίας από το Πατριαρχείο Μόσχας στα κανονικά όρια του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας επέφερε ένα επί πλέον πλήγμα στην ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Είναι επίσης γνωστό στους θεολογικούς κύκλους, πως παρά την επιτυχή έκβαση πολλών επισήμων θεολογικών διαλόγων (της Ορθόδοξης Εκκλησίας μετά των Αρχαίων Ανατολικών/Προχαλκηδονίων και των Καθολικών), δεν έχει ακόμη επιτευχθεί κανένα σημαντικό βήμα προς την ευχαριστιακή κοινωνία Κάτι που οφείλεται σε σειρά προκαταλήψεων, τις οποίες η σειρά ανοιχτών διαλέξεων σκοπεύει να αναλύσει σε βάθος, με στόχο, όσο είναι δυνατόν, να ξεπεραστεί οποιοδήποτε εμπόδιο (κανονικό, ιστορικό, εκκλησιολογικό, θεολογικό κλπ.) έχει μέχρι σήμερα σταθεί ενάντια στην εντολή του Κυρίου μας ‘ίνα πάντες εν ώσιν’.
Είναι, τέλος, γνωστό τοις πάσι, μια και πρόσφατα γιορτάσαμε τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821, πως η αντικανονική ανεξαρτητοποίηση της Ελλαδικής Εκκλησίας το 1833 έγινε η απαρχή της αποψίλωσης του Οικουμενικού θρόνου με τις αναγκαστικές χορηγήσεις αυτοκεφαλίας στις ομόδοξες χριστιανικές κοινότητες-έθνη των Βαλκανίων, οι οποίες αρχικά οδηγήθηκαν σε σχισματικές καταστάσεις. Βεβαίως, παρενέβη το ΟΠ και θεράπευσε τα σχίσματα επαναφέροντας εκατομμύρια Ορθοδόξων στην κανονικότητα, με την χορήγηση κανονικής αυτοκεφαλίας. Αυτό συνέβη με όλα τα νεότερα Πατριαρχεία και στις Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Να θυμίσω μόνον, ότι τον 19ο αιώνα με την παρακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και τα παραλειπόμενα της Γαλλικής επανάστασης το νεωτερικό αφήγημα για ανεξάρτητα έθνη-κράτη με ανεξάρτητη εκκλησία και δική τους γλώσσα πρόβαλλε ευκαίρως-ακαίρως ως ιδανικό το καθεστώς αυτοκεφαλίας, ανεξάρτητα μάλιστα από τις ιδιαιτερότητες της Ορθόδοξης εκκλησιολογίας και την βούληση του ΟΠ.
Το ζήτημα της αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία, αλλά και γενικότερα της αυτοκεφαλίας στο σύστημα διοίκησης της Εκκλησίας, δεν μπορεί να εξεταστεί ερήμην της ενότητας και της συνοδικότητας, αλλά και της «κοινωνίας», των ουσιαστικών δηλαδή και καθοριστικών παραμέτρων της χριστιανικής εκκλησιολογίας. Βεβαίως, το αίτημα της επίλυσης σε πανορθόδοξο επίπεδο του θέματος της αυτοκεφαλίας, που έχει κατά καιρούς προταθεί ως αντιπερισπασμός στην πρωτοβουλία του ΟΠ, δεν ευσταθεί, αφού παραδοσιακά σε αυτό το (πανορθόδοξο/οικουμενικό) επίπεδο ποτέ δεν χορηγούνται αυτοκεφαλίες, αλλά απλώς επικυρώνονται. Αυτό, άλλωστε, ισχύει για όλα τα νεότερα Πατριαρχεία και τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, με εξαίρεση την Εκκλησία της Κύπρου.
Η περίπτωση όμως της Ουκρανικής Αυτοκεφαλίας οδήγησε και σε απρόσμενες, αλλά ευχάριστες και θετικές, οικουμενικές εξελίξεις, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που δεν θα πρέπει να αποκλείεται η δυνατότητα συνεργασίας, ή ακόμη ένταξης της Ουκρανικής Ελληνόρρυθμης Καθολικής Εκκλησίας στη νέα προσπάθεια ενιαίας Ορθόδοξης παρουσίας στην Ουκρανία, με τις αναγκαίες φυσικά κανονικές προϋποθέσεις. Κι αυτή είναι μια εξέλιξη που πολλοί Ορθόδοξοι, θα προτιμούσαν, ενδεχομένως μάλιστα και την ευχαριστιακή κοινωνία με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, ειδικά υπό τον παρόντα Πάπα, αντί εκείνης με την Ρωσική Εκκλησία, ειδικά με το σημερινό της κυρίαρχο αφήγημα περί Ρωσικού λαού (Russkii Mir).
Το αφήγημα αυτό από πολλές απόψεις είναι αντίθετο με το πιο ολιστικό κείμενο-απόφαση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, «Η Αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο», ένα κείμενο για την οποίο άλλωστε η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία έχει επίσημα εκφράσει τις περισσότερες επιφυλάξεις.
Η Ορθόδοξη, λοιπόν, Εκκλησία χρειάζεται μια καθαρά θεολογική εκδοχή περί ενότητας και κοινωνίας της Εκκλησίας, πέραν του νεωτερικού μοντέλου της «αυτοκεφαλίας», χωρίς βέβαια να το ακυρώνει στην παραδοσιακή του εκδοχή. Το κύριο σημείο που χρήζει θεολογικής θεώρησης – δυστυχώς και τελεσίδικης επίλυσης – είναι η θεολογική σημασία, και φυσικά αναγκαιότητα του πρωτείου (συνοδευόμενου φυσικά από την συνοδικότητα). Από αντιπαλότητα και μόνον προς την Καθολική Εκκλησία, εξαιτίας ίσως και της κατάχρησής του κατά την προνεωτερική εποχή, μέχρι τουλάχιστον και την Β΄ Βατικανή Σύνοδο, άρχισε να επικρατεί στην επιχειρηματολογία της Ορθόδοξης θεολογίας, ότι το status αυτοκεφαλίας είναι δήθεν από μόνο του το περισσότερο δημοκρατικό σύστημα διοίκησης της Εκκλησίας.
Για τον λόγο αυτό, το κατοχυρωμένο σύμφωνα με την κανονική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας πρωτείο του Οικουμενικού Πατριάρχη αμφισβητήθηκε, έντονα σε πολλές περιπτώσεις από τη Ρωσική Εκκλησία. Από τις αρχές ακόμη του 20ου αιώνα, δαιμονοποιώντας τον Πατριάρχη Μελέτιο Μεταξάκη ως τον εισηγητή μιας παπικού τύπου Ορθόδοξης εκκλησιολογίας. Και αυτή η αμφισβήτηση πρωτείου δημιούργησε προσκόμματα ακόμη και στον πρόσφατο οικουμενικό διάλογο, ειδικά με τους Καθολικούς, και εκφράστηκε με την πρόθεσή της να αποτραπεί η σύγκληση της επί έναν αιώνα προετοιμαζόμενης Πανορθοδόξου Συνόδου.
Για το θέμα της μετα-εκκλησιολογίας και των Ιερών Κανόνων θα μιλήσουν ειδικότεροι συνάδελφοι. Εγώ απλώς θα τονίσω πως χωρίς «Πρώτον», χωρίς δηλαδή πρωτείο τιμής και κενωτικής διακονίας, στην ουσία προτείνεται ένα μοντέλο ενότητας της Εκκλησίας ξένο προς την κανονική και λειτουργική πράξη της Εκκλησίας μας. Άλλωστε, όλες οι Ορθόδοξες τοπικές Εκκλησίες χωρίς καμία εξαίρεση ακολουθούν, και μάλιστα στην ακραία εκδοχή του, πρωτείο σε όλα τα επίπεδα της λειτουργικής και διοικητικής ζωής της Εκκλησίας (ενορία, μητρόπολη, αυτοκέφαλη εκκλησία), εκτός της ανά την οικουμένη, με πρωτοστατούσα την Ρωσική Εκκλησία, χωρίς όμως θεολογικά επιχειρήματα για αυτήν την διαφοροποίηση.
Αν, όμως, δεν διατηρηθεί πιστά, δυναμικά βεβαίως ερμηνευμένη, η Ορθόδοξη κανονική παράδοση, υπάρχει κίνδυνος να καταλήξει η Ορθοδοξία σε ένα είδος συνομοσπονδίας ανεξάρτητων Εκκλησιών ακραίου προτεσταντικού τύπου. Στην πράξη, αυτή η κατάσταση είναι σχεδόν αναπόφευκτη, αν ακολουθηθεί η επικρατούσα πλέον αντίληψη προτεραιότητας της αυτοκεφαλίας των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών έναντι της ενότητας της Εκκλησίας. Οι περισσότερες, άλλωστε, Αυτοκέφαλες Εκκλησίες στην πράξη αν δεν κατέληξαν εθνικές, λειτουργούν με εθνικά και σε πολλές περιπτώσεις και εθνικιστικά κριτήρια. Έτσι, όμως, δεν μπορούμε πλέον να κάνουμε λόγο για την «μία, αγία, καθολική και αποστολική εκκλησία», αλλά για κάτι εντελώς ξένο προς την και αυθεντική χριστιανική εκκλησιολογία.
Δυστυχώς, για πολλούς αιώνες μετά την οριστική διάσπασης ευχαριστιακής κοινωνίας με την Ρώμη (που ας σημειωθεί, κακώς επικράτησε να χαρακτηρίζεται ως Σχίσμα) η Ορθόδοξη θεολογία έχει ασυναίσθητα αναπτύξει μια «αρνητική» Ορθόδοξη ταυτότητα: δεν είμαστε αυτό που μας έχει αφήσει η παράδοσή μας ως κληρονομιά, αλλά αυτό που οι άλλοι, κυρίως οι Καθολικοί, δεν είναι. Με άλλα λόγια, χωρίς πρωτείο, την ορατή έκφραση της ενότητας της Εκκλησίας, συνοδευόμενο βεβαίως από συνοδικότητα. Σε όλα όμως τα επίπεδα, κάτι που όπως όλοι γνωρίζουμε συνειδητά καταστρατηγείται.
Αυτό που είναι τελικά το πιο ελπιδοφόρο αποτέλεσμα της Ουκρανικής κρίσεως, είναι ότι το ΟΠ επιχείρησε να αναβιώσει ένα αρχαίο εκκλησιολογικό έθος: τη συμμετοχή του συνόλου του λαού του Θεού (κληρικών, μοναχών και λαϊκών) στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, η οποία στις σημερινές αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες είτε έχει πλήρως λησμονηθεί, είτε στην καλύτερη περίπτωση, περιθωριοποιηθεί. Έφερε με άλλα λόγια στη θύμησή μας την αυθεντική εκδοχή συνοδικότητας, κάτι που εύχομαι και ελπίζω ότι θα ακολουθηθεί όχι μόνο στην κορυφή, αλλά σε όλα τα επίπεδα της ζωής της Εκκλησίας: ενοριακή, μητροπολιτική, περιφερειακή/εθνική, καθολική.
Στην επιστολή/πρόσκληση του Πατριάρχου προς τους Ορθοδόξους της Ουκρανίας υπογραμμίζονταν: «Οι επίσκοποι, οι ιερείς, οι μοναχοί και οι λαϊκοί, να συμμετάσχουν στην Σύνοδο ενοποίησης της 15ης Δεκεμβρίου στο Κίεβο. Όλοι τους, η επιστολή συνεχίζει, θα έχουν δικαίωμα ψήφου (και μάλιστα μυστική, προς αποφυγή επιβολής εκ των άνω της αρχιερατικής επιλογής)»,
Αυτήν ακριβώς την συνοδικότητα επιχειρεί να επαναφέρει και ο Πάπας Φραγκίσκος στην Καθολική Εκκλησία. Αλλά και σε κοσμικό επίπεδο το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αλλά και αυτή καθαυτή η δημιουργία της Ευρωπαϊκή Ένωσης, αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα αλλαγής πλεύσης της γηραιάς ηπείρου, της πραγματικής κοιτίδας της νεωτερικότητας, που 2 αιώνες πριν προέβαλε το σύστημα των ανεξάρτητων κρατών και της αυτοκεφαλίας.
Κωνσταντίνος Αγόρας:
Στον πολύ περιορισμένο χρόνο που έχει ο καθένας μας αρκούμαι να σχολιάσω θεολογικά του δύο όρους του ίδιου του τίτλου του Σεμιναρίου : «Συνοδικότητα» και «Ενότητα».
1. Υπό την γενικότερη προοπτική μιας οντολογικής προσέγγισης της «κοινωνίας» στην εκκλησιολογία, στο «είναι» της Εκκλησίας ως Εκκλησίας[1], «Συνοδικότητα» και «Ενότητα» είναι δυο όροι εκκλησιολογικά σύστοιχοι και αυτό πρέπει να το τονίσουμε. Είναι πραγματικότητες και όροι που πάνε μαζί. Η «Ενότητα» περνάει μέσα από τη «Συνοδικότητα» και η τελευταία, όταν είναι αυθεντική Συνοδικότητα και λειτουργούσα συνοδικότητα, απολήγει στην «Ενότητα», στην «Κοινωνιακή Ενότητα» των Εκκλησιών σε κάθε επίπεδο : τοπικό, υπερτοπικό (βλ. πατριαρχικό ή αυτοκέφαλο) και παγκόσμιο (ανά την Οικουμένη εκκλησία).
Τι σημαίνει κατά την άποψή μας «αυθεντική Συνοδικότητα», αυθεντική και λειτουργούσα «Συνοδικότητα» (και όχι απλός «Συνοδισμός»[2] ?). Εδώ, στην αυθεντική έννοια της «Συνοδικότητας» βρίσκεται το ερώτημα για το ζητούμενο της «Ενότητας». Και η απάντηση όπως θα δούμε δεν είναι αυτονόητη.
2. Καταρχάς μιλάμε εδώ, πάντα σε προσωποκεντρική προοπτική, για «κοινωνιακή Ενότητα», για Ενότητα σαν γεγονός αγαπητικής και ελεύθερης κοινωνίας. Δεν μιλάμε επαναλαμβάνω σε φυσιοκεντρική (ουσιοκρατική) προοπτική (essentialismus) για «οντική Ενότητα». Η Εκκλησία πριν να είναι ένα υπερφυσικό ας πούμε «κάτι τι» (οντικά) είναι ένα κοινωνιακά «πώς» (οντολογικά), ένα γεγονός κοινωνίας. Αλλά -προσοχή- κοινωνίας διατεταγμένης (τάξις κοινωνίας), όχι κοινωνίας άτακτης. Η «τάξις κοινωνίας», πριν να είναι θέμα «κανονικού δικαίου» στην Εκκλησία, δηλ. ευταξίας, είναι θέμα εκκλησιολογίας, άπτεται του ίδιου του είναι της Εκκλησίας.
3. Η Συνοδικότητα[3] –και η Ενότητα που πηγάζει εξ αυτής—προϋποθέτει δυο πράγματα : τον «πρώτο» αλλά και την «κοινωνία» των πολλών (εκκλησιών και επισκόπων εν προκειμένω) γύρω από το «πρώτο». Λέω «ΓΥΡΩ» από τον «πρώτο» (primus sine paribus) και όχι απλώς «ΥΠΟ» τον «πρώτο» (solus sine paribus) ούτε απλώς «ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ» με τον «πρώτο» (primus inter pares). Ας κρατήσουμε στον νου μας αυτή την τριπλή διάκριση, την τόσο σημαντική εν προκειμένω για το είναι της Εκκλησίας.
4. Παρενθετικά θέλω να αναφέρω εδώ ότι η χριστιανική Ανατολή επέμενε και επιμένει πάντα στη «Συνοδικότητα» και στη διερεύνησή της (βλ. Σύνοδος) ενώ η χριστιανική Δύση στην «Ενότητα» και τη θεολογική της διερεύνησή (βλ. Πρωτείο). Από τη μία μεριά το ζήτημα της ενότητας-κοινωνίας εστιάζεται καταρχάς στη «ΣΥΝΟΔΟ» και από την άλλη μεριά εστιάζεται καταρχάς στον «ΠΡΩΤΟ». Είναι τάχα τυχαίο αυτό ή είναι συνέπεια της αμοιβαίας αποξένωσης και, γιατί όχι, του ιδίου εκκλησιαστικού χαρίσματος Ανατολής και Δύσης?
5. Ένα είναι, στα μάτια μου τουλάχιστον, βέβαιο από θεολογικής απόψεως : η προβληματική περί «ΣΥΝΟΔΙΚΟΤΗΤΑΣ» ούτε μπορεί ούτε είναι δέον να αντιμετωπίζεται ανεξάρτητα (ή εν παραλλήλω, ακόμα δε λιγότερο σε αντίθεση) προς την προβληματική περί «ΠΡΩΤΟΥ» και «Κοινωνιακής Ενότητας», δηλ. Ενότητας ως γεγονότος κοινωνίας. Και τούμπαλιν.
6. Η εκκλησιολογική προβληματική της Κοινωνιακής Ενότητας, ως διαλεκτική μεταξύ των «πολλών» και του «ενός», του «πρώτου» (primus), μας παραπέμπει στον 34ο λεγόμενο Αποστολικό Κανόνα με σαφή αναφορά στον τριαδικό τρόπο υπάρξεως του Θεού, του «ενός» και των «πολλών» στον Θεό. Η εκκλησιολογία παραπέμπει δηλ. στην τριαδολογία, ή γενικότερα η «Οικονομία» του Θεού παραπέμπει στην «Θεο-λογία» της Τριάδος.
Είναι καταρχάς περίεργο νομίζω ότι μια χρονική, ιστορική κατάσταση σαν αυτή της Εκκλησίας (εκκλησιολογία) παραπέμπει σε μια άχρονη, αιώνια ύπαρξη του Θεού (τριαδολογία). Πώς παραπέμπει όμως? Εδώ πρέπει να προσέξουμε αυτή τη λεπτομέρεια. Παραπέμπει «εικονολογικά». Δηλ. η Ιστορία και τα εν αυτή πρέπει να «εικονίζουν» να τείνουν να μιμηθούν την Αιωνιότητα του Θεού που είναι και το Έσχατο της Ιστορίας.
7. Μπορεί κανείς να πει ότι το «εικονολογικό» σχήμα που έχουμε εδώ είναι το εξής:
Η Μία «καθ’ολική» Εκκλησία, εικόνα του …
Ενός «περιληπτικού» Χριστού, που είναι με τη σειρά Του … εικόνα του
Ενός «τριαδικού» Θεού.
8. Στο Τριαδικό Θεό, κατά την τριαδολογία του Γρηγορίου του Θεολόγου, έχουμε την διαλεκτική, κενωτική και αγαπητική ταύτιση του «Ενός» και των «Πολλών», δηλ. του «Πατρός» και της «Τριάδος». Ο «Πατέρας» είναι ο primus sine paribus της Τριάδος, είναι «ο πρώτος και ο τελευταίος» στην «Θεο-λογία» όπως αναλογικά ο Χριστός είναι ο πρώτος και ο Τελευταίος στην «Ανθρωπολογία» και γενικότερα στην «Οικονομία» για τον Άνθρωπο. Ας σημειωθεί ότι εδώ δεν έχουμε ούτε (1) «solus sine paribus», ούτε (2) «primus inter pares» αλλά (3) «primus sine paribus» : το παράδοξο δηλ. του «μεγαλύτερος-και-ίσος».
Το primus sine paribus σημαίνει απλά «μεγαλύτερος-και-ίσος», «ίσος-και-μεγαλύτερος». Όχι μεγαλύτερος χωρίς ναι είναι ίσος (τριαδολογικός και εκκλησιολογικός «υπαγωγισμός» subordinationismus), ούτε αντίστροφα ίσος χωρίς να είναι μεγαλύτερος (τριαδολογικός και εκκλησιολογικός «κοινωνισμός» και «πανοραμισμός» panoramismus, βλ. Συνοδισμός).
9. «Συνοδικότητα» και «Πρώτος» διαπλέκονται στην Ενότητα της Εκκλησίας. Αλλά κατά την ταπεινή μου άποψη διαπλέκονται «συνεργειακά ασύμμετρα». «Ασύμμετρα» διότι πρόκειται για χαρισματικό γεγονός κοινωνίας, για μυστήριο σε τελική ανάλυση, το μυστήριο του «EXTRA nos», της «Χάριτος» του Θεού, που προηγείται ασύμμετρα σε πλαίσιο διαπροσωπικής κοινωνίας, συνεργειακής των Εκκλησιών.
10. (α) Το μυστήριο της «Μοναρχίας του Πατρός» (τάξη και διαβάθμιση αιτιότητας κοινωνίας) στη «Θεο-λογία»
(β) Το μυστήριο του «Πρωτείου του Χριστού» (Έσχατου Αδάμ) στην «Οικονομία», και
(γ) Το μυστήριο του «Πρωτείου της Πρώτης Εκκλησίας» στην αγαπητική «Κοινωνία των Εκκλησιών»
Επειδή βρίσκονται μεταξύ τους σε εικονολογική σχέση, το ένα ερμηνεύει το άλλο. Εκκλησιολογία, Χριστολογία και Τριαδολογία διαπλέκονται ερμηνευτικά, βεβαίως κατά τον ένα ή κατά τον άλλο τρόπο, δηλ. ορθά ή λανθασμένα. Έχουμε δηλαδή μια ερμηνευτική αλληλουχία μυστηρίων (του Θεού, του Χριστού, της Εκκλησίας) στην κοινωνιακή τους ενότητα, την αγιοπνευματική.
11. Συμπερασματικά: από συστηματική άποψη η εκκλησιολογία μας δεν μπορεί να είναι απλά «ευχαριστιακή» (όπως είναι στην Ανατολή μέχρι τώρα) αλλά ταυτόχρονα «ευχαριστιακή και κοινωνιακή». «Πρώτος και Συνοδικότητα» συνάπτονται διαλεκτικά μεταξύ τους, συνεργειακά ασφαλώς αλλά κατά τρόπο ασύμμετρο (λόγω του extra nos της χάριτος).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Εδώ αναφερόμαστε στην εκκλησιολογία (στο «είναι» της Εκκλησίας) και όχι απλά στο κανονικό δίκαιο (στην «ευταξία» της Εκκλησίας, στο «ευ είναι» της). Η αναφορά μας αυτή προϋποθέτει μια μυστηριακή, «προσωποκεντρική» προσέγγιση τηγς Εκκλησίας ως «Εκκλησίας» και όχι απλά μια θεσμική και «φυσιοκεντρική» προσέγγιση (ως απλού θρησκευτικού θεσμού).
[2] Θα μπορούσαμε να πούμε απλά ότι η αυθεντική «Συνοδικότητα» μοιάζει με μια κυκλική διάταξη των Εκκλησιών γύρω από ένα κοινωνιακό κέντρο αυθεντίας, την «πρώτη» μεταξύ των Εκκλησιών αυτών (primus sine paribus). Ο «Συνοδισμός» (Konziliarismus) αντίθετα είναι μια παράλληλη διάταξη Εκκλησιών στον χώρο χωρίς κοινωνιακό κέντρο (primus inter pares)
[3] Η καλώς διατεταγμένη Συνοδικότητα και κοινωνία. Όχι ο άτακτος Συνοδισμός !!
Εισηγούνται τα θέματα "Η συνοδική διαδικασία στην Καθολική Εκκλησία μοντέλο αυθεντικής οργάνωσης της Εκκλησίας του Χριστού;" (Αρχιεπ. των εν Ελλάδι Καθολικών Ιωάννης Σπιτέρης), και " Πρωτείο και Συνοδικότητα στη σύγχρονη Ορθόδοξη θεολογία" ( Π. Βασιλειάδης).
Στην στρογγυλή τράπεζα εξετάστηκαν τα θέματα: της Mετα-εκκλησιολογίας, τα κανονικά ζητήματα/προβλήματα της Καθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά και οι κρατούσες απόψεις διαφόρων Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών για την οργάνωση της Εκκλησίας, πάντοτε υπό το πρίσμα της πορείας για την ενότητα της Εκκλησίας του Χριστού, με παρεμβάσεις των καθ.: π. Κύριλλος Hovorun, Ιβάν Димитров, Γρηγόριο Λαρεντζάκη, Κώστα Αγόρα, π. Αυγουστίνο Μπαϊρακτάρη
Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης:
Ακούσαμε από τον Σεβασμιώτατο Ιωάννη Σπιτέρη για τη θαρραλέα πρωτοβουλία του Πάπα Φραγκίσκου να ξεκινήσει μια αυθεντική συνοδική διαδικασία στην Καθολική Εκκλησία, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για μια αυθεντική συνοδικότητα σε ολόκληρη την Εκκλησία του Χριστού. Απέναντι σ’ αυτήν την «συνοδική ανανέωση» της Καθολικής Εκκλησίας η κατάσταση που δημιουργήθηκε με την δημιουργία Εξαρχίας από το Πατριαρχείο Μόσχας στα κανονικά όρια του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας επέφερε ένα επί πλέον πλήγμα στην ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Είναι επίσης γνωστό στους θεολογικούς κύκλους, πως παρά την επιτυχή έκβαση πολλών επισήμων θεολογικών διαλόγων (της Ορθόδοξης Εκκλησίας μετά των Αρχαίων Ανατολικών/Προχαλκηδονίων και των Καθολικών), δεν έχει ακόμη επιτευχθεί κανένα σημαντικό βήμα προς την ευχαριστιακή κοινωνία Κάτι που οφείλεται σε σειρά προκαταλήψεων, τις οποίες η σειρά ανοιχτών διαλέξεων σκοπεύει να αναλύσει σε βάθος, με στόχο, όσο είναι δυνατόν, να ξεπεραστεί οποιοδήποτε εμπόδιο (κανονικό, ιστορικό, εκκλησιολογικό, θεολογικό κλπ.) έχει μέχρι σήμερα σταθεί ενάντια στην εντολή του Κυρίου μας ‘ίνα πάντες εν ώσιν’.
Είναι, τέλος, γνωστό τοις πάσι, μια και πρόσφατα γιορτάσαμε τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821, πως η αντικανονική ανεξαρτητοποίηση της Ελλαδικής Εκκλησίας το 1833 έγινε η απαρχή της αποψίλωσης του Οικουμενικού θρόνου με τις αναγκαστικές χορηγήσεις αυτοκεφαλίας στις ομόδοξες χριστιανικές κοινότητες-έθνη των Βαλκανίων, οι οποίες αρχικά οδηγήθηκαν σε σχισματικές καταστάσεις. Βεβαίως, παρενέβη το ΟΠ και θεράπευσε τα σχίσματα επαναφέροντας εκατομμύρια Ορθοδόξων στην κανονικότητα, με την χορήγηση κανονικής αυτοκεφαλίας. Αυτό συνέβη με όλα τα νεότερα Πατριαρχεία και στις Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Να θυμίσω μόνον, ότι τον 19ο αιώνα με την παρακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και τα παραλειπόμενα της Γαλλικής επανάστασης το νεωτερικό αφήγημα για ανεξάρτητα έθνη-κράτη με ανεξάρτητη εκκλησία και δική τους γλώσσα πρόβαλλε ευκαίρως-ακαίρως ως ιδανικό το καθεστώς αυτοκεφαλίας, ανεξάρτητα μάλιστα από τις ιδιαιτερότητες της Ορθόδοξης εκκλησιολογίας και την βούληση του ΟΠ.
Το ζήτημα της αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία, αλλά και γενικότερα της αυτοκεφαλίας στο σύστημα διοίκησης της Εκκλησίας, δεν μπορεί να εξεταστεί ερήμην της ενότητας και της συνοδικότητας, αλλά και της «κοινωνίας», των ουσιαστικών δηλαδή και καθοριστικών παραμέτρων της χριστιανικής εκκλησιολογίας. Βεβαίως, το αίτημα της επίλυσης σε πανορθόδοξο επίπεδο του θέματος της αυτοκεφαλίας, που έχει κατά καιρούς προταθεί ως αντιπερισπασμός στην πρωτοβουλία του ΟΠ, δεν ευσταθεί, αφού παραδοσιακά σε αυτό το (πανορθόδοξο/οικουμενικό) επίπεδο ποτέ δεν χορηγούνται αυτοκεφαλίες, αλλά απλώς επικυρώνονται. Αυτό, άλλωστε, ισχύει για όλα τα νεότερα Πατριαρχεία και τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, με εξαίρεση την Εκκλησία της Κύπρου.
Η περίπτωση όμως της Ουκρανικής Αυτοκεφαλίας οδήγησε και σε απρόσμενες, αλλά ευχάριστες και θετικές, οικουμενικές εξελίξεις, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που δεν θα πρέπει να αποκλείεται η δυνατότητα συνεργασίας, ή ακόμη ένταξης της Ουκρανικής Ελληνόρρυθμης Καθολικής Εκκλησίας στη νέα προσπάθεια ενιαίας Ορθόδοξης παρουσίας στην Ουκρανία, με τις αναγκαίες φυσικά κανονικές προϋποθέσεις. Κι αυτή είναι μια εξέλιξη που πολλοί Ορθόδοξοι, θα προτιμούσαν, ενδεχομένως μάλιστα και την ευχαριστιακή κοινωνία με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, ειδικά υπό τον παρόντα Πάπα, αντί εκείνης με την Ρωσική Εκκλησία, ειδικά με το σημερινό της κυρίαρχο αφήγημα περί Ρωσικού λαού (Russkii Mir).
Το αφήγημα αυτό από πολλές απόψεις είναι αντίθετο με το πιο ολιστικό κείμενο-απόφαση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, «Η Αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο», ένα κείμενο για την οποίο άλλωστε η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία έχει επίσημα εκφράσει τις περισσότερες επιφυλάξεις.
Η Ορθόδοξη, λοιπόν, Εκκλησία χρειάζεται μια καθαρά θεολογική εκδοχή περί ενότητας και κοινωνίας της Εκκλησίας, πέραν του νεωτερικού μοντέλου της «αυτοκεφαλίας», χωρίς βέβαια να το ακυρώνει στην παραδοσιακή του εκδοχή. Το κύριο σημείο που χρήζει θεολογικής θεώρησης – δυστυχώς και τελεσίδικης επίλυσης – είναι η θεολογική σημασία, και φυσικά αναγκαιότητα του πρωτείου (συνοδευόμενου φυσικά από την συνοδικότητα). Από αντιπαλότητα και μόνον προς την Καθολική Εκκλησία, εξαιτίας ίσως και της κατάχρησής του κατά την προνεωτερική εποχή, μέχρι τουλάχιστον και την Β΄ Βατικανή Σύνοδο, άρχισε να επικρατεί στην επιχειρηματολογία της Ορθόδοξης θεολογίας, ότι το status αυτοκεφαλίας είναι δήθεν από μόνο του το περισσότερο δημοκρατικό σύστημα διοίκησης της Εκκλησίας.
Για τον λόγο αυτό, το κατοχυρωμένο σύμφωνα με την κανονική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας πρωτείο του Οικουμενικού Πατριάρχη αμφισβητήθηκε, έντονα σε πολλές περιπτώσεις από τη Ρωσική Εκκλησία. Από τις αρχές ακόμη του 20ου αιώνα, δαιμονοποιώντας τον Πατριάρχη Μελέτιο Μεταξάκη ως τον εισηγητή μιας παπικού τύπου Ορθόδοξης εκκλησιολογίας. Και αυτή η αμφισβήτηση πρωτείου δημιούργησε προσκόμματα ακόμη και στον πρόσφατο οικουμενικό διάλογο, ειδικά με τους Καθολικούς, και εκφράστηκε με την πρόθεσή της να αποτραπεί η σύγκληση της επί έναν αιώνα προετοιμαζόμενης Πανορθοδόξου Συνόδου.
Για το θέμα της μετα-εκκλησιολογίας και των Ιερών Κανόνων θα μιλήσουν ειδικότεροι συνάδελφοι. Εγώ απλώς θα τονίσω πως χωρίς «Πρώτον», χωρίς δηλαδή πρωτείο τιμής και κενωτικής διακονίας, στην ουσία προτείνεται ένα μοντέλο ενότητας της Εκκλησίας ξένο προς την κανονική και λειτουργική πράξη της Εκκλησίας μας. Άλλωστε, όλες οι Ορθόδοξες τοπικές Εκκλησίες χωρίς καμία εξαίρεση ακολουθούν, και μάλιστα στην ακραία εκδοχή του, πρωτείο σε όλα τα επίπεδα της λειτουργικής και διοικητικής ζωής της Εκκλησίας (ενορία, μητρόπολη, αυτοκέφαλη εκκλησία), εκτός της ανά την οικουμένη, με πρωτοστατούσα την Ρωσική Εκκλησία, χωρίς όμως θεολογικά επιχειρήματα για αυτήν την διαφοροποίηση.
Αν, όμως, δεν διατηρηθεί πιστά, δυναμικά βεβαίως ερμηνευμένη, η Ορθόδοξη κανονική παράδοση, υπάρχει κίνδυνος να καταλήξει η Ορθοδοξία σε ένα είδος συνομοσπονδίας ανεξάρτητων Εκκλησιών ακραίου προτεσταντικού τύπου. Στην πράξη, αυτή η κατάσταση είναι σχεδόν αναπόφευκτη, αν ακολουθηθεί η επικρατούσα πλέον αντίληψη προτεραιότητας της αυτοκεφαλίας των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών έναντι της ενότητας της Εκκλησίας. Οι περισσότερες, άλλωστε, Αυτοκέφαλες Εκκλησίες στην πράξη αν δεν κατέληξαν εθνικές, λειτουργούν με εθνικά και σε πολλές περιπτώσεις και εθνικιστικά κριτήρια. Έτσι, όμως, δεν μπορούμε πλέον να κάνουμε λόγο για την «μία, αγία, καθολική και αποστολική εκκλησία», αλλά για κάτι εντελώς ξένο προς την και αυθεντική χριστιανική εκκλησιολογία.
Δυστυχώς, για πολλούς αιώνες μετά την οριστική διάσπασης ευχαριστιακής κοινωνίας με την Ρώμη (που ας σημειωθεί, κακώς επικράτησε να χαρακτηρίζεται ως Σχίσμα) η Ορθόδοξη θεολογία έχει ασυναίσθητα αναπτύξει μια «αρνητική» Ορθόδοξη ταυτότητα: δεν είμαστε αυτό που μας έχει αφήσει η παράδοσή μας ως κληρονομιά, αλλά αυτό που οι άλλοι, κυρίως οι Καθολικοί, δεν είναι. Με άλλα λόγια, χωρίς πρωτείο, την ορατή έκφραση της ενότητας της Εκκλησίας, συνοδευόμενο βεβαίως από συνοδικότητα. Σε όλα όμως τα επίπεδα, κάτι που όπως όλοι γνωρίζουμε συνειδητά καταστρατηγείται.
Αυτό που είναι τελικά το πιο ελπιδοφόρο αποτέλεσμα της Ουκρανικής κρίσεως, είναι ότι το ΟΠ επιχείρησε να αναβιώσει ένα αρχαίο εκκλησιολογικό έθος: τη συμμετοχή του συνόλου του λαού του Θεού (κληρικών, μοναχών και λαϊκών) στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, η οποία στις σημερινές αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες είτε έχει πλήρως λησμονηθεί, είτε στην καλύτερη περίπτωση, περιθωριοποιηθεί. Έφερε με άλλα λόγια στη θύμησή μας την αυθεντική εκδοχή συνοδικότητας, κάτι που εύχομαι και ελπίζω ότι θα ακολουθηθεί όχι μόνο στην κορυφή, αλλά σε όλα τα επίπεδα της ζωής της Εκκλησίας: ενοριακή, μητροπολιτική, περιφερειακή/εθνική, καθολική.
Στην επιστολή/πρόσκληση του Πατριάρχου προς τους Ορθοδόξους της Ουκρανίας υπογραμμίζονταν: «Οι επίσκοποι, οι ιερείς, οι μοναχοί και οι λαϊκοί, να συμμετάσχουν στην Σύνοδο ενοποίησης της 15ης Δεκεμβρίου στο Κίεβο. Όλοι τους, η επιστολή συνεχίζει, θα έχουν δικαίωμα ψήφου (και μάλιστα μυστική, προς αποφυγή επιβολής εκ των άνω της αρχιερατικής επιλογής)»,
Αυτήν ακριβώς την συνοδικότητα επιχειρεί να επαναφέρει και ο Πάπας Φραγκίσκος στην Καθολική Εκκλησία. Αλλά και σε κοσμικό επίπεδο το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αλλά και αυτή καθαυτή η δημιουργία της Ευρωπαϊκή Ένωσης, αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα αλλαγής πλεύσης της γηραιάς ηπείρου, της πραγματικής κοιτίδας της νεωτερικότητας, που 2 αιώνες πριν προέβαλε το σύστημα των ανεξάρτητων κρατών και της αυτοκεφαλίας.
Κωνσταντίνος Αγόρας:
Στον πολύ περιορισμένο χρόνο που έχει ο καθένας μας αρκούμαι να σχολιάσω θεολογικά του δύο όρους του ίδιου του τίτλου του Σεμιναρίου : «Συνοδικότητα» και «Ενότητα».
1. Υπό την γενικότερη προοπτική μιας οντολογικής προσέγγισης της «κοινωνίας» στην εκκλησιολογία, στο «είναι» της Εκκλησίας ως Εκκλησίας[1], «Συνοδικότητα» και «Ενότητα» είναι δυο όροι εκκλησιολογικά σύστοιχοι και αυτό πρέπει να το τονίσουμε. Είναι πραγματικότητες και όροι που πάνε μαζί. Η «Ενότητα» περνάει μέσα από τη «Συνοδικότητα» και η τελευταία, όταν είναι αυθεντική Συνοδικότητα και λειτουργούσα συνοδικότητα, απολήγει στην «Ενότητα», στην «Κοινωνιακή Ενότητα» των Εκκλησιών σε κάθε επίπεδο : τοπικό, υπερτοπικό (βλ. πατριαρχικό ή αυτοκέφαλο) και παγκόσμιο (ανά την Οικουμένη εκκλησία).
Τι σημαίνει κατά την άποψή μας «αυθεντική Συνοδικότητα», αυθεντική και λειτουργούσα «Συνοδικότητα» (και όχι απλός «Συνοδισμός»[2] ?). Εδώ, στην αυθεντική έννοια της «Συνοδικότητας» βρίσκεται το ερώτημα για το ζητούμενο της «Ενότητας». Και η απάντηση όπως θα δούμε δεν είναι αυτονόητη.
2. Καταρχάς μιλάμε εδώ, πάντα σε προσωποκεντρική προοπτική, για «κοινωνιακή Ενότητα», για Ενότητα σαν γεγονός αγαπητικής και ελεύθερης κοινωνίας. Δεν μιλάμε επαναλαμβάνω σε φυσιοκεντρική (ουσιοκρατική) προοπτική (essentialismus) για «οντική Ενότητα». Η Εκκλησία πριν να είναι ένα υπερφυσικό ας πούμε «κάτι τι» (οντικά) είναι ένα κοινωνιακά «πώς» (οντολογικά), ένα γεγονός κοινωνίας. Αλλά -προσοχή- κοινωνίας διατεταγμένης (τάξις κοινωνίας), όχι κοινωνίας άτακτης. Η «τάξις κοινωνίας», πριν να είναι θέμα «κανονικού δικαίου» στην Εκκλησία, δηλ. ευταξίας, είναι θέμα εκκλησιολογίας, άπτεται του ίδιου του είναι της Εκκλησίας.
3. Η Συνοδικότητα[3] –και η Ενότητα που πηγάζει εξ αυτής—προϋποθέτει δυο πράγματα : τον «πρώτο» αλλά και την «κοινωνία» των πολλών (εκκλησιών και επισκόπων εν προκειμένω) γύρω από το «πρώτο». Λέω «ΓΥΡΩ» από τον «πρώτο» (primus sine paribus) και όχι απλώς «ΥΠΟ» τον «πρώτο» (solus sine paribus) ούτε απλώς «ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ» με τον «πρώτο» (primus inter pares). Ας κρατήσουμε στον νου μας αυτή την τριπλή διάκριση, την τόσο σημαντική εν προκειμένω για το είναι της Εκκλησίας.
4. Παρενθετικά θέλω να αναφέρω εδώ ότι η χριστιανική Ανατολή επέμενε και επιμένει πάντα στη «Συνοδικότητα» και στη διερεύνησή της (βλ. Σύνοδος) ενώ η χριστιανική Δύση στην «Ενότητα» και τη θεολογική της διερεύνησή (βλ. Πρωτείο). Από τη μία μεριά το ζήτημα της ενότητας-κοινωνίας εστιάζεται καταρχάς στη «ΣΥΝΟΔΟ» και από την άλλη μεριά εστιάζεται καταρχάς στον «ΠΡΩΤΟ». Είναι τάχα τυχαίο αυτό ή είναι συνέπεια της αμοιβαίας αποξένωσης και, γιατί όχι, του ιδίου εκκλησιαστικού χαρίσματος Ανατολής και Δύσης?
5. Ένα είναι, στα μάτια μου τουλάχιστον, βέβαιο από θεολογικής απόψεως : η προβληματική περί «ΣΥΝΟΔΙΚΟΤΗΤΑΣ» ούτε μπορεί ούτε είναι δέον να αντιμετωπίζεται ανεξάρτητα (ή εν παραλλήλω, ακόμα δε λιγότερο σε αντίθεση) προς την προβληματική περί «ΠΡΩΤΟΥ» και «Κοινωνιακής Ενότητας», δηλ. Ενότητας ως γεγονότος κοινωνίας. Και τούμπαλιν.
6. Η εκκλησιολογική προβληματική της Κοινωνιακής Ενότητας, ως διαλεκτική μεταξύ των «πολλών» και του «ενός», του «πρώτου» (primus), μας παραπέμπει στον 34ο λεγόμενο Αποστολικό Κανόνα με σαφή αναφορά στον τριαδικό τρόπο υπάρξεως του Θεού, του «ενός» και των «πολλών» στον Θεό. Η εκκλησιολογία παραπέμπει δηλ. στην τριαδολογία, ή γενικότερα η «Οικονομία» του Θεού παραπέμπει στην «Θεο-λογία» της Τριάδος.
Είναι καταρχάς περίεργο νομίζω ότι μια χρονική, ιστορική κατάσταση σαν αυτή της Εκκλησίας (εκκλησιολογία) παραπέμπει σε μια άχρονη, αιώνια ύπαρξη του Θεού (τριαδολογία). Πώς παραπέμπει όμως? Εδώ πρέπει να προσέξουμε αυτή τη λεπτομέρεια. Παραπέμπει «εικονολογικά». Δηλ. η Ιστορία και τα εν αυτή πρέπει να «εικονίζουν» να τείνουν να μιμηθούν την Αιωνιότητα του Θεού που είναι και το Έσχατο της Ιστορίας.
7. Μπορεί κανείς να πει ότι το «εικονολογικό» σχήμα που έχουμε εδώ είναι το εξής:
Η Μία «καθ’ολική» Εκκλησία, εικόνα του …
Ενός «περιληπτικού» Χριστού, που είναι με τη σειρά Του … εικόνα του
Ενός «τριαδικού» Θεού.
8. Στο Τριαδικό Θεό, κατά την τριαδολογία του Γρηγορίου του Θεολόγου, έχουμε την διαλεκτική, κενωτική και αγαπητική ταύτιση του «Ενός» και των «Πολλών», δηλ. του «Πατρός» και της «Τριάδος». Ο «Πατέρας» είναι ο primus sine paribus της Τριάδος, είναι «ο πρώτος και ο τελευταίος» στην «Θεο-λογία» όπως αναλογικά ο Χριστός είναι ο πρώτος και ο Τελευταίος στην «Ανθρωπολογία» και γενικότερα στην «Οικονομία» για τον Άνθρωπο. Ας σημειωθεί ότι εδώ δεν έχουμε ούτε (1) «solus sine paribus», ούτε (2) «primus inter pares» αλλά (3) «primus sine paribus» : το παράδοξο δηλ. του «μεγαλύτερος-και-ίσος».
Το primus sine paribus σημαίνει απλά «μεγαλύτερος-και-ίσος», «ίσος-και-μεγαλύτερος». Όχι μεγαλύτερος χωρίς ναι είναι ίσος (τριαδολογικός και εκκλησιολογικός «υπαγωγισμός» subordinationismus), ούτε αντίστροφα ίσος χωρίς να είναι μεγαλύτερος (τριαδολογικός και εκκλησιολογικός «κοινωνισμός» και «πανοραμισμός» panoramismus, βλ. Συνοδισμός).
9. «Συνοδικότητα» και «Πρώτος» διαπλέκονται στην Ενότητα της Εκκλησίας. Αλλά κατά την ταπεινή μου άποψη διαπλέκονται «συνεργειακά ασύμμετρα». «Ασύμμετρα» διότι πρόκειται για χαρισματικό γεγονός κοινωνίας, για μυστήριο σε τελική ανάλυση, το μυστήριο του «EXTRA nos», της «Χάριτος» του Θεού, που προηγείται ασύμμετρα σε πλαίσιο διαπροσωπικής κοινωνίας, συνεργειακής των Εκκλησιών.
10. (α) Το μυστήριο της «Μοναρχίας του Πατρός» (τάξη και διαβάθμιση αιτιότητας κοινωνίας) στη «Θεο-λογία»
(β) Το μυστήριο του «Πρωτείου του Χριστού» (Έσχατου Αδάμ) στην «Οικονομία», και
(γ) Το μυστήριο του «Πρωτείου της Πρώτης Εκκλησίας» στην αγαπητική «Κοινωνία των Εκκλησιών»
Επειδή βρίσκονται μεταξύ τους σε εικονολογική σχέση, το ένα ερμηνεύει το άλλο. Εκκλησιολογία, Χριστολογία και Τριαδολογία διαπλέκονται ερμηνευτικά, βεβαίως κατά τον ένα ή κατά τον άλλο τρόπο, δηλ. ορθά ή λανθασμένα. Έχουμε δηλαδή μια ερμηνευτική αλληλουχία μυστηρίων (του Θεού, του Χριστού, της Εκκλησίας) στην κοινωνιακή τους ενότητα, την αγιοπνευματική.
11. Συμπερασματικά: από συστηματική άποψη η εκκλησιολογία μας δεν μπορεί να είναι απλά «ευχαριστιακή» (όπως είναι στην Ανατολή μέχρι τώρα) αλλά ταυτόχρονα «ευχαριστιακή και κοινωνιακή». «Πρώτος και Συνοδικότητα» συνάπτονται διαλεκτικά μεταξύ τους, συνεργειακά ασφαλώς αλλά κατά τρόπο ασύμμετρο (λόγω του extra nos της χάριτος).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Εδώ αναφερόμαστε στην εκκλησιολογία (στο «είναι» της Εκκλησίας) και όχι απλά στο κανονικό δίκαιο (στην «ευταξία» της Εκκλησίας, στο «ευ είναι» της). Η αναφορά μας αυτή προϋποθέτει μια μυστηριακή, «προσωποκεντρική» προσέγγιση τηγς Εκκλησίας ως «Εκκλησίας» και όχι απλά μια θεσμική και «φυσιοκεντρική» προσέγγιση (ως απλού θρησκευτικού θεσμού).
[2] Θα μπορούσαμε να πούμε απλά ότι η αυθεντική «Συνοδικότητα» μοιάζει με μια κυκλική διάταξη των Εκκλησιών γύρω από ένα κοινωνιακό κέντρο αυθεντίας, την «πρώτη» μεταξύ των Εκκλησιών αυτών (primus sine paribus). Ο «Συνοδισμός» (Konziliarismus) αντίθετα είναι μια παράλληλη διάταξη Εκκλησιών στον χώρο χωρίς κοινωνιακό κέντρο (primus inter pares)
[3] Η καλώς διατεταγμένη Συνοδικότητα και κοινωνία. Όχι ο άτακτος Συνοδισμός !!
4. ΔΙΑΚΟΝΙΣΣΕΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΧΙΛΙΕΤΙΑ
ΜΕ ΕΙΔΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΓ. ΝΟΝΝΑ
Δρ. αδελφή Θεολογία (Αδαμτζίλογλου)
Δημόσια ανοιχτή διάλεξη του Κέντρου Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών "Μητρ. Παντελεήμων Παπαγεωργίου" (CEMES), με γενικότερο θέμα την "Ορατή Ενότητα της Εκκλησίας του Χριστού", και κεντρική ομιλήτρια την αδελφή Θεολογία. Την συζήτηση συντονίζει ο Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης και στη συζήτηση μετέχουν η Δρ. Σπυριδούλα Αθανασοπούλου-Κυπρίου και η Δρ. Αικατερίνη Δροσιά
Η εισήγηση της αδ. Θεολογίας είναι:
Η εισήγηση της αδ. Θεολογίας είναι:
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
Παρέμβαση Ομότ. καθ. Πέτρου Βασιλειάδη:
Αυτή η πανοραμική παρουσίαση της αδ. Θεολογίας μας έδωσε μια εικόνα του πως η Εκκλησία μας κατανόησε και εφάρμοσε, στην λειτουργική και κοινωνική της ζωή την πρώτη χιλιετία, την χριστιανική πίστη με βάση το ευαγγέλιο του Χριστού. Εγώ θα περιοριστώ στην βιβλική θεμελίωση της χριστιανικής θεώρησης των γυναικών.
Είναι αλήθεια ότι η ιστορία του Ιησού γράφτηκε από άνδρες, δεν είναι μόνο όμως για τους άνδρες. Η στάση, όμως, του Ιησού απέναντι στις γυναίκες, που έζησε σε μια ιουδαϊκή κοινωνία που ήταν βαθύτατα πατριαρχική, έρχεται σε εντυπωσιακή αντίθεση με τον πολιτισμό της εποχής του.
Θα αναφερθώ σε συγκεκριμένες μαρτυρίες που αναφέρονται στις διηγήσεις της σταυρώσεως, της ταφής, και κυρίως της αναστάσεως του Χριστού: Γράφει χαρακτηριστικά το αρχαιότερο ευαγγέλιο (το κατά Μάρκον): «Ησαν δὲ καὶ γυναῖκες ἀπὸ μακρόθεν θεωροῦσαι, ἐν αἷς ἦν καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ ᾿Ιακώβου τοῦ μικροῦ καὶ ᾿Ιωσῆ μήτηρ, καὶ Σαλώμη, αἳ καὶ ὅτε ἦν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ ἠκολούθουν αὐτῷ καὶ διηκόνουν αὐτῷ, καὶ ἄλλαι πολλαὶ αἱ συναναβᾶσαι αὐτῷ εἰς ῾Ιεροσόλυμα», Mκ 15:40-41 παρ. Το ίδιο περιγράφουν και τα άλλα ευαγγέλια αναφορικά με την σταύρωση.
Και για την ταφή του: «ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ᾿Ιωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται» (Μκ 15:47, Μτ 27:61). Τέλος, Μαρία η Μαγδαληνή είναι μια από τις πρώτες μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού (Mκ 16:1–8; Mτ 28:9; Λκ 24:1–12), στο κατά Ιωάννην μάλιστα η πρώτη (Ιω 20:14–18). Και όταν όλοι οι μετέπειτα κυρίαρχοι άρρενες μαθητές και απόστολοι του Κυρίου δίσταζαν να πιστέψουν, η Μαγδαληνή «πορευθεῖσα ἀπήγγειλε τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι ….κἀκεῖνοι….ἠπίστησαν» (Μκ 16:10-11 παρ.) Ακόμη παραστατικότερα ο Λουκάς αναφέρει ότι τις ληδορούσαν! (καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς» (Λκ 24:11). Σ
Στο κατά Λουκάν αναφέρονται μαρτυρίες γυναικών και κατά την δημόσια δράση του Ιησού, Στην αρχή του 8ου κεφ. περιγράφεται ότι ο Ιησούς «διώδευε κατὰ πόλιν καὶ κώμην κηρύσσων…εὐαγγελιζόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ δώδεκα σὺν αὐτῷ, καὶ γυναῖκες τινες …. αἵτινες διηκόνουν αὐτῷ ἀπὸ τῶν ὑπαρχόντων αὐταῖς. (Λκ 8:1-3).
Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό υπό το πρίσμα του ότι η μαρτυρία της γυναίκας δεν είχε ισχύ ενώπιον του δικαστηρίου και γίνεται ακόμα σημαντικότερο από τις πληροφορίες ότι οι άνδρες μαθητές του Ιησού αδυνατούν να πιστέψουν το γεγονός της Ανάστασης και τη μαρτυρία των γυναικών.
Βέβαια, η ανατρεπτική εικόνα σχετικά με τη στάση του Ιησού στην Κ.Δ. απέναντι στις γυναίκες αναιρείται με την εκλογή των δώδεκα (ανδρών) αποστόλων. Η σύγχρονη όμως βιβλική επιστήμη έχει αποδείξει πως υπήρχαν και ευάριθμες γυναίκες μαθήτριες του Ιησού. Θυμηθείτε το «καὶ ἄλλαι πολλαὶ αἱ συναναβᾶσαι αὐτῷ εἰς ῾Ιεροσόλυμα» (Mκ 15:41 παρ). Από πού προέκυψαν τόσες πολλές γυναίκες; Θα πρέπει επομένως να ξαναδιαβάσουμε τα Ευαγγέλια και να φανταστούμε κυριολεκτικά κάθε σκηνή του έργου του Ιησού.
Στην περικοπή, λοιπόν, της αποστολής των μαθητών από τον Ιησού να κηρύξουν το μήνυμα της Βασιλείας του Θεού, με την ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού, ο Μάρκος αναφέρει στο 6ο κεφάλαιο: «καὶ προσκαλεῖται τοὺς δώδεκα, καὶ ἤρξατο αὐτοὺς ἀποστέλλειν δύο δύο (6,7). Η αναφορά δύο-δύο στην Βίβλο πάνυοτε εκλαμβάνεται ως άνδρας και γυναίκα. Θυμηθείτε την ιστορία του Νώε «ἄρσεν καὶ θῆλυ…» έμπαιναν στην Κιβωτό (Γεν 6,18-7,15. Στην διήγηση επομένως της αποστολής των μαθητών του Χριστού το «δύο-δύο» σημαίνει, ένας άνδρας απόστολος και μια γυναίκα μαθήτρια απόστολος.
Ο Λουκάς μας διασώζει και ένα άλλο κείμενο που μιλά, έστω έμμεσα, για την ύπαρξη στον κύκλο του Ιησού και μαθήτριες. Είναι η γνωστή ιστορία της Μάρθας και της Μαρίας (10,38-42): «Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ' αὐτῆς».
Θα πει κανείς, ερμηνεύοντας επιφανειακά τον Απόστολο Παύλο, ότι στα γραπτά του είναι εμφανής η υποβάθμιση του ρόλου των γυναικών, ακόμη και η υποταγή των. Και τα χωρία στα οποία κατά κύριο λόγο στηρίχθηκε αυτή η εσφαλμένη ερμηνεία είναι: το Α΄ Κορ 14:34εξ, το Α΄ Τιμ 2:13, και κυρίως οι περίφημοι κώδικες οικογενειακής συμπεριφοράς (Haustafeln, Κολ 3:18, Εφ 5:22 κλπ.), Υποστηρίζονταν επομένως, πως το γνωστό χωρίο της προς Γαλάτας «ουκ ένι άρσεν και θήλυ» (2:28) αποτελεί εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Και ήταν αυτά τα χωρία που έδωσαν αφορμή ώστε να θεωρηθεί μισογύνης, ότι δεν αντιστάθηκε στο κοινωνικοπολιτικό καθεστώς της εποχής του, και η μετέπειτα χριστιανοσύνη ανέχτηκε άδικους κοινωνικούς θεσμούς και δομές, κυρίως αναφορικά με τις γυναίκες.
Ούτε, όμως, το χωρίο της προς Γαλάτας, ούτε εκείνα της ακριβώς αντίθετης άποψης, θεωρούνται σήμερα προσδιοριστικά της παύλειας συμβολής στην περί της θέσης και του ρόλου των γυναικών στην εκκλησία και την χριστιανική κοινωνία. Το πρώτο, γιατί αποτελεί προ-παύλεια βαπτισματική ομολογία, την οποία ο απόστολος των εθνών υιοθετεί μεν, αλλά παρέλαβε από την προ αυτού αρχέγονη κοινότητα. Τα υπόλοιπα, γιατί απλούστατα προέρχονται από την μεταγενέστερη δευτερο-παύλεια γραμματεία. Όλα εκτός από ένα: το Α΄ Κορ 14:33β–35 («αἱ γυναῖκες ὑμῶν ἐν ταῖς ἐκκλησίαις σιγάτωσαν· οὐ γὰρ ἐπιτέτραπται αὐταῖς λαλεῖν, ἀλλ᾿ ὑποτάσσεσθαι»». Προφανώς ο συντάκτης αυτής της προσθήκης βασίζεται στο Γεν 3,16: «καὶ πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, καὶ αὐτός σου κυριεύσει».
Το χωρίο αυτό της Α΄ Κορ (14:33β–35) είναι το μοναδικό της κανονικής πρωτο-παύλειας γραμματείας, που όμως βρίσκεται σε καταφανή αναντιστοιχία προς το σύνολο της επιστολής. Και φυσικά, την μαρτυρία ενεργού παρουσίας γυναικών στις λατρευτικές συνάξεις της Κορίνθου, στην οποία διεξοδικά αναφέρεται ο απόστολος στο 11ο κεφ (στίχοι 2-16), και για την οποία συνέταξε διδακτορική διατριβή η αδ. Θεολογία.. Επί πλέον, διασπά και την ενότητα της περικοπής του 14ου κεφ, ο ειρμός της οποίας επανέρχεται ακριβώς μετά το τέλος της. Επί πλέον υπάρχουν χειρόγραφα (D, F, G, it, Αμβροσιαστής κλπ), που τοποθετούν το χωρίο μετά τον στίχο 40, στο τέλος δηλαδή της περί προφητείας και γλωσσολαλίας εκτενούς αναφοράς του Παύλου. Όλα αυτά οδήγησαν τους ερμηνευτές στο αδιαφιλονίκητο συμπέρασμα, πως το εν λόγω χωρίο αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη, αντιγραφική δηλαδή γλώσσα στο αρχικό κείμενο της επιστολής.
Αυτό, όμως, που άλλαξε ριζικά την κατάσταση στην βιβλική έρευνα αναφορικά με τη θέση των γυναικών, ήταν η ανακάλυψη της σημασίας του 16ου κεφ. της προς Ρωμαίους επιστολής, της εκτενέστερης της Κ.Δ., στην οποία βρίσκουμε και την πληρέστερη έκθεση του παύλειου ευαγγελίου. Στο Ρωμ 16:1-2, λοιπόν, ο Παύλος συνιστά στους Ρωμαίους. κάποια γυναίκα που ονομάζεται Φοίβη από το λιμάνι της μεγαλούπολης της Κορίνθου, τις Κεχραιές: «συνίστημι Φοίβην τὴν ἀδελφὴν ἡμῶν, οὖσαν διάκονον τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν Κεγχρεαῖς» (1-2), με την προσθήκη μάλιστα «προστάτις πολλῶν ἐγενήθη καὶ αὐτοῦ ἐμοῦ». Σημειώστε ότι αυτή χαρακτηρίζεται διάκονος, και παρόλο που εκείνη την εποχή οι «διάκονοι» δεν ήταν επίσημοι λειτουργικοί θεσμοί, κάτι που γίνεται σε μεταγενέστερο στάδιο στην πρώτη Εκκλησία, η Φοίβη πρέπει να ήταν μια εξέχουσα ηγετική φυσιογνωμία της εκκλησίας της Κορίνθου.
Λίγο πιο κάτω, στο Ρωμ 16:3-4, ο Παύλος χαιρετά την Πρίσκα και τον Ακύλα, μια γυναίκα και το σύζυγό της. «Πρίσκαν (καὶ ᾿Ακύλαν) τοὺς συνεργοὺς μου ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ» (16,3). Εδώ η γυναίκα προηγείται στην περιγραφή του ανδρός της, σε αντίθεση με την αρχαία πρακτική, κάτι που ενδέχεται να σημαίνει ότι η Πρίσκα ηγείτο της «κατ᾿ οἶκον αὐτῶν ἐκκλησία(ς)» (16:4). Και μάλιστα στις Πράξεις αναφέρεται ότι η Πρίσκα και ο σύζυγός της «προσελάβοντο (τον Απολλώ) καὶ ἀκριβέστερον αὐτῷ ἐξέθεντο τὴν ὁδὸν τοῦ Θεοῦ» (18:26). Σε κάθε περίπτωση, ο Παύλος τους ονομάζει «συνεργούς», έναν τίτλο που στις γνήσιες επιστολές του αποδίδει σε σημαντικούς ηγέτες της Εκκλησίας, στον Απολλώ, (Α΄ Κορ 3: 9), στον Τίτο (Β΄ Κορ 8:23), στον Τιμόθεο (Α΄ Θεσ 3:2).
Αλλά και στο στίχο Ρωμ 16.6 υπάρχει ασπασμός σε κάποιαν «Μαριάμ, ἥτις πολλὰ ἐκοπίασεν εἰς ἡμᾶς», την οποία ορισμένοι ταυτίζουν με την Μαρία την Μαγδαληνή. Το ρήμα που χρησιμοποιείται (κοπιάν) επαναλαμβάνεται δις και στη συνέχεια (στίχ. 12-13) και για άλλες τρεις γυναίκες «Τρύφαιναν καὶ Τρυφῶσαν τὰς κοπιώσας ἐν Κυρίῳ». Kαι λίγο πιο κάτω «Περσίδα τὴν ἀγαπητήν, ἥτις πολλὰ ἐκοπίασεν ἐν Κυρίῳ». Όλα αυτά είναι ενδεικτικά της γυναικείας συμμετοχής στην ηγεσία, διαχείριση και διακονία της αρχέγονης Εκκλησίας.
Το σημαντικότερο όμως χωρίο είναι ο στίχος Ρωμ 16.7, που αναφέρεται στην «απόστολο» Ιουνία. Εκεί ο Παύλος χαιρετά δύο άτομα, που είχαν εξέχουσα θέση μεταξύ των αποστόλων (οἵτινές εἰσιν ἐπίσημοι ἐν τοῖς ἀποστόλοις). Το ένα από αυτά τα δυο άτομα είναι άνδρας, ο Ανδρόνικος. Το άλλο, όμως, που και αυτό ήταν «απόστολος», και μάλιστα πριν από τον Παύλο («οἳ καὶ πρὸ ἐμοῦ γεγόνασιν ἐν Χριστῷ» (16,7), οι περισσότερες παλαιότερες δυτικές μεταφράσεις το απέδιδαν σε άνδρα, ένα όνομα αρσενικού γένους, παντελώς όμως αμάρτυρο στην αρχαιότητα. Σήμερα είναι ομόφωνα αποδεκτό στην επιστημονική κοινότητα, ότι πρόκειται για θηλυκού γένους όνομα (Ιουνίαν, όχι Ιουνιάν, λόγω της ατονικής μεγαλογράμματης των αρχαιότερων χειρογράφων) και στην Ορθόδοξη λειτουργική παράδοση από την αρχή τιμάται ως αγία. Έχουμε δηλαδή μία πλέον απόδειξη, ότι σε ένα πρώιμο στάδιο στην αρχέγονη χριστιανική παράδοση και στις γυναίκες αποδίδονταν ο όρος απόστολο.
Πληροφοριακά, να αναφέρω και μια μαρτυρία από τον 6ο μ.Χ., του Πατριάρχη Αντιοχείας Γρηγορίου, ο οποίος στον έπαινο των μυροφόρων γυναικών αναφέρει επί λέξει τα λόγια του αναστάντος Κυρίου: «Απαγγείλατε τοις εμοίς μαθηταίς άπερ υμείς εθεάσασθε μυστήρια. Πρώτοι γίνεσθε των διδασκάλων διδάσκαλοι. Μαθέτω Πέτρος ο αρνησάμενός με, ότι δύναμαι και γυναίκας αποστόλους χειροτονείν».
Συμπερασματικά, στο πρώτο μισό περίπου του α΄ μ.Χ. αι. δεν ίσχυε το «γυναικὶ δὲ διδάσκειν οὐκ ἐπιτρέπω, οὐδὲ αὐθεντεῖν ἀνδρός, ἀλλ᾿ εἶναι ἐν ἡσυχίᾳ» (Α΄ Τιμ 2:12). Στις εκκλησιαστικές κοινότητες κανείς και καμιά δεν αποκλείονταν, και όσοι επιλέγονταν να ηγηθούν (στην ουσία να διακονήσουν) το σώμα της Εκκλησίας αυτοί επιλέγονταν όχι με βάση το βιολογικό τους φύλο, αλλά τα πνευματικά τους χαρίσματα (Α΄ Κορ 12:4–11). Και κάτι τέτοιο διακρίνουμε και στην περίπτωση του θεσμού των διακονισσών, ζωντανού περισσότερο και για περισσότερο χρόνο στην Ορθόδοξη Ανατολική παράδοση
Για την ανασύσταση του θεσμού των διακονισσών, αλλά και την αποκατάσταση του κύρους των γυναικών και του γενικότερου εκκλησιαστικού τους ρόλου, σημαντικές είναι και οι πρόσφατες μαρτυρίες της αρχαίας χριστιανικής τέχνης, που αποδεικνύουν ότι οι γυναίκες διαδραμάτιζαν πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην ηγεσία και την λατρεία της Εκκλησίας, από ό,τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα. Στα έργα αυτά τέχνης οι χριστιανές γυναίκες ήταν παρούσες με ηγετικό ρόλο στους τόπους λατρείας των εκκλησιών. Γιατί είναι τόσο σημαντική η τέχνη τους πρώτους αιώνες; Γιατί ουσιαστικά δεν διασώθηκαν λειτουργικά χειρόγραφα πριν από τον 8ο αιώνα. Με δεδομένο αυτό το μεγάλο κενό στις γραπτές μαρτυρίες, αυτά τα έργα τέχνης αποτελούν πολύτιμα παράθυρα, μέσω των οποίων μπορούμε να δούμε την παλαιοχριστιανική λειτουργία, όπως αναφέρει σε σχετικό της άρθρο η Dr. Ally Kateusz, που μετέφρασα και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Θεολογία. τομ. 31, σελ.237-257.
Τα αρχαιότερα έργα τέχνης απεικονίζουν γυναίκες να επιτελούν λειτουργικές πράξεις στην Αγία Τράπεζα σε πραγματικές εκκλησίες.
Επομένως, το οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ», στο Γαλ. 3:28, βασίζεται σε ένα πρότυπο, κατά το οποίο οι μαθητές του Ιησού τόσο εξ ιουδαίων όσο και οι εξ εθνών, τόσο δούλοι, όσο και ελεύθεροι, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες προΐσταντο των ευχαριστιακών λατρευτικών συνάξεων. Αφού «πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ».
Οι αδιαφιλονίκητες μαρτυρίες γυναικών περί την Αγία Τράπεζα ιστορικά επιβεβαιωμένων ευκτήριων οίκων, οδηγεί στο συμπέρασμα για την αναγκαιότητα επανασύσταση του παραδοσιακού θεσμού των διακονισσών. Με βάση όχι μόνον των βιβλικών, αλλά και των ιστορικών και αρχαιολογικών μαρτυριών περί του ηγετικού λειτουργικού ρόλου των γυναικών από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες μέχρι και τον 6ο μ.Χ. αι. η παράδοση αυτή της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας πρέπει να αναβιώσει το συντομότερο. Αφού τόσο οι βιβλικές, όσο και οι αρχαιολογικές, μαρτυρίες των πρώτων χριστιανικών χρόνων αδιαφιλονίκητα το πιστοποιούν.
Αυτό μαρτυρείται και σε πολύ μεταγενέστερους ύμνους. Το Αναστάσιμο απολυτίκιο του δ' ήχου («Το φαιδρόν της Αναστάσεως») οι γυναίκες ήταν που ανήγγειλαν «καυχώμεναι» το χαρμόσυνο μήνυμα είναι Αναστάσεως του Χριστούστους απιστούντες άρρενες μαθητές του Χριστού. Και μάλιστα «την προγονικήν απόφασιν απορρίψασαι», το να μη μιλούν δηλαδή και να διδάσκουν, αλλά να ακούν και να διδάσκονται από τους άνδρες, όπως ήταν επέβαλαν από αρχαιοτάτων χρόνων οι κανόνες κοινωνικής και οικογενειακής συμπεριφοράς. Και αυτό, παρά τις προσπάθειες των Πατέρων της Εκκλησίας μας, όπως ο Άγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος, που έγραψε το περίφημο: «άνδρες οι νομοθετούντες και κατά γυναικών αι νομοθεσίαι».
Αυτή η πανοραμική παρουσίαση της αδ. Θεολογίας μας έδωσε μια εικόνα του πως η Εκκλησία μας κατανόησε και εφάρμοσε, στην λειτουργική και κοινωνική της ζωή την πρώτη χιλιετία, την χριστιανική πίστη με βάση το ευαγγέλιο του Χριστού. Εγώ θα περιοριστώ στην βιβλική θεμελίωση της χριστιανικής θεώρησης των γυναικών.
Είναι αλήθεια ότι η ιστορία του Ιησού γράφτηκε από άνδρες, δεν είναι μόνο όμως για τους άνδρες. Η στάση, όμως, του Ιησού απέναντι στις γυναίκες, που έζησε σε μια ιουδαϊκή κοινωνία που ήταν βαθύτατα πατριαρχική, έρχεται σε εντυπωσιακή αντίθεση με τον πολιτισμό της εποχής του.
Θα αναφερθώ σε συγκεκριμένες μαρτυρίες που αναφέρονται στις διηγήσεις της σταυρώσεως, της ταφής, και κυρίως της αναστάσεως του Χριστού: Γράφει χαρακτηριστικά το αρχαιότερο ευαγγέλιο (το κατά Μάρκον): «Ησαν δὲ καὶ γυναῖκες ἀπὸ μακρόθεν θεωροῦσαι, ἐν αἷς ἦν καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ ᾿Ιακώβου τοῦ μικροῦ καὶ ᾿Ιωσῆ μήτηρ, καὶ Σαλώμη, αἳ καὶ ὅτε ἦν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ ἠκολούθουν αὐτῷ καὶ διηκόνουν αὐτῷ, καὶ ἄλλαι πολλαὶ αἱ συναναβᾶσαι αὐτῷ εἰς ῾Ιεροσόλυμα», Mκ 15:40-41 παρ. Το ίδιο περιγράφουν και τα άλλα ευαγγέλια αναφορικά με την σταύρωση.
Και για την ταφή του: «ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ᾿Ιωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται» (Μκ 15:47, Μτ 27:61). Τέλος, Μαρία η Μαγδαληνή είναι μια από τις πρώτες μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού (Mκ 16:1–8; Mτ 28:9; Λκ 24:1–12), στο κατά Ιωάννην μάλιστα η πρώτη (Ιω 20:14–18). Και όταν όλοι οι μετέπειτα κυρίαρχοι άρρενες μαθητές και απόστολοι του Κυρίου δίσταζαν να πιστέψουν, η Μαγδαληνή «πορευθεῖσα ἀπήγγειλε τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι ….κἀκεῖνοι….ἠπίστησαν» (Μκ 16:10-11 παρ.) Ακόμη παραστατικότερα ο Λουκάς αναφέρει ότι τις ληδορούσαν! (καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς» (Λκ 24:11). Σ
Στο κατά Λουκάν αναφέρονται μαρτυρίες γυναικών και κατά την δημόσια δράση του Ιησού, Στην αρχή του 8ου κεφ. περιγράφεται ότι ο Ιησούς «διώδευε κατὰ πόλιν καὶ κώμην κηρύσσων…εὐαγγελιζόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ δώδεκα σὺν αὐτῷ, καὶ γυναῖκες τινες …. αἵτινες διηκόνουν αὐτῷ ἀπὸ τῶν ὑπαρχόντων αὐταῖς. (Λκ 8:1-3).
Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό υπό το πρίσμα του ότι η μαρτυρία της γυναίκας δεν είχε ισχύ ενώπιον του δικαστηρίου και γίνεται ακόμα σημαντικότερο από τις πληροφορίες ότι οι άνδρες μαθητές του Ιησού αδυνατούν να πιστέψουν το γεγονός της Ανάστασης και τη μαρτυρία των γυναικών.
Βέβαια, η ανατρεπτική εικόνα σχετικά με τη στάση του Ιησού στην Κ.Δ. απέναντι στις γυναίκες αναιρείται με την εκλογή των δώδεκα (ανδρών) αποστόλων. Η σύγχρονη όμως βιβλική επιστήμη έχει αποδείξει πως υπήρχαν και ευάριθμες γυναίκες μαθήτριες του Ιησού. Θυμηθείτε το «καὶ ἄλλαι πολλαὶ αἱ συναναβᾶσαι αὐτῷ εἰς ῾Ιεροσόλυμα» (Mκ 15:41 παρ). Από πού προέκυψαν τόσες πολλές γυναίκες; Θα πρέπει επομένως να ξαναδιαβάσουμε τα Ευαγγέλια και να φανταστούμε κυριολεκτικά κάθε σκηνή του έργου του Ιησού.
Στην περικοπή, λοιπόν, της αποστολής των μαθητών από τον Ιησού να κηρύξουν το μήνυμα της Βασιλείας του Θεού, με την ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού, ο Μάρκος αναφέρει στο 6ο κεφάλαιο: «καὶ προσκαλεῖται τοὺς δώδεκα, καὶ ἤρξατο αὐτοὺς ἀποστέλλειν δύο δύο (6,7). Η αναφορά δύο-δύο στην Βίβλο πάνυοτε εκλαμβάνεται ως άνδρας και γυναίκα. Θυμηθείτε την ιστορία του Νώε «ἄρσεν καὶ θῆλυ…» έμπαιναν στην Κιβωτό (Γεν 6,18-7,15. Στην διήγηση επομένως της αποστολής των μαθητών του Χριστού το «δύο-δύο» σημαίνει, ένας άνδρας απόστολος και μια γυναίκα μαθήτρια απόστολος.
Ο Λουκάς μας διασώζει και ένα άλλο κείμενο που μιλά, έστω έμμεσα, για την ύπαρξη στον κύκλο του Ιησού και μαθήτριες. Είναι η γνωστή ιστορία της Μάρθας και της Μαρίας (10,38-42): «Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ' αὐτῆς».
Θα πει κανείς, ερμηνεύοντας επιφανειακά τον Απόστολο Παύλο, ότι στα γραπτά του είναι εμφανής η υποβάθμιση του ρόλου των γυναικών, ακόμη και η υποταγή των. Και τα χωρία στα οποία κατά κύριο λόγο στηρίχθηκε αυτή η εσφαλμένη ερμηνεία είναι: το Α΄ Κορ 14:34εξ, το Α΄ Τιμ 2:13, και κυρίως οι περίφημοι κώδικες οικογενειακής συμπεριφοράς (Haustafeln, Κολ 3:18, Εφ 5:22 κλπ.), Υποστηρίζονταν επομένως, πως το γνωστό χωρίο της προς Γαλάτας «ουκ ένι άρσεν και θήλυ» (2:28) αποτελεί εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Και ήταν αυτά τα χωρία που έδωσαν αφορμή ώστε να θεωρηθεί μισογύνης, ότι δεν αντιστάθηκε στο κοινωνικοπολιτικό καθεστώς της εποχής του, και η μετέπειτα χριστιανοσύνη ανέχτηκε άδικους κοινωνικούς θεσμούς και δομές, κυρίως αναφορικά με τις γυναίκες.
Ούτε, όμως, το χωρίο της προς Γαλάτας, ούτε εκείνα της ακριβώς αντίθετης άποψης, θεωρούνται σήμερα προσδιοριστικά της παύλειας συμβολής στην περί της θέσης και του ρόλου των γυναικών στην εκκλησία και την χριστιανική κοινωνία. Το πρώτο, γιατί αποτελεί προ-παύλεια βαπτισματική ομολογία, την οποία ο απόστολος των εθνών υιοθετεί μεν, αλλά παρέλαβε από την προ αυτού αρχέγονη κοινότητα. Τα υπόλοιπα, γιατί απλούστατα προέρχονται από την μεταγενέστερη δευτερο-παύλεια γραμματεία. Όλα εκτός από ένα: το Α΄ Κορ 14:33β–35 («αἱ γυναῖκες ὑμῶν ἐν ταῖς ἐκκλησίαις σιγάτωσαν· οὐ γὰρ ἐπιτέτραπται αὐταῖς λαλεῖν, ἀλλ᾿ ὑποτάσσεσθαι»». Προφανώς ο συντάκτης αυτής της προσθήκης βασίζεται στο Γεν 3,16: «καὶ πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, καὶ αὐτός σου κυριεύσει».
Το χωρίο αυτό της Α΄ Κορ (14:33β–35) είναι το μοναδικό της κανονικής πρωτο-παύλειας γραμματείας, που όμως βρίσκεται σε καταφανή αναντιστοιχία προς το σύνολο της επιστολής. Και φυσικά, την μαρτυρία ενεργού παρουσίας γυναικών στις λατρευτικές συνάξεις της Κορίνθου, στην οποία διεξοδικά αναφέρεται ο απόστολος στο 11ο κεφ (στίχοι 2-16), και για την οποία συνέταξε διδακτορική διατριβή η αδ. Θεολογία.. Επί πλέον, διασπά και την ενότητα της περικοπής του 14ου κεφ, ο ειρμός της οποίας επανέρχεται ακριβώς μετά το τέλος της. Επί πλέον υπάρχουν χειρόγραφα (D, F, G, it, Αμβροσιαστής κλπ), που τοποθετούν το χωρίο μετά τον στίχο 40, στο τέλος δηλαδή της περί προφητείας και γλωσσολαλίας εκτενούς αναφοράς του Παύλου. Όλα αυτά οδήγησαν τους ερμηνευτές στο αδιαφιλονίκητο συμπέρασμα, πως το εν λόγω χωρίο αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη, αντιγραφική δηλαδή γλώσσα στο αρχικό κείμενο της επιστολής.
Αυτό, όμως, που άλλαξε ριζικά την κατάσταση στην βιβλική έρευνα αναφορικά με τη θέση των γυναικών, ήταν η ανακάλυψη της σημασίας του 16ου κεφ. της προς Ρωμαίους επιστολής, της εκτενέστερης της Κ.Δ., στην οποία βρίσκουμε και την πληρέστερη έκθεση του παύλειου ευαγγελίου. Στο Ρωμ 16:1-2, λοιπόν, ο Παύλος συνιστά στους Ρωμαίους. κάποια γυναίκα που ονομάζεται Φοίβη από το λιμάνι της μεγαλούπολης της Κορίνθου, τις Κεχραιές: «συνίστημι Φοίβην τὴν ἀδελφὴν ἡμῶν, οὖσαν διάκονον τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν Κεγχρεαῖς» (1-2), με την προσθήκη μάλιστα «προστάτις πολλῶν ἐγενήθη καὶ αὐτοῦ ἐμοῦ». Σημειώστε ότι αυτή χαρακτηρίζεται διάκονος, και παρόλο που εκείνη την εποχή οι «διάκονοι» δεν ήταν επίσημοι λειτουργικοί θεσμοί, κάτι που γίνεται σε μεταγενέστερο στάδιο στην πρώτη Εκκλησία, η Φοίβη πρέπει να ήταν μια εξέχουσα ηγετική φυσιογνωμία της εκκλησίας της Κορίνθου.
Λίγο πιο κάτω, στο Ρωμ 16:3-4, ο Παύλος χαιρετά την Πρίσκα και τον Ακύλα, μια γυναίκα και το σύζυγό της. «Πρίσκαν (καὶ ᾿Ακύλαν) τοὺς συνεργοὺς μου ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ» (16,3). Εδώ η γυναίκα προηγείται στην περιγραφή του ανδρός της, σε αντίθεση με την αρχαία πρακτική, κάτι που ενδέχεται να σημαίνει ότι η Πρίσκα ηγείτο της «κατ᾿ οἶκον αὐτῶν ἐκκλησία(ς)» (16:4). Και μάλιστα στις Πράξεις αναφέρεται ότι η Πρίσκα και ο σύζυγός της «προσελάβοντο (τον Απολλώ) καὶ ἀκριβέστερον αὐτῷ ἐξέθεντο τὴν ὁδὸν τοῦ Θεοῦ» (18:26). Σε κάθε περίπτωση, ο Παύλος τους ονομάζει «συνεργούς», έναν τίτλο που στις γνήσιες επιστολές του αποδίδει σε σημαντικούς ηγέτες της Εκκλησίας, στον Απολλώ, (Α΄ Κορ 3: 9), στον Τίτο (Β΄ Κορ 8:23), στον Τιμόθεο (Α΄ Θεσ 3:2).
Αλλά και στο στίχο Ρωμ 16.6 υπάρχει ασπασμός σε κάποιαν «Μαριάμ, ἥτις πολλὰ ἐκοπίασεν εἰς ἡμᾶς», την οποία ορισμένοι ταυτίζουν με την Μαρία την Μαγδαληνή. Το ρήμα που χρησιμοποιείται (κοπιάν) επαναλαμβάνεται δις και στη συνέχεια (στίχ. 12-13) και για άλλες τρεις γυναίκες «Τρύφαιναν καὶ Τρυφῶσαν τὰς κοπιώσας ἐν Κυρίῳ». Kαι λίγο πιο κάτω «Περσίδα τὴν ἀγαπητήν, ἥτις πολλὰ ἐκοπίασεν ἐν Κυρίῳ». Όλα αυτά είναι ενδεικτικά της γυναικείας συμμετοχής στην ηγεσία, διαχείριση και διακονία της αρχέγονης Εκκλησίας.
Το σημαντικότερο όμως χωρίο είναι ο στίχος Ρωμ 16.7, που αναφέρεται στην «απόστολο» Ιουνία. Εκεί ο Παύλος χαιρετά δύο άτομα, που είχαν εξέχουσα θέση μεταξύ των αποστόλων (οἵτινές εἰσιν ἐπίσημοι ἐν τοῖς ἀποστόλοις). Το ένα από αυτά τα δυο άτομα είναι άνδρας, ο Ανδρόνικος. Το άλλο, όμως, που και αυτό ήταν «απόστολος», και μάλιστα πριν από τον Παύλο («οἳ καὶ πρὸ ἐμοῦ γεγόνασιν ἐν Χριστῷ» (16,7), οι περισσότερες παλαιότερες δυτικές μεταφράσεις το απέδιδαν σε άνδρα, ένα όνομα αρσενικού γένους, παντελώς όμως αμάρτυρο στην αρχαιότητα. Σήμερα είναι ομόφωνα αποδεκτό στην επιστημονική κοινότητα, ότι πρόκειται για θηλυκού γένους όνομα (Ιουνίαν, όχι Ιουνιάν, λόγω της ατονικής μεγαλογράμματης των αρχαιότερων χειρογράφων) και στην Ορθόδοξη λειτουργική παράδοση από την αρχή τιμάται ως αγία. Έχουμε δηλαδή μία πλέον απόδειξη, ότι σε ένα πρώιμο στάδιο στην αρχέγονη χριστιανική παράδοση και στις γυναίκες αποδίδονταν ο όρος απόστολο.
Πληροφοριακά, να αναφέρω και μια μαρτυρία από τον 6ο μ.Χ., του Πατριάρχη Αντιοχείας Γρηγορίου, ο οποίος στον έπαινο των μυροφόρων γυναικών αναφέρει επί λέξει τα λόγια του αναστάντος Κυρίου: «Απαγγείλατε τοις εμοίς μαθηταίς άπερ υμείς εθεάσασθε μυστήρια. Πρώτοι γίνεσθε των διδασκάλων διδάσκαλοι. Μαθέτω Πέτρος ο αρνησάμενός με, ότι δύναμαι και γυναίκας αποστόλους χειροτονείν».
Συμπερασματικά, στο πρώτο μισό περίπου του α΄ μ.Χ. αι. δεν ίσχυε το «γυναικὶ δὲ διδάσκειν οὐκ ἐπιτρέπω, οὐδὲ αὐθεντεῖν ἀνδρός, ἀλλ᾿ εἶναι ἐν ἡσυχίᾳ» (Α΄ Τιμ 2:12). Στις εκκλησιαστικές κοινότητες κανείς και καμιά δεν αποκλείονταν, και όσοι επιλέγονταν να ηγηθούν (στην ουσία να διακονήσουν) το σώμα της Εκκλησίας αυτοί επιλέγονταν όχι με βάση το βιολογικό τους φύλο, αλλά τα πνευματικά τους χαρίσματα (Α΄ Κορ 12:4–11). Και κάτι τέτοιο διακρίνουμε και στην περίπτωση του θεσμού των διακονισσών, ζωντανού περισσότερο και για περισσότερο χρόνο στην Ορθόδοξη Ανατολική παράδοση
Για την ανασύσταση του θεσμού των διακονισσών, αλλά και την αποκατάσταση του κύρους των γυναικών και του γενικότερου εκκλησιαστικού τους ρόλου, σημαντικές είναι και οι πρόσφατες μαρτυρίες της αρχαίας χριστιανικής τέχνης, που αποδεικνύουν ότι οι γυναίκες διαδραμάτιζαν πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην ηγεσία και την λατρεία της Εκκλησίας, από ό,τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα. Στα έργα αυτά τέχνης οι χριστιανές γυναίκες ήταν παρούσες με ηγετικό ρόλο στους τόπους λατρείας των εκκλησιών. Γιατί είναι τόσο σημαντική η τέχνη τους πρώτους αιώνες; Γιατί ουσιαστικά δεν διασώθηκαν λειτουργικά χειρόγραφα πριν από τον 8ο αιώνα. Με δεδομένο αυτό το μεγάλο κενό στις γραπτές μαρτυρίες, αυτά τα έργα τέχνης αποτελούν πολύτιμα παράθυρα, μέσω των οποίων μπορούμε να δούμε την παλαιοχριστιανική λειτουργία, όπως αναφέρει σε σχετικό της άρθρο η Dr. Ally Kateusz, που μετέφρασα και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Θεολογία. τομ. 31, σελ.237-257.
Τα αρχαιότερα έργα τέχνης απεικονίζουν γυναίκες να επιτελούν λειτουργικές πράξεις στην Αγία Τράπεζα σε πραγματικές εκκλησίες.
Επομένως, το οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ», στο Γαλ. 3:28, βασίζεται σε ένα πρότυπο, κατά το οποίο οι μαθητές του Ιησού τόσο εξ ιουδαίων όσο και οι εξ εθνών, τόσο δούλοι, όσο και ελεύθεροι, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες προΐσταντο των ευχαριστιακών λατρευτικών συνάξεων. Αφού «πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ».
Οι αδιαφιλονίκητες μαρτυρίες γυναικών περί την Αγία Τράπεζα ιστορικά επιβεβαιωμένων ευκτήριων οίκων, οδηγεί στο συμπέρασμα για την αναγκαιότητα επανασύσταση του παραδοσιακού θεσμού των διακονισσών. Με βάση όχι μόνον των βιβλικών, αλλά και των ιστορικών και αρχαιολογικών μαρτυριών περί του ηγετικού λειτουργικού ρόλου των γυναικών από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες μέχρι και τον 6ο μ.Χ. αι. η παράδοση αυτή της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας πρέπει να αναβιώσει το συντομότερο. Αφού τόσο οι βιβλικές, όσο και οι αρχαιολογικές, μαρτυρίες των πρώτων χριστιανικών χρόνων αδιαφιλονίκητα το πιστοποιούν.
Αυτό μαρτυρείται και σε πολύ μεταγενέστερους ύμνους. Το Αναστάσιμο απολυτίκιο του δ' ήχου («Το φαιδρόν της Αναστάσεως») οι γυναίκες ήταν που ανήγγειλαν «καυχώμεναι» το χαρμόσυνο μήνυμα είναι Αναστάσεως του Χριστούστους απιστούντες άρρενες μαθητές του Χριστού. Και μάλιστα «την προγονικήν απόφασιν απορρίψασαι», το να μη μιλούν δηλαδή και να διδάσκουν, αλλά να ακούν και να διδάσκονται από τους άνδρες, όπως ήταν επέβαλαν από αρχαιοτάτων χρόνων οι κανόνες κοινωνικής και οικογενειακής συμπεριφοράς. Και αυτό, παρά τις προσπάθειες των Πατέρων της Εκκλησίας μας, όπως ο Άγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος, που έγραψε το περίφημο: «άνδρες οι νομοθετούντες και κατά γυναικών αι νομοθεσίαι».
Η παρέμβαση της Δρ. κ. Σπυριδούλας Αθανασοπούλου-Κυπρίου
Στην παρέμβασή μου θα αναφερθώ στη σημασία της εισήγησης της αδελφής Θεολογίας. Η αδελφή Θεολογία μάς προσέφερε μια ιστορική παρουσίαση γυναικών διακόνων. Η περίοδος στην οποία αναφέρθηκε ήταν η πρώτη μ.Χ. χιλιετία 1000 κατά τη διάρκεια της οποίας πλήθος γυναικών διακόνων αναφέρονται στις πηγές με το όνομά τους. Η αδελφή Θεολογία μίλησε για τη ζωή, την παρρησία τους, τα θαύματά τους, το ήθος τους, το διδακτικό, ευαγγελικό και προφητικό έργο τους. Η αδελφή θεολογία αναφέρθηκε στις πηγές όπου υπάρχουν οι μαρτυρίες αυτές για τις διακόνισσες. Δεν υπάρχει αμφιβολία από ιστορική άποψη ότι υπήρχαν γυναίκες διάκονοι, όπως υπήρξαν γυναίκες ισαπόστολοι με γνωστότερη ισαπόστολο τη Μαρία τη Μαγδαληνή.
Επιπλέον, στην εισήγησή της η αδελφή Θεολογία δεν παρέλειψε να μας θυμίσει το χρέος που έχουμε να εκπαιδεύσουμε θεολογικά και να κατηχήσουμε τα μέλη της εκκλησίας. Πόσοι και πόσες γνωρίζουμε με το όνομα τους όλες αυτές τις γυναικείες μορφές που έχουν μέσα στην ιστορία διακονήσει την Εκκλησία; Τι γνωρίζουμε και σε ποιο βάθος για την ιστορία των χριστιανών γυναικών και βέβαια των γυναικών διακόνων;
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει ζωντανή συζήτηση για τον θεσμό των διακονισσών και βέβαια για την αναβίωση του θεσμού των διακονισσών. Νομίζω πως αξίζει να μάς προβληματίσει γενικά ο θεσμός της διακονίας όλων, ανδρών και γυναικών. Γενικά η διακονία έχει υποβαθμιστεί σε ένα σκαλοπάτι για την ιεροσύνη (όπως ακριβώς η άγαμη ιεροσύνη για την επισκοπεία –τα δύο τελευταία στάδια θεωρούνται κατά κάποιο τρόπο πιο σημαντικά αξιώματα χειροτονίας– ). Με άλλα λόγια, η διακονία υποβαθμίζεται στη συνείδηση ορισμένων σε μια υπο-ιεροσύνη, που σπάνια εκλαμβάνεται ως ένα ισόβιο ή μόνιμο αξίωμα. Δεδομένης της υποτίμησης της διακονίας ως σταδίου στην «εξέλιξη» των κληρικών της Εκκλησίας, φαίνεται ότι ορισμένοι θεωρούν πως η αναβίωση του θεσμού των διακονισσών σημαίνει ότι ανοίγει ο δρόμος για την ιεροσύνη των γυναικών. Αυτό λοιπόν που προέχει είναι γενικά η ανάδειξη του διακονικού χαρακτήρα της χριστιανικής πίστεως.
Τέλος θέλω να πω πόσο σημαντικό είναι να θυμόμαστε την ιστορία των γυναικών. Ο χώρος της πολιτικής θεολογίας και ειδικά στη φεμινιστική της εκδοχή, τονίζει τη σημασία της ερμηνευτικής της υποψίας και της ερμηνευτικής της μνήμης. Πιο συγκεκριμένα, πολιτικοί θεολόγοι (άνδρες και γυναίκες) που ενδιαφέρονται για τις σιωπηλές φωνές της ιστορίας, όπως είναι οι γυναικείες φωνές, έχουν ως σημείο εκκίνησης την πεποίθηση ότι γυναίκες υπήρξαν και έδρασαν στο παρελθόν. Το γεγονός ότι δεν αναφέρονται στην κρατούσα ιστορία δεν σημαίνει πως δεν υπήρξαν. Επιπλέον θεωρούν ότι χρέος μας είναι να αναδείξουμε τις «λησμονημένες» ιστορίες εκείνων που δεν είχαν την εξουσία να διατηρήσουν τη μνήμη τους. Η αδελφή Θεολογία στην εισήγησή της ανέφερε διακριτικά πως ενώ ανέμενε με ενδιαφέρον μεγάλο την ταινία για τον άγιο Νεκτάριο με τίτλο «Ο άνθρωπος του Θεού», τελικά διαπίστωσε πως δεν υπήρχε αναφορά στο γεγονός ότι ο άγιος χειροτόνησε διακόνισσες στην αρχή του 20ου αιώνα. Εγώ με τη σειρά μου θα κλείσω τη σύντομη παρέμβασή μου με μερικά ερωτήματα:
Γιατί αλήθεια το σενάριο της ταινίας παραλείπει αυτό το ιστορικό δεδομένο; Το κρύβουμε; Το λησμονούμε; Το απαξιώνουμε; Συνειδητά ή ασυνείδητα; Από φόβο, ανταγωνισμό, συμφέρον; Είναι αυτή η λήθη που καταλήγει σε παραχάραξη της ίδιας της Παράδοσης της Εκκλησίας, η σύγχρονη μαρτυρία της εκκλησίας που οραματίζεται έναν καλύτερο κόσμο, την Βασιλεία του Θεού;
Η παρέμβαση της Δρ. κ. Αικατερίνης Δροσιά:
Η Μαρία η Μαγδαληνή ανήκει στις πιο σημαντικές γυναικείες μορφές της Καινής Διαθήκης. Αν και οι αναφορές στο πρόσωπό της είναι περιορισμένες, η συμβολή της στην ιστορία του Χριστιανισμού είναι εξαιρετικά σημαντική. Προβάλλεται στα κανονικά κείμενα των ευαγγελίων ως Μυροφόρος και πιστή μαθήτρια του Ιησού, όμως τα ελάχιστά βιογραφικά δεδομένα που έχουμε γι΄αυτήν και οι αποσπασματικές πληροφορίες που μας διασώζονται υπήρξαν η αφορμή το πρόσωπό της να παρεξηγηθεί.
Βασιζόμενοι στα δεδομένα των κειμένων της Καινής Διαθήκης και των αποκρύφων κειμένων που μας έχουν διασωθεί, διαπιστώνουμε ότι η Μαγδαληνή αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα γυναικείας διακονίας και είναι ίσως η σημαντικότερη μάρτυρας θεμελίωσης του πρώιμου χριστιανισμού.
Στις αφηγήσεις των ευαγγελίων διακρίνεται ο πρωταγωνιστικός της ρόλος μεταξύ των γυναικών που διακονούν τον Ιησού και είναι αυτή που έχει την απίστευτη τιμή να δει πρώτη τον αναστημένο Ιησού. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις διηγήσεις των τεσσάρων ευαγγελιστών: είναι εκείνη που είναι παρούσα στη δράση του Ιησού στη Γαλιλαία, τον ακολουθεί στην Ιερουσαλήμ και παραμένει στο πλευρό του κατά το Πάθος. Επισκέπτεται το κενό μνημείο και ανήκει στους πρώτους που έλαβαν το μήνυμα της Ανάστασης. Σύμφωνα με τους τρεις από τους τέσσερις ευαγγελιστές η Μαγδαληνή ήταν εκείνη που έσπευσε να ενημερώσει τους μαθητές σχετικά με το κενό μνημείο (Μκ. 16:7, Μθ. 28:7, Ιω. 20:17) και τέλος σύμφωνα με τρεις περιγραφες ήταν η πρώτη που είδε τον αναστημένο Ιησού (Μθ. 28:9-10, Ιω. 20:14-18, Μκ. 16:9). Σημαντική είναι και η σκηνή του «μη μου άπτου» (Ιω. 20:18) που αφορά στην αναγνώριση του αναστημένου Ιησού από τη Μαγδαληνή και του νέου ρόλου του στην ιστορία του Χριστιανισμού.
Δύο κείμενα της Καινής Διαθήκης μνημονεύουν τη θεραπεία της Μαγδαληνής από τα επτά δαιμόνια (Λκ.8:2 και Μκ 16:9), γεγονός που αποτελεί ένδειξη της ιδιαιτερότητάς της. Έχουν διατυπωθεί πολλές εικασίες σχετικά με την περίπτωση της ασθένειας και της θεραπείας της. Θεωρούμε πως ίσως η λύση να βρίσκεται στην ιδιαιτερότητα του χαρακτήρα της. Το απαράμιλλο θάρρος και η ηγετική της μορφή μόνο ως κάτι δαιμονικό θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν από την τότε πατριαρχική κοινωνία.
Τη Μαρία Μαγδαληνή τη συναντάμε στα τέσσερα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης. Σε κανένα άλλο βιβλίο της Καινής Διαθήκης δεν υπάρχει κάποια μνεία στο πρόσωπό της. Στους Συνοπτικούς, όσες φορές μνημονεύεται το όνομά της, πάντα αναφέρεται πρώτο. Αυτό βέβαια δεν είναι τυχαίο, αλλά μαρτυρεί την ιδιαίτερη θέση της Μαγδαληνής στον κύκλο των Μυροφόρων και των γυναικών που διακονούν τον Ιησού.
Το γεγονός ότι στο Κατά Ιωάννη (Ιω. 19:25) αναφέρεται τρίτη δεν εξασθενεί καθόλου την παραπάνω διαπίστωση για το λόγο ότι και οι δύο γυναίκες που προτάσσονται από τον Ιωάννη είναι η μητέρα του Ιησού και η αδερφή της η Μαρία του Κλωπά, κάτι που δικαιολογεί αυτή τη θέση. Αυτή η προβολή της Μαρίας της Μαγδαληνής σε σχέση με τα παραπάνω γυναικεία πρόσωπα αποδεικνύει την ιδιαίτερη θέση της στον κύκλο των μαθητριών του Ιησού.
Η εικόνα ωστόσο που έχει επικρατήσει γι’ αυτήν είναι αυτή της μετανοημένης αμαρτωλής. Στο διάβα των αιώνων στη δυτική Παράδοση ταυτίστηκαν συνολικά πέντε γυναικείες μορφές με την Μαρία τη Μαγδαληνή και οδήγησαν σταδιακά στη διαμόρφωση της παρεξηγημένης προσωπικότητάς της. Τη μεγαλύτερη συμβολή στην ταύτιση της Μαγδαληνής με τις άλλες γυναίκες είχε ο πάπας της Ρώμης Γρηγόριος Α΄, ο οποίος το 591 μ.Χ. σε ένα κήρυγμά του ταύτισε την αμαρτωλή του Λουκά με τη Μαρία την αδερφή του Λαζάρου και την Μαρία τη Μαγδαληνή. Από τότε η δυτική Εκκλησία υιοθέτησε τη θέση αυτή του πάπα Γρηγορίου Α΄ και από εκεί μεταφέρθηκε και στην ανατολική Εκκλησία, όπου όμως ελάχιστοι την ασπάστηκαν. Η πλειονότητα των αρχαίων και νεώτερων ερμηνευτών προχώρησαν στη διάκριση των προσώπων και επισήμαναν πως δεν πρόκειται για ένα γυναικείο πρόσωπο, αλλά πως άλλη ήταν η αμαρτωλή του Λουκά που άλειψε τα πόδια του Ιησού (Λκ 7:36-50) και άλλη αυτή που άλειψε με μύρο τον Ιησού κατά τον Ιωάννη (Ιω 12:1-11), τον Ματθαίο (Μτ 26:6-13) και τον Μάρκο (Μκ 14:3-9).
Η θέση αυτή ωστόσο του πάπα Γρηγόριου φαίνεται πως είχε αποκλειστικό στόχο την οικοδομή του ποιμνίου του. Σκοπός του ήταν να βρει ένα παράδειγμα για να τονίσει το στοιχείο της μετανοίας και για το λόγο αυτό χρησιμοποιεί το πρόσωπο της Μαρίας Μαγδαληνής την οποία και τοποθετεί στη θέση της αμαρτωλής του Λουκά.
Η Ανατολική εκκλησία από την άλλη μεριά δεν επέλεξε αυτήν την ερμηνεία. Στο ημερολόγιο των αγίων της η Μαρία η Μαγδαληνή δεν είναι η ίδια γυναίκα με την ανώνυμη αμαρτωλή του Λουκά. μόνο στη δυτική εκκλησιαστική παράδοση θα συναντήσουμε το μύθο γύρω από το πρόσωπο της Μαγδαληνής ως μετανοημένης πόρνης. Στην ορθόδοξη ανατολική εκκλησία συνεχίζει να τιμάται γι΄ αυτό που πραγματικά ήταν: ισαπόστολος, προβεβλημένη δηλαδή απόστολος, μάρτυρας της αναστάσεως και Αγία,
Σημαντικές πληροφορίες για το πρόσωπο της Μαρίας της Μαγδαληνής αντλούμε μέσα από τις σελίδες των γνωστικών κειμένων του 2ου και 3ου αιώνα. Η γνωστική σκέψη δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο πρόσωπό της Μαγδαληνής ξεδιπλώνοντας άγνωστες πτυχές του χαρακτήρα της και συμπληρώνοντας τα λιγοστά στοιχεία που μας παρέχουν τα κανονικά ευαγγέλια. Η παράδοση για το πρόσωπο της Μαγδαληνής, όπως αυτή διαμορφώθηκε εκείνη την εποχή, την παρουσιάζει ως παράδειγμα γυναικείας μαθητείας, η οποία διδάσκει τους μαθητές, αλλά και ως Απόστολο. Τα κείμενα αυτά στα οποία γίνεται αναφορά στο πρόσωπο της, αποδίδουν στη Μαγδαληνή έναν εντυπωσιακά διακεκριμένο ρόλο περισσότερο και από αυτόν που συναντούμε στην Καινή Διαθήκη.
Παραδειγματικά αναφέρω το «Ευαγγέλιο της Μαρίας», το οποίο παρουσιάζει τη διδασκαλία για τον Ιησού όπως αποδόθηκε στην ίδια μέσω ενός οράματος και στην συνέχεια την παραδίδει στους μαθητές. Ο συντάκτης του Ευαγγελίου της Μαρίας παρουσιάζει τη Μαγδαληνή ως πνευματική αυθεντία και νομιμοποιεί την πνευματική ηγεσία των γυναικών. Αλλά και στο «Ευαγγέλιο του Φιλίππου» αντικατοπτρίζεται η προνομιακή μεταχείριση που λαμβάνει η Μαγδαληνή από τον Ιησού. Προβάλλεται ως η αγαπημένη σύντροφος του Ιησού. Κυρίως εδώ βλέπουμε το συμβολισμό της αγάπης του Χριστού για την Εκκλησία στο πρόσωπο της Μαρίας της Μαγδαληνής. Επίσης στο ευαγγέλιο του Θωμά ο Ιησούς μοιάζει να ενθαρρύνει τις γυναίκες να αποδεσμευτούν από κάθε σύνδρομο κατωτερότητας σε σχέση με τους άντρες και να αντιμετωπίσουν το φύλο τους ως ισότιμο μ’ αυτούς. Στα κείμενα «Πίστις Σοφία» και «Διάλογος του Σωτήρα» η Μαγδαληνή διακρίνεται από τους άλλους μαθητές. Στο «Πίστις Σοφία» είναι εκείνη που κάνει τις περισσότερες ερωτήσεις και η μόνη γυναίκα που αναφέρεται ονομαστικά. Στο «Διάλογο του Σωτήρα» η Μαγδαληνή εκθειάζεται ως οραματίστρια, αλλά και ως απόστολος. Είναι «η γυναίκα που τα γνωρίζει όλα».
Γενικά, το πρόσωπο της Μαγδαληνής στους Γνωστικούς σκιαγραφείται ως εξής: Προτάσσεται ανάμεσα στους ακολούθους του Ιησού, μιλάει με θάρρος και διακρίνεται ως χαρακτήρας στα κείμενα μιας ανδροκεντρικής γλώσσας και πατριαρχικής ιδεολογίας.
Το ενδιαφέρον σχετικά με το πρόσωπο της Μαγδαληνής είχε αυξηθεί ιδιαίτερα μετά την ανακάλυψη της βιβλιοθήκης του Nag Hammadi. Τα τελευταία χρόνια την αναβίωση του ενδιαφέροντος για τη Μαρία τη Μαγδαληνή, είτε προς μια προσπάθεια ανασυγκρότησης του προσώπου της, είτε προς αναγνώριση της σπουδαίας προσφοράς της στο χριστιανισμό προκάλεσε το μυθιστόρημα αλλά και η ταινία του Dan Brown Κώδικας ντα Βίντσι, αλλά και η ανακάλυψη του αποκρύφου «Ευαγγελίου του Ιούδα». Πρόσφατα επανήλθε και πάλι στο προσκήνιο το όνομα της Μαγδαληνής, αυτήν τη φορά μέσω ενός μικρού σπαράγματος παπύρου, ως τμήμα ενός εσφαλμένα τιτλοφορηθέντος «Ευαγγελίου της συζύγου του Ιησού». Το συγκεκριμένο μικροσκοπικό σπάραγμα παπύρου σε σαχιδική κοπτική γραφή άγνωστης προέλευσης έρχεται να προστεθεί στις ήδη γνωστές παλαιότερες ανακαλύψεις απόκρυφων κειμένων που πιστοποιούν τη θέση για τον ηγετικό ρόλο των γυναικών και τη σχέση της Μαρίας Μαγδαληνής με τον Ιησού, όπου όμως πουθενά δεν υπάρχει κάποια ιστορική ένδειξη ότι υπήρξε σύντροφος του Ιησού. Έτσι επανήλθε και πάλι η διαμάχη σχετικά με το ποια ήταν η θέση των γυναικών στο περιβάλλον του Ιησού.
Συμπερασματικά, η απήχηση του προσώπου της Μαρίας Μαγδαληνής στον πρώιμο χριστιανισμό δημιουργεί ένα μεγάλο φάσμα ερμηνειών ενώ παράλληλα τίθεται το θέμα της θέσης της γυναίκας. Η περίπτωση του προσώπου της Μαρίας Μαγδαληνής είναι ένα υπόδειγμα μαθήτριας που διδάσκει, ερμηνεύει, κηρύττει, παρηγορεί τους μαθητές, είναι απόστολος.
Στην παρέμβασή μου θα αναφερθώ στη σημασία της εισήγησης της αδελφής Θεολογίας. Η αδελφή Θεολογία μάς προσέφερε μια ιστορική παρουσίαση γυναικών διακόνων. Η περίοδος στην οποία αναφέρθηκε ήταν η πρώτη μ.Χ. χιλιετία 1000 κατά τη διάρκεια της οποίας πλήθος γυναικών διακόνων αναφέρονται στις πηγές με το όνομά τους. Η αδελφή Θεολογία μίλησε για τη ζωή, την παρρησία τους, τα θαύματά τους, το ήθος τους, το διδακτικό, ευαγγελικό και προφητικό έργο τους. Η αδελφή θεολογία αναφέρθηκε στις πηγές όπου υπάρχουν οι μαρτυρίες αυτές για τις διακόνισσες. Δεν υπάρχει αμφιβολία από ιστορική άποψη ότι υπήρχαν γυναίκες διάκονοι, όπως υπήρξαν γυναίκες ισαπόστολοι με γνωστότερη ισαπόστολο τη Μαρία τη Μαγδαληνή.
Επιπλέον, στην εισήγησή της η αδελφή Θεολογία δεν παρέλειψε να μας θυμίσει το χρέος που έχουμε να εκπαιδεύσουμε θεολογικά και να κατηχήσουμε τα μέλη της εκκλησίας. Πόσοι και πόσες γνωρίζουμε με το όνομα τους όλες αυτές τις γυναικείες μορφές που έχουν μέσα στην ιστορία διακονήσει την Εκκλησία; Τι γνωρίζουμε και σε ποιο βάθος για την ιστορία των χριστιανών γυναικών και βέβαια των γυναικών διακόνων;
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει ζωντανή συζήτηση για τον θεσμό των διακονισσών και βέβαια για την αναβίωση του θεσμού των διακονισσών. Νομίζω πως αξίζει να μάς προβληματίσει γενικά ο θεσμός της διακονίας όλων, ανδρών και γυναικών. Γενικά η διακονία έχει υποβαθμιστεί σε ένα σκαλοπάτι για την ιεροσύνη (όπως ακριβώς η άγαμη ιεροσύνη για την επισκοπεία –τα δύο τελευταία στάδια θεωρούνται κατά κάποιο τρόπο πιο σημαντικά αξιώματα χειροτονίας– ). Με άλλα λόγια, η διακονία υποβαθμίζεται στη συνείδηση ορισμένων σε μια υπο-ιεροσύνη, που σπάνια εκλαμβάνεται ως ένα ισόβιο ή μόνιμο αξίωμα. Δεδομένης της υποτίμησης της διακονίας ως σταδίου στην «εξέλιξη» των κληρικών της Εκκλησίας, φαίνεται ότι ορισμένοι θεωρούν πως η αναβίωση του θεσμού των διακονισσών σημαίνει ότι ανοίγει ο δρόμος για την ιεροσύνη των γυναικών. Αυτό λοιπόν που προέχει είναι γενικά η ανάδειξη του διακονικού χαρακτήρα της χριστιανικής πίστεως.
Τέλος θέλω να πω πόσο σημαντικό είναι να θυμόμαστε την ιστορία των γυναικών. Ο χώρος της πολιτικής θεολογίας και ειδικά στη φεμινιστική της εκδοχή, τονίζει τη σημασία της ερμηνευτικής της υποψίας και της ερμηνευτικής της μνήμης. Πιο συγκεκριμένα, πολιτικοί θεολόγοι (άνδρες και γυναίκες) που ενδιαφέρονται για τις σιωπηλές φωνές της ιστορίας, όπως είναι οι γυναικείες φωνές, έχουν ως σημείο εκκίνησης την πεποίθηση ότι γυναίκες υπήρξαν και έδρασαν στο παρελθόν. Το γεγονός ότι δεν αναφέρονται στην κρατούσα ιστορία δεν σημαίνει πως δεν υπήρξαν. Επιπλέον θεωρούν ότι χρέος μας είναι να αναδείξουμε τις «λησμονημένες» ιστορίες εκείνων που δεν είχαν την εξουσία να διατηρήσουν τη μνήμη τους. Η αδελφή Θεολογία στην εισήγησή της ανέφερε διακριτικά πως ενώ ανέμενε με ενδιαφέρον μεγάλο την ταινία για τον άγιο Νεκτάριο με τίτλο «Ο άνθρωπος του Θεού», τελικά διαπίστωσε πως δεν υπήρχε αναφορά στο γεγονός ότι ο άγιος χειροτόνησε διακόνισσες στην αρχή του 20ου αιώνα. Εγώ με τη σειρά μου θα κλείσω τη σύντομη παρέμβασή μου με μερικά ερωτήματα:
Γιατί αλήθεια το σενάριο της ταινίας παραλείπει αυτό το ιστορικό δεδομένο; Το κρύβουμε; Το λησμονούμε; Το απαξιώνουμε; Συνειδητά ή ασυνείδητα; Από φόβο, ανταγωνισμό, συμφέρον; Είναι αυτή η λήθη που καταλήγει σε παραχάραξη της ίδιας της Παράδοσης της Εκκλησίας, η σύγχρονη μαρτυρία της εκκλησίας που οραματίζεται έναν καλύτερο κόσμο, την Βασιλεία του Θεού;
Η παρέμβαση της Δρ. κ. Αικατερίνης Δροσιά:
Η Μαρία η Μαγδαληνή ανήκει στις πιο σημαντικές γυναικείες μορφές της Καινής Διαθήκης. Αν και οι αναφορές στο πρόσωπό της είναι περιορισμένες, η συμβολή της στην ιστορία του Χριστιανισμού είναι εξαιρετικά σημαντική. Προβάλλεται στα κανονικά κείμενα των ευαγγελίων ως Μυροφόρος και πιστή μαθήτρια του Ιησού, όμως τα ελάχιστά βιογραφικά δεδομένα που έχουμε γι΄αυτήν και οι αποσπασματικές πληροφορίες που μας διασώζονται υπήρξαν η αφορμή το πρόσωπό της να παρεξηγηθεί.
Βασιζόμενοι στα δεδομένα των κειμένων της Καινής Διαθήκης και των αποκρύφων κειμένων που μας έχουν διασωθεί, διαπιστώνουμε ότι η Μαγδαληνή αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα γυναικείας διακονίας και είναι ίσως η σημαντικότερη μάρτυρας θεμελίωσης του πρώιμου χριστιανισμού.
Στις αφηγήσεις των ευαγγελίων διακρίνεται ο πρωταγωνιστικός της ρόλος μεταξύ των γυναικών που διακονούν τον Ιησού και είναι αυτή που έχει την απίστευτη τιμή να δει πρώτη τον αναστημένο Ιησού. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις διηγήσεις των τεσσάρων ευαγγελιστών: είναι εκείνη που είναι παρούσα στη δράση του Ιησού στη Γαλιλαία, τον ακολουθεί στην Ιερουσαλήμ και παραμένει στο πλευρό του κατά το Πάθος. Επισκέπτεται το κενό μνημείο και ανήκει στους πρώτους που έλαβαν το μήνυμα της Ανάστασης. Σύμφωνα με τους τρεις από τους τέσσερις ευαγγελιστές η Μαγδαληνή ήταν εκείνη που έσπευσε να ενημερώσει τους μαθητές σχετικά με το κενό μνημείο (Μκ. 16:7, Μθ. 28:7, Ιω. 20:17) και τέλος σύμφωνα με τρεις περιγραφες ήταν η πρώτη που είδε τον αναστημένο Ιησού (Μθ. 28:9-10, Ιω. 20:14-18, Μκ. 16:9). Σημαντική είναι και η σκηνή του «μη μου άπτου» (Ιω. 20:18) που αφορά στην αναγνώριση του αναστημένου Ιησού από τη Μαγδαληνή και του νέου ρόλου του στην ιστορία του Χριστιανισμού.
Δύο κείμενα της Καινής Διαθήκης μνημονεύουν τη θεραπεία της Μαγδαληνής από τα επτά δαιμόνια (Λκ.8:2 και Μκ 16:9), γεγονός που αποτελεί ένδειξη της ιδιαιτερότητάς της. Έχουν διατυπωθεί πολλές εικασίες σχετικά με την περίπτωση της ασθένειας και της θεραπείας της. Θεωρούμε πως ίσως η λύση να βρίσκεται στην ιδιαιτερότητα του χαρακτήρα της. Το απαράμιλλο θάρρος και η ηγετική της μορφή μόνο ως κάτι δαιμονικό θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν από την τότε πατριαρχική κοινωνία.
Τη Μαρία Μαγδαληνή τη συναντάμε στα τέσσερα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης. Σε κανένα άλλο βιβλίο της Καινής Διαθήκης δεν υπάρχει κάποια μνεία στο πρόσωπό της. Στους Συνοπτικούς, όσες φορές μνημονεύεται το όνομά της, πάντα αναφέρεται πρώτο. Αυτό βέβαια δεν είναι τυχαίο, αλλά μαρτυρεί την ιδιαίτερη θέση της Μαγδαληνής στον κύκλο των Μυροφόρων και των γυναικών που διακονούν τον Ιησού.
Το γεγονός ότι στο Κατά Ιωάννη (Ιω. 19:25) αναφέρεται τρίτη δεν εξασθενεί καθόλου την παραπάνω διαπίστωση για το λόγο ότι και οι δύο γυναίκες που προτάσσονται από τον Ιωάννη είναι η μητέρα του Ιησού και η αδερφή της η Μαρία του Κλωπά, κάτι που δικαιολογεί αυτή τη θέση. Αυτή η προβολή της Μαρίας της Μαγδαληνής σε σχέση με τα παραπάνω γυναικεία πρόσωπα αποδεικνύει την ιδιαίτερη θέση της στον κύκλο των μαθητριών του Ιησού.
Η εικόνα ωστόσο που έχει επικρατήσει γι’ αυτήν είναι αυτή της μετανοημένης αμαρτωλής. Στο διάβα των αιώνων στη δυτική Παράδοση ταυτίστηκαν συνολικά πέντε γυναικείες μορφές με την Μαρία τη Μαγδαληνή και οδήγησαν σταδιακά στη διαμόρφωση της παρεξηγημένης προσωπικότητάς της. Τη μεγαλύτερη συμβολή στην ταύτιση της Μαγδαληνής με τις άλλες γυναίκες είχε ο πάπας της Ρώμης Γρηγόριος Α΄, ο οποίος το 591 μ.Χ. σε ένα κήρυγμά του ταύτισε την αμαρτωλή του Λουκά με τη Μαρία την αδερφή του Λαζάρου και την Μαρία τη Μαγδαληνή. Από τότε η δυτική Εκκλησία υιοθέτησε τη θέση αυτή του πάπα Γρηγορίου Α΄ και από εκεί μεταφέρθηκε και στην ανατολική Εκκλησία, όπου όμως ελάχιστοι την ασπάστηκαν. Η πλειονότητα των αρχαίων και νεώτερων ερμηνευτών προχώρησαν στη διάκριση των προσώπων και επισήμαναν πως δεν πρόκειται για ένα γυναικείο πρόσωπο, αλλά πως άλλη ήταν η αμαρτωλή του Λουκά που άλειψε τα πόδια του Ιησού (Λκ 7:36-50) και άλλη αυτή που άλειψε με μύρο τον Ιησού κατά τον Ιωάννη (Ιω 12:1-11), τον Ματθαίο (Μτ 26:6-13) και τον Μάρκο (Μκ 14:3-9).
Η θέση αυτή ωστόσο του πάπα Γρηγόριου φαίνεται πως είχε αποκλειστικό στόχο την οικοδομή του ποιμνίου του. Σκοπός του ήταν να βρει ένα παράδειγμα για να τονίσει το στοιχείο της μετανοίας και για το λόγο αυτό χρησιμοποιεί το πρόσωπο της Μαρίας Μαγδαληνής την οποία και τοποθετεί στη θέση της αμαρτωλής του Λουκά.
Η Ανατολική εκκλησία από την άλλη μεριά δεν επέλεξε αυτήν την ερμηνεία. Στο ημερολόγιο των αγίων της η Μαρία η Μαγδαληνή δεν είναι η ίδια γυναίκα με την ανώνυμη αμαρτωλή του Λουκά. μόνο στη δυτική εκκλησιαστική παράδοση θα συναντήσουμε το μύθο γύρω από το πρόσωπο της Μαγδαληνής ως μετανοημένης πόρνης. Στην ορθόδοξη ανατολική εκκλησία συνεχίζει να τιμάται γι΄ αυτό που πραγματικά ήταν: ισαπόστολος, προβεβλημένη δηλαδή απόστολος, μάρτυρας της αναστάσεως και Αγία,
Σημαντικές πληροφορίες για το πρόσωπο της Μαρίας της Μαγδαληνής αντλούμε μέσα από τις σελίδες των γνωστικών κειμένων του 2ου και 3ου αιώνα. Η γνωστική σκέψη δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο πρόσωπό της Μαγδαληνής ξεδιπλώνοντας άγνωστες πτυχές του χαρακτήρα της και συμπληρώνοντας τα λιγοστά στοιχεία που μας παρέχουν τα κανονικά ευαγγέλια. Η παράδοση για το πρόσωπο της Μαγδαληνής, όπως αυτή διαμορφώθηκε εκείνη την εποχή, την παρουσιάζει ως παράδειγμα γυναικείας μαθητείας, η οποία διδάσκει τους μαθητές, αλλά και ως Απόστολο. Τα κείμενα αυτά στα οποία γίνεται αναφορά στο πρόσωπο της, αποδίδουν στη Μαγδαληνή έναν εντυπωσιακά διακεκριμένο ρόλο περισσότερο και από αυτόν που συναντούμε στην Καινή Διαθήκη.
Παραδειγματικά αναφέρω το «Ευαγγέλιο της Μαρίας», το οποίο παρουσιάζει τη διδασκαλία για τον Ιησού όπως αποδόθηκε στην ίδια μέσω ενός οράματος και στην συνέχεια την παραδίδει στους μαθητές. Ο συντάκτης του Ευαγγελίου της Μαρίας παρουσιάζει τη Μαγδαληνή ως πνευματική αυθεντία και νομιμοποιεί την πνευματική ηγεσία των γυναικών. Αλλά και στο «Ευαγγέλιο του Φιλίππου» αντικατοπτρίζεται η προνομιακή μεταχείριση που λαμβάνει η Μαγδαληνή από τον Ιησού. Προβάλλεται ως η αγαπημένη σύντροφος του Ιησού. Κυρίως εδώ βλέπουμε το συμβολισμό της αγάπης του Χριστού για την Εκκλησία στο πρόσωπο της Μαρίας της Μαγδαληνής. Επίσης στο ευαγγέλιο του Θωμά ο Ιησούς μοιάζει να ενθαρρύνει τις γυναίκες να αποδεσμευτούν από κάθε σύνδρομο κατωτερότητας σε σχέση με τους άντρες και να αντιμετωπίσουν το φύλο τους ως ισότιμο μ’ αυτούς. Στα κείμενα «Πίστις Σοφία» και «Διάλογος του Σωτήρα» η Μαγδαληνή διακρίνεται από τους άλλους μαθητές. Στο «Πίστις Σοφία» είναι εκείνη που κάνει τις περισσότερες ερωτήσεις και η μόνη γυναίκα που αναφέρεται ονομαστικά. Στο «Διάλογο του Σωτήρα» η Μαγδαληνή εκθειάζεται ως οραματίστρια, αλλά και ως απόστολος. Είναι «η γυναίκα που τα γνωρίζει όλα».
Γενικά, το πρόσωπο της Μαγδαληνής στους Γνωστικούς σκιαγραφείται ως εξής: Προτάσσεται ανάμεσα στους ακολούθους του Ιησού, μιλάει με θάρρος και διακρίνεται ως χαρακτήρας στα κείμενα μιας ανδροκεντρικής γλώσσας και πατριαρχικής ιδεολογίας.
Το ενδιαφέρον σχετικά με το πρόσωπο της Μαγδαληνής είχε αυξηθεί ιδιαίτερα μετά την ανακάλυψη της βιβλιοθήκης του Nag Hammadi. Τα τελευταία χρόνια την αναβίωση του ενδιαφέροντος για τη Μαρία τη Μαγδαληνή, είτε προς μια προσπάθεια ανασυγκρότησης του προσώπου της, είτε προς αναγνώριση της σπουδαίας προσφοράς της στο χριστιανισμό προκάλεσε το μυθιστόρημα αλλά και η ταινία του Dan Brown Κώδικας ντα Βίντσι, αλλά και η ανακάλυψη του αποκρύφου «Ευαγγελίου του Ιούδα». Πρόσφατα επανήλθε και πάλι στο προσκήνιο το όνομα της Μαγδαληνής, αυτήν τη φορά μέσω ενός μικρού σπαράγματος παπύρου, ως τμήμα ενός εσφαλμένα τιτλοφορηθέντος «Ευαγγελίου της συζύγου του Ιησού». Το συγκεκριμένο μικροσκοπικό σπάραγμα παπύρου σε σαχιδική κοπτική γραφή άγνωστης προέλευσης έρχεται να προστεθεί στις ήδη γνωστές παλαιότερες ανακαλύψεις απόκρυφων κειμένων που πιστοποιούν τη θέση για τον ηγετικό ρόλο των γυναικών και τη σχέση της Μαρίας Μαγδαληνής με τον Ιησού, όπου όμως πουθενά δεν υπάρχει κάποια ιστορική ένδειξη ότι υπήρξε σύντροφος του Ιησού. Έτσι επανήλθε και πάλι η διαμάχη σχετικά με το ποια ήταν η θέση των γυναικών στο περιβάλλον του Ιησού.
Συμπερασματικά, η απήχηση του προσώπου της Μαρίας Μαγδαληνής στον πρώιμο χριστιανισμό δημιουργεί ένα μεγάλο φάσμα ερμηνειών ενώ παράλληλα τίθεται το θέμα της θέσης της γυναίκας. Η περίπτωση του προσώπου της Μαρίας Μαγδαληνής είναι ένα υπόδειγμα μαθήτριας που διδάσκει, ερμηνεύει, κηρύττει, παρηγορεί τους μαθητές, είναι απόστολος.
5. H ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΑΠΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥΣ
ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ
Καθ. Πέτρος Παναγιωτόπουλος
6. ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΚΑΙ Η ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ:
ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ (τέλη 19ου- αρχές 20ου αι.)
Καθ. Δημήτριος Σταματόπουλος
7. ΡΩΣΙΑ, ΟΥΚΡΑΝΙΑ, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ, ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ, ΑΦΡΙΚΗ
Μέλη και φίλοι του CEMES
8. ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟ-ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ
9. ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΩΣΕΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ & ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Καθ. π. Κύριλλος Hovorun
10. ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΘΟ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΕΙΣΒΟΛΗΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ
ΚΑΙ Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΗΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Αρχιεπίσκοπος Οττάβας Λάζαρος Puhalo- Ηγούμενος Εσφιγμένου Βαρθολομαίος
Επιστημονική διαδικτυακή εκδήλωση για το επίκαιρο θέμα της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στα πλαίσια των δημόσιων ανοιχτών διαλέξεων του Κέντρου Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών "Μητρ. Παντελεήμων Παπαγεωργίου" (CEMES), με γενικότερο θέμα την "Ορατή Ενότητα της Εκκλησίας του Χριστού", και κεντρικούς ομιλητές τον πρώην Αρχιεπίσκοπο Οττάβας Lazar (Puhalo) και τον Καθηγούμενο της Ι. Μ. Εσφιγμένου του Αγίου Όρους, Αρχιμανδρίτη Βαρθολομαίο. Συντονίζει ο Πρόεδρος επί τιμή του CEMES, Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης και στη συζήτηση μετέχουν οι καθηγητές π. Αυγουστίνος Μπαϊρακτάρης της ΑΠΕΗΚ και του USK, Δημήτριος Κεραμιδάς του Angelicum και του USK, και Νικόλαος Δημητριάδης του ΑCΤ και του USK
Η εισήγηση του Lazar (Puhalo):
Η εισήγηση του Lazar (Puhalo):
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
Η εισήγηση του Ηγουμένου της Εσφιγμένου:
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
11. ΙΣΤΟΡΙΚΟI ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΡΩΜΗΣ-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ &
ΚΑΘΟΛΙΚΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΣΤΗΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΝΑΤΟΛΗ - Η ΝΕΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Καθ. Δημήτριος Μόσχος - Καθ. Παναγιώτης Υφαντής
Τα συμπεράσματα του Καθ. Δ. Μόσχου:
1. Η εξιστόρηση του Σχίσματος με έμφαση στη συνέχεια παρά τις εμβριθέστατες παρουσιάσεις, είναι κακό μεθοδολογικό εργαλείο καθώς οι ιστορικές συνάφειες (πολιτικές, κοινωνικές κλπ.) στο διάβα τόσων αιώνων ήταν πολύ διαφορετικές. Επομένως, πρέπει να εξιστορούμε τις διάφορες φάσεις στην αυτονομία τους.
2. Είναι πολύ προβληματικό να παραμερίζουμε το περίπλοκο πολιτικό υπόβαθρο και να απολυτοποιούμε διαρκώς τις θεολογικές, εκκλησιολογικές ή λατρευτικές διαφορές ακυρώνοντας την ιστορία μέσα από μια «κρυπτο-θεολογία» της και μετά να την χρησιμοποιούμε για να ακυρώσουμε τη συζήτηση επί των διαφορών. Πρέπει ο θεολογικός διάλογος και η ιστορική έρευνα να έχουν ρητές και συμπεφωνημένες σχέσεις μεταξύ τους.
3. Η ιστορία πρέπει μεθοδολογικά να δει και με το εργαλείο της καταλλαγής μια ενοποιημένη αφήγηση Ανατολής και Δύσεως (δηλαδή να δώσει έμφαση και σε κοινές ιστορικές εξελίξεις στην Ανατολή και τη Δύση) και να δώσει φωνή και σε όσους έζησαν ως ενδιάμεσοι, σ’ ένα διάλογο ή με επιφυλάξεις («διακρινόμενοι») χωρίς να τους προσγράφει στη μία ή την άλλη πλευρά.
To σχόλιο του κ. Θ. Κυριακίδη:
Διαχρονικά οι σχέσεις του Ορθόδοξου και του Δυτικού Χριστιανισμού χαρακτηρίζονταν κυρίως από προστριβές και αντιπαραθέσεις. Αυτές οι εντάσεις όμως, πρέπει εξαρχής να υπογραμμισθεί, δεν εκκινούσαν πάντοτε ή μόνο από θεολογικές και εκκλησιαστικές διαφορές. Παράγοντες όπως, πολιτικοί, οικονομικοί, πολιτισμικοί, ψυχολογικοί και κοινωνικοί επηρέαζαν ή διαμόρφωναν τις σχέσεις των δυο αυτών χριστιανικών ομολογιών. Ασφαλώς υπήρξαν και προσπάθειες συνεννόησης και καταλλαγής, οι οποίες όμως δεν κατάφεραν να τελεσφορήσουν, είτε διότι τις σχέσεις κατέκλυζε μια αμοιβαία καχυποψία για τη γνησιότητα των προθέσεων, είτε διότι πράγματι, σε αρκετές περιπτώσεις το χάσμα ήταν αγεφύρωτο. Σε αυτό το σύντομο σχόλιο θα περιοριστούμε αναγκαστικά και μάλιστα εντελώς συνοπτικά, με τον κίνδυνο όσα σημειωθούν να έχουν αποσπασματικό χαρακτήρα, στους ιστορικούς παράγοντες που συντέλεσαν στη διακοπή των σχέσεων των δυο Εκκλησιών.
Οι θεολογικές διαφορές, οι συχνά τεταμένες σχέσεις Κωνσταντινούπολης και Ρώμης, το λεγόμενο σχίσμα του 1054, αλλά κυρίως η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1204 είναι γεγονός πως άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους διαχρονικά στις μεταξύ τους σχέσεις και παγίωσαν μια εχθρική κατάσταση.
Εκείνο που θα μπορούσε κανείς να υπογραμμίσει ως βασική αιτία της αντιπαράθεσης με πυρήνα την πολιτειακή ταυτότητα είναι πρώτα και κύρια η ανταγωνιστική αντίληψη της οικουμενικότητας που υιοθετούσαν οι δυο πλευρές. Η κορύφωση της αντιπαράθεσης με βάση τα παραπάνω θα πρέπει να εντοπιστεί μάλλον κατά τον 8ο αιώνα και πιο ξεκάθαρα με τη στέψη του βασιλέα των Φράγκων Καρόλου από τον πάπα Λέοντα Γ΄ (795-816) τα Χριστούγεννα του έτους 800 σε αυτοκράτορα των Ρωμαίων. Η ενσωμάτωση του τίτλου imperator στον επίσημο τίτλο του (Romanum gubernas imperium) το 801 χαρακτηρίστηκε από την Κωνσταντινούπολη ως πραξικόπημα. Της στέψης του Καρλομάγνου είχε προηγηθεί η διάσταση των δυο πλευρών με αφορμή το κίνημα ενάντια στη λατρεία των εικόνων (726) όταν και η Εκκλησία της Ρώμης αντέδρασε σθεναρά, όχι μόνο γιατί ο Πάπας είχε σαφείς δογματικές αντιρρήσεις για την κατάργηση της εικονολατρίας, αλλά κυρίως επειδή οι εικονομάχοι αυτοκράτορες και ειδικά ο Λέων Γ΄, ως αντίποινα για την πολιτική της Ρώμης, ασκώντας το δικαίωμα που είχε να επεμβαίνει σε ζητήματα εσωτερικής οργάνωσης της Εκκλησίας, είχε αποσπάσει την υπαρχία του ανατολικού Ιλλυρικού (τη σημερινή ΝΑ Ευρώπη), τη Σικελία και την Καλαβρία από τη Ρώμη και την προσάρτησε το 733 στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης.
Μέχρι τον 7ο αιώνα, ο επίσκοπος Ρώμης, όχι μόνο δεν αμφισβητούσε την εξουσία του αυτοκράτορα που είχε την έδρα του στην Κωνσταντινούπολη, αλλά προσευχόταν και για την υγεία και μακροημέρευσή του. Η στέψη του Καρλομάγνου που θεωρήθηκε νόμιμη και φυσική με βάση και την ψευδο-Κωνσταντίνεια Δωρεά ( Δηλαδή του υποτιθέμενου προνομίου που δόθηκε στον Πάπα Ρώμης Σιλβέστρο Α' και τους διαδόχους του από τον Μέγα Κωνσταντίνο όταν έφυγε από τη Ρώμη για την Κωνσταντινούπολη, να έχουν τα πρωτεία ανάμεσα στα πατριαρχεία, να ασκούν την κοσμική εξουσία στη Δύση καθώς και να απονέμουν τους τίτλους). και η υιοθέτηση του αυτοκρατορικού τίτλου, δημιουργούσε μια ριζική αντίθεση της πίστης στην οικουμενικότητα του χριστιανού αυτοκράτορα, καθώς πλέον για πρώτη φορά εμφανίζονταν και διεκδικούσαν την ίδια ιδιότητα δυο χριστιανοί αυτοκράτορες, ένας στην Ανατολή και ένας στη Δύση που, όμως και οι δυο, λάμβαναν τη νομιμότητα από την καταγωγή και τη συνέχεια της Ρώμης. Οι Δυτικοί λοιπόν δεν θεωρούσαν ότι ο Κάρολος ίδρυσε, νέα ρωμαϊκή αυτοκρατορία, αλλά ότι διαδέχθηκε την εξουσία, η οποία επέστρεψε στη Ρώμη.
Οι σχέσεις δεν εξομαλύνθηκαν ούτε την εποχή του Μ. Φωτίου, την εκλογή του οποίου άλλωστε αμφισβητούσε ο πάπας Νικόλαος, αφού δεν είχε αλλάξει η τιτλοφορία του δυτικού ηγεμόνα και ούτε υπήρχε ανάλογη πρόθεση, το αντίθετο μάλιστα. Τιτλοφορία και πολιτικός οραματισμός που ερχόταν σε ευθεία αντίθεση με την πολιτειακή ιδεολογία των ανατολικών που πίστευαν ότι υπήρχε μόνο ένας χριστιανός αυτοκράτορας στην Οικουμένη και αυτός είχε την έδρα του στην Κωνσταντινούπολη.
Οι ανταγωνιστικές σχέσεις αναζωπυρώθηκαν από τους διαγκωνισμούς στο ιεραποστολικό πεδίο στους λαούς που εμφανίστηκαν στο προσκήνιο όπως οι Σλάβοι, οι Ρώσοι, οι Ούγγροι κλπ., καθώς εκείνος που θα τους εκχριστιάνιζε θα τους ενέτασσε στο δικό του πλαίσιο επιρροής. Άλλωστε η μεταστροφή του εκάστοτε ηγεμόνα σήμαινε αυτομάτως και την υιοθέτηση της νέας θρησκείας από το λαό του, κατά το «cuius regio eius religio» (Από τους όρους της Ειρήνης της Αυγούστας του 1555)
Από την άλλη μεριά οι επιθέσεις των Νορμανδών από τα τέλη του 11ου αιώνα, που αποτελούσαν έναν χριστιανικό λαό -ο ηγεμόνας τους Ρόλλο είχε βαπτιστεί χριστιανός με το όνομα Ροβέρτος-, κατά τις οποίες καταλήφθηκαν εδάφη της Αυτοκρατορίας (μεταξύ των οποίων και η Θεσσαλονίκη το 1185) αλλά και η σταδιακή οικονομική διείσδυση των ιταλικών πόλεων στο Βυζάντιο με τον παραγκωνισμό των ντόπιων οικονομικών παραγόντων, προκάλεσε έντονες προστριβές και δυσαρέσκεια, διευρύνοντας το χάσμα και την αντιπάθεια. Η βαθιά αντιπάθεια και καχυποψία είχε ριζώσει στις δυο πλευρές, γεγονός το οποίο αποτυπώνεται σαφώς από τον Νικήτα Χωνιάτη, όταν γράφει: «ούτω μέσον ημών και αυτών χάσμα διαφοράς εστήρικται μέγιστον και ταις γνώμαις ασυναφείς έσμεν και κατά την διάμετρον αφεστήκαμεν».
Καταλύτης των σχέσεων, ιδίως στην αντίληψη και συνείδηση των λαϊκών στρωμάτων αποτελούσαν οι Σταυροφορίες. Οι Σταυροφορίες υποκινήθηκαν από εκκλησιαστικές, πολιτικές και οικονομικές σκοπιμότητες και ενώ πρόβαλλαν ως βασική στοχοθεσία τους την απώθηση του μουσουλμανικού κινδύνου και την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων, προετοίμασαν παράλληλα με την αποσυνθετική τους δραστηριότητα την οριστική Άλωση του κέντρου της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Άλλωστε η πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 ήταν αποτέλεσμα ακριβώς της σταυροφορικής δραστηριότητας. Από την ιστορική αυτή περίοδο θα σκληρυνθεί η διεκδίκηση, για την υποταγή των χριστιανών της Ανατολής στην παπική εξουσία, που εν πολλοίς προβάλλεται από την πολιτική σκοπιμότητα και αναγκαιότητα. Πράγματι, με την Δ΄ Σύνοδο του Λατερανού που συγκάλεσε το 1215 ο Ιννοκέντιος (η Κωνσταντινούπολη βρισκόταν υπό λατινική κατοχή), δικαιώθηκε θριαμβευτικά ο παπικός συγκεντρωτισμός, καθώς ο ίδιος χαιρετίστηκε ως αντιπρόσωπος του Θεού στη γη.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα το πώς η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία αντιλαμβανόταν την σωτηρία την περίοδο αυτή, αξίζει να αναφερθεί η Βούλα Unam Sanctam (1302) που εξέδωσε ο Πάπας Βονιφάτιος, στην οποία ενσωμάτωνε πλήρως το αξίωμα του Κυπριανού ότι εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία («extra ecclesiam nulla salus»). Αυτό σήμαινε ότι η σωτηρία της ανθρωπότητας υπόκεινταν στη δικαιοδοσία του ρωμαίου ποντίφικα. Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε και η Σύνοδος της Φλωρεντίας (1441) που σημείωνε ότι όχι μόνο οι παγανιστές, αλλά και οι εβραίοι, οι αιρετικοί και οι σχισματικοί δεν θα απολαύσουν την αιώνια ζωή. Θα καταλήξουν στην κόλαση εκτός και αν ενσωματωθούν στην καθολική εκκλησία πριν το τέλος της ζωής τους. Συνεπώς, όχι μόνο πολιτικά αλλά και σωτηριολογικά παγιώθηκε ένα αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ των δυο πλευρών.
Πάντως, πρέπει να σημειωθεί πως η ιδέα της ανάληψης μιας σταυροφορίας υπό το φάσμα της οθωμανικής απειλής, αποτελούσε ως τα τέλη του 17ου αιώνα, την στερεότυπη ιδέα κάτω από την οποία συνασπίζονταν οι πολιτικές δυνάμεις της Δύσης .
Είναι γεγονός πως το ζήτημα της Ένωσης των Εκκλησιών, ακόμη και αν είχε γίνει δεκτό από τις πολιτικές και εκκλησιαστικές αρχές της Κωνσταντινούπολης και των άλλων μεγάλων πόλεων τη Αυτοκρατορίας, δεν θα γινόταν αποδεκτό από τον λαό. Ενδεικτικό της ατμόσφαιρας που επικρατούσε στα λαϊκά στρώματα είναι και το γεγονός πως κυκλοφορούσαν αντιλήψεις όπως η παρακάτω: ένας μοναχός της μονής του Αγίου Ιωάννη Βαζελώνα του Πόντου, θέλοντας να ενισχύσει τα αντιλατινικά αισθήματα στην Τραπεζούντα, είχε γράψει ότι η πρόσθεση των γραμμάτων «λατείνος» άθροιζαν το νούμερο του αντιχρίστου το 666. Τέτοια αντιλατινικά κείμενα κυκλοφορούσαν ευρύτατα στα λαϊκά στρώματα, ενώ με την ανάπτυξη της τυπογραφίας αυτά έλαβαν πολύ μεγάλη διάδοση. Τα εκατοντάδες φυλλάδια που εκδίδονταν ενάντια στους καθολικούς, τους παρουσίαζαν ως «προβατόσχημους λύκους» που προσπαθούσαν να κατασπαράξουν το ορθόδοξο ποίμνιο, χαρακτηρισμοί που βρίσκονταν σε ευρεία χρήση και κυκλοφορία.
Αυτές και φυσικά πολλές άλλες διαφορές εδραιώθηκαν στον ελληνικό χώρο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας και αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα στο πλαίσιο του «Νεοελληνικού Διαφωτισμού». Δεν είναι άμοιρο του συνολικού κλίματος, δηλαδή της πνευματικής σύγκρουσης και της αντιδυτικής ρητορικής, η περίπτωση της Πατρικής Διδασκαλίας (Κωνσταντινούπολη 1798) σύμφωνα με την οποία, ούτε λίγο ούτε πολύ, η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η κατάκτηση των Ελλήνων αποτελούσε, σχέδιο του Θεού για να αποτρέψει την ένωση και υποταγή τους στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Βέβαια, ο Νέος Ελληνισμός βίωσε και μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους αρνητικές και προσβλητικές συμπεριφορές κατά την εγκαθίδρυση της βαυαροκρατίας, ιδιαίτερα κατά την περίοδο της αντιβασιλείας, όπου μεταξύ άλλων φιμώθηκε ο Τύπος, παραγκωνίστηκαν οι αγωνιστές του ’21 από τον τακτικό στρατό, με συνέπεια πολλοί να καταλήξουν στην επαιτεία, ο Κολοκοτρώνης σύρθηκε σε δίκη και μάλιστα καταδικάστηκε σε θάνατο, κατακλίστηκε το Δημόσιο μόνο με Βαυαρούς, δημεύτηκε η εκκλησιαστική περιουσία και έκλεισαν τα μοναστήρια. Όλα τα παραπάνω δεν είχαν επίπτωση μόνο στις σχέσεις με τη Δύση, αλλά και στην ενίσχυση των αντικαθολικών αισθημάτων.
Αυτή η πολύ σύντομη αναφορά στο σχολιασμό της εμβριθούς και διαφωτιστικής ομιλίας του κ. Μόσχου αφήνει αναγκαστικά, λόγω της συντομίας, μια σειρά από σημαντικά ζητήματα όπως τη νέα συνιστώσα που αποτελεί η Μεταρρύθμιση και τους κραδασμούς που αυτή προκάλεσε, καθώς και τις εσωτερικές κρίσεις και προκλήσεις που είχαν να αντιμετωπίσουν οι δυο Εκκλησίες. Από την άλλη, θα πρέπει με μεγαλύτερη λεπτομέρεια να προσεγγίσει κανείς το ζήτημα, καθώς οι συνθήκες ήταν μεταβαλλόμενες και ανά περιόδους διαμορφώνονταν διαφορετικά. Για παράδειγμα η εμπειρία της Καθολικής Εκκλησίας στην Ανατολή μέσω της ιεραποστολής, τη βοήθησαν να κατανοήσει την ποικιλία των ρυθμών και των παραδόσεων και να αποδεσμευτεί από την αποκλειστική δυτική και λατινική της θεώρηση και λειτουργία. Η δημιουργία του ξεχωριστού Οργανισμού για τις καθολικές εκκλησίες που διατηρούσαν τον ανατολικό ρυθμό (Congregazione per gli affari del rito orientale, 1862) έδειχνε το ενδιαφέρον της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας για τις Εκκλησίες, χωρίς ασφαλώς να παραγνωρίζεται το γεγονός πως, βασικός σκοπός ήταν η μεταστροφή των Ορθοδόξων, ιδίως των Βαλκανίων, στους κόλπους της.
Πάντως, οι σχέσεις των δυο Εκκλησιών αρκετά πιο ώριμες, λόγω της σημαντικής θεολογικής παραγωγής και πιο θερμές, λόγω των σημαντικών πρωτοβουλιών φωτισμένων προκαθημένων, βρίσκονται σε ένα εξαιρετικά κρίσιμο μεταίχμιο στη νέα διαμορφούμενη εποχή.
Η εισήγηση του Καθ. Π. Υφαντή:
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
Το σχόλιο του κ. Θ. Κυριακίδη:
Ιδιαίτερα θα ήθελα να αναφερθώ στις περιπτώσεις που ανέφερε και ιδίως των mons. Luigi Padovese και Don Andrea Santoro. Τον πρώτο τον γνώρισα και μάλιστα έλαβα από τον ίδιο την άδεια για την επιτόπια έρευνα στην Καθολική Εκκλησία της Τραπεζούντας. Τον χαμό του τον έζησα μαζί με την υπόλοιπη αδελφότητα των καπουκίνων στο Κολλέγιο του San Lorenzo da Brindisi κατά τη διάρκεια των ερευνών μου στο αρχείο. Τον δεύτερο δεν τον γνώρισα προσωπικά, αλλά τον μελέτησα καλά, λόγω του ενδιαφέροντος μου για την Τραπεζούντα, πόλη στην οποία υπηρέτησε ως fidei donum. Mέσα από τις σκέψεις του όπως αυτές φανερώνονται από τα γράμματα και τις σημειώσεις αποκαλύπτεται η απροϋπόθετη αγάπη του στον Χριστό και φανερώνεται η θυσιαστική του προσφορά και η αγάπη στον συνάνθρωπο, κυρίως στον πάσχοντα και τον αδύναμο.
Κλείνοντας, θα ήθελα να προσθέσω και να μνημονεύσω εδώ και τον Cirillo Giovani Zorabyan, ο οποίος κατά τη διάρκεια της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού με μεγάλη αυταπάρνηση βοήθησε τον χειμαζόμενο ελληνισμό. Ήταν εκείνος που δέχτηκε τους ηγούμενους και τους μοναχούς, όχι μόνο της Μονής του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα αλλά και της Παναγίας Σουμελά όταν το 1923 είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα μοναστήρια τους και έρχονταν πρόσφυγες στην Ελλάδα. Ο p. Cirillo τους προμήθευσε με φαγητό, κουβέρτες, χρήματα, πλήρωσε το εισιτήριο τους και έτσι ήρθαν στην Ελλάδα. Επιπλέον, μετά την αναγκαστική έξοδο των Ελλήνων από την Τραπεζούντα, πολλά λειτουργικά σκεύη των ορθόδοξων εκκλησιών κρατήθηκαν για φύλαξη στο καθολικό μοναστήρι. Όταν ο p. Cirillo εξορίστηκε από την Τουρκία με την κατηγορία ότι υπέθαλπε και βοηθούσε τους Έλληνες κατέφυγε στην Ελλάδα, και παρέδωσε τα εκκλησιαστικά κειμήλια στο ελληνικό κράτος. Στην Αθήνα έγινε δεκτός με ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη από τους Τραπεζούντιους πρόσφυγες, οι οποίοι έτρεφαν μεγάλο σεβασμό στον ευεργέτη και προστάτη τους p. Cirillo. Μάλιστα όταν οι πρόσφυγες τον συναντούσαν στην Αθήνα τον αγκάλιαζαν, του φιλούσαν τα χέρια και τον ευχαριστούσαν. Από αυτές τις εκδηλώσεις αγάπης των προσφύγων ο p. Cirillo είχε γίνει πια μια κλασική φιγούρα της πρωτεύουσας.
Ιδιαίτερα θα ήθελα να αναφερθώ στις περιπτώσεις που ανέφερε και ιδίως των mons. Luigi Padovese και Don Andrea Santoro. Τον πρώτο τον γνώρισα και μάλιστα έλαβα από τον ίδιο την άδεια για την επιτόπια έρευνα στην Καθολική Εκκλησία της Τραπεζούντας. Τον χαμό του τον έζησα μαζί με την υπόλοιπη αδελφότητα των καπουκίνων στο Κολλέγιο του San Lorenzo da Brindisi κατά τη διάρκεια των ερευνών μου στο αρχείο. Τον δεύτερο δεν τον γνώρισα προσωπικά, αλλά τον μελέτησα καλά, λόγω του ενδιαφέροντος μου για την Τραπεζούντα, πόλη στην οποία υπηρέτησε ως fidei donum. Mέσα από τις σκέψεις του όπως αυτές φανερώνονται από τα γράμματα και τις σημειώσεις αποκαλύπτεται η απροϋπόθετη αγάπη του στον Χριστό και φανερώνεται η θυσιαστική του προσφορά και η αγάπη στον συνάνθρωπο, κυρίως στον πάσχοντα και τον αδύναμο.
Κλείνοντας, θα ήθελα να προσθέσω και να μνημονεύσω εδώ και τον Cirillo Giovani Zorabyan, ο οποίος κατά τη διάρκεια της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού με μεγάλη αυταπάρνηση βοήθησε τον χειμαζόμενο ελληνισμό. Ήταν εκείνος που δέχτηκε τους ηγούμενους και τους μοναχούς, όχι μόνο της Μονής του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα αλλά και της Παναγίας Σουμελά όταν το 1923 είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα μοναστήρια τους και έρχονταν πρόσφυγες στην Ελλάδα. Ο p. Cirillo τους προμήθευσε με φαγητό, κουβέρτες, χρήματα, πλήρωσε το εισιτήριο τους και έτσι ήρθαν στην Ελλάδα. Επιπλέον, μετά την αναγκαστική έξοδο των Ελλήνων από την Τραπεζούντα, πολλά λειτουργικά σκεύη των ορθόδοξων εκκλησιών κρατήθηκαν για φύλαξη στο καθολικό μοναστήρι. Όταν ο p. Cirillo εξορίστηκε από την Τουρκία με την κατηγορία ότι υπέθαλπε και βοηθούσε τους Έλληνες κατέφυγε στην Ελλάδα, και παρέδωσε τα εκκλησιαστικά κειμήλια στο ελληνικό κράτος. Στην Αθήνα έγινε δεκτός με ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη από τους Τραπεζούντιους πρόσφυγες, οι οποίοι έτρεφαν μεγάλο σεβασμό στον ευεργέτη και προστάτη τους p. Cirillo. Μάλιστα όταν οι πρόσφυγες τον συναντούσαν στην Αθήνα τον αγκάλιαζαν, του φιλούσαν τα χέρια και τον ευχαριστούσαν. Από αυτές τις εκδηλώσεις αγάπης των προσφύγων ο p. Cirillo είχε γίνει πια μια κλασική φιγούρα της πρωτεύουσας.
TΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΑΝΟΙΧΤΩΝ ΔΙΑΛΕΞΕΩΝ ΤΟΥ 2021-22
(THE CEMES 2021-22 OPEN PUBLIC LECTURES)
Το Πανεπιστήμιο της Αγίας Αικατερίνης (USK) και το Κέντρο Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών (CEMES) αποφάσισαν να αφιερώσουν τις Ανοιχτές Δημόσιες Διαλέξεις αυτού του ακαδημαϊκού έτους του Μεταπτυχιακού Προγράμματός τους στην «Ορθόδοξη Οικουμενική Θεολογία» (MOET) στην προσέγγιση της Ανατολικής/και Προχαλκηδόνειας Ορθοδοξίας με τον Λατινικό και Ελληνόρρυθμο Καθολικισμό.
I. Το αγγλικό πρόγραμμα των διαδικτυακών διαλέξεων, από μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής και του διδακτικού προσωπικού του ΜΟΕΤ, καθώς και επιλεγμένους ερευνητές του Ποντιφικού Πανεπιστημίου του Αγίου Θωμά (Angelicum), της Οικουμενικής Μονής Bose και των Oriental Orthodox και Ukrainian Greek Catholic Churches, ως συντονιστών και ομιλητών, έχει προγραμματιστεί για τις 18:00-19:30 ώρα Ελλάδας (16:00-17:30 GMT και 08:00-9:30 ώρα Καλιφόρνιας).
ΙΙ. Παράλληλα με αυτές τις διαλέξεις, έχει προγραμματιστεί, πάλι στις 18:00-19:30 ώρα Ελλάδας (16:00-17:30 GMT και 08:00-9:30 ώρα Καλιφόρνιας), και το ελληνικό τμήμα των διαλέξεων.
Χρονικά οι ανοιχτές διαλέξεις αυτής της ακαδημαϊκής χρονιάς, ελληνικές και αγγλικές, στις συζητήσεις των οποίων συμμετέχουν και δύο ακόμη ερευνητές από τις διάφορες χριστιανικές παραδόσεις (εντός παρενθέσεων) και είναι προσβάσιμες στο ευρύτερο κοινό μεβ δυνατότητα μετάφρασης από το κανάλι του CEMES (https://www.youtube.com/channel/UCD_5mcv3Z82pYW8LFUkZEmw), έχουν ως εξής:
ΤΡΙΤΗ 30.11.21
Καθ. π. Υάκινθος Destivelle: «Από το Σχίσμα στην Περιορισμένη Κοινωνία. Η Εξέλιξη των Απόψεων της Καθολικής Εκκλησίας αναφορικά με την Εκκλησιαστική Διαίρεση». Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης. (Ομότ. Καθ. Κ. Μ. George – Rev. Dr. Ihor Shaban)
ΤΡΙΤΗ 07.12.21
Ομότ. Καθ. Γρηγόριος Λαρεντζάκης: «Υπάρχει 'κανονικό' Σχίσμα Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως;»
Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης (Αρχιεπ. Ιωάννης Σπιτέρης - Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 17.12.21
π. Georgy Kochetkov: «Πρόσωπο, Συνοδικότητα και Sobornost στην περί Προσώπου Διδασκαλία της Καινής Διαθήκης. Μια Νέα Προσέγγιση των Ορθοδοξο-Καθολικών Σχέσεων». Συντονιστής: Dr. π. Adalberto Mainardi (Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης – Δρ. Zoya Dachevskaya)
ΤΡΙΤΗ 21.12.21
Αρχιεπίσκοπος των Καθολικών, Ομότ. Καθ. Ιωάννης Σπιτέρης: «Αναζήτηση της Συνοδικότητας και το μέλλον του Ορθοδοξο-Καθολικού διαλόγου».
Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Κώστας Αγόρας (Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας --Καθ. π. Αυγουστίνος Μπαϊρακτάρης)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 07.1.22
Καθ. Δημήτριος Κεραμιδάς: «Ιστορικοί Παράγοντες της Αποξένωσης ανάμεσα στην Ορθόδοξη και την Καθολική Εκκλησία».
Συντονιστής: Καθ. π. Cristian Sonea (Καθ. Δημήτριος Σταματόπουλος – Δρ. Θεοδόσιος Κυριακίδης)
ΤΡΙΤΗ 11.1.22
Ομότ. Καθ. Γεώργιος Mαρτζέλος: «Προοπτικές για την Ένωση των Εκκλησιών: Ορθόδοξης, Καθολικής και Προχαλκηδονίων».
Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Κ. Μ. George (Καθ. π. Αυγουστίνος Μπαϊρακτάρης - – Dr. π. Adalberto Mainardi)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 14.1.22
Παναγιώτης Ανδριόπουλος: «Από τον Εναγκαλισμό Πέτρου-Παύλου στον εναγκαλισμό Ανδρέου-Πέτρου».
Συντονίστρια: Καθ. Αντωνία Κυριατζή (Αρχιεπ. Ιωάννης Σπιτέρης - Ομότ. Καθ. Γρηγόριος Λαρεντζάκης)
ΤΡΙΤΗ 18.1.22
“Συνοδικότητα στην Καθολική Εκκλησία και η εύθραυστη Ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας»,
Ελληνικό Διαδικτυακό Συμπόσιο μετεχόντων στις Ανοιχτές Δημόσιες Διαλέξεις του CEMES
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 21.1.22
“Συνοδικότητα στην Καθολική Εκκλησία και η εύθραυστη Ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας»,
Αγγλικό Διαδικτυακό Συμπόσιο μετεχόντων στις Ανοιχτές Δημόσιες Διαλέξεις του CEMES
ΤΡΙΤΗ 25.1.22
Καθ. π. Cristian Sonea: «Κοινή Χριστιανική Μαρτυρία στην Ιεραποστολή Καθολικών και Ορθοδόξων».
Συντονιστής: Καθ. Δημήτριος Κεραμιδάς (Δρ. π. Κοσμάς J. Njoroge Ngige – Δρ. π. Γρηγόριος Edwards)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 28.1.22
Δρ. π. Ihor Shaban: «Οι Οικουμενικές Σχέσεις της Ελληνόρρυθμης Καθολικής Εκκλησίας της Ουκρανίας».
Συντονιστής: Καθ. π. Andriy Dudchenko (Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης - Ομότ. Καθ. Γεώργιος Mαρτζέλος)
TPITH 1.2.22
Ομότ. Καθ. Μιλτιάδης Κωνσταντίνου: «Ορθόδοξοι και Καθολικοί σε Κοινά Μεταφραστικά Προγράμματα της Βίβλου».
Συντονιστής: Δρ. π. Γεώργιος Aδάμ (Καθ. Nicolas Abou Mrad – Δρ.. Παύλος Βασιλειάδης)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 04.2.22
Αδελφή Δρ. Θεολογία Αδαμτζίλογλου: «Διακόνισσες στην Εκκλησία του Χριστού κατά την πρώτη χιλιετία, με ειδική αναφορά στην Αγ. Νόννα».
Συντονίστρια: Kαθ. Eυαγγελία Αμοιρίδου (Ομ. καθ. Πέτρος Βασιλειάδης – Δρ. Σπυριδούλα Αθανασοπούλου-Κυπρίου)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 11.2.22
Καθ. Πέτρος Παναγιωτόπουλος «Η Συνάντηση με την Επιστήμη Oρθοδόξων και Καθολικών στο Παρελθόν και το Παρόν»
Συντονίστρια: Καθ. Nίκη Παπαγεωργίου (Καθ. Δημήτριος Σταματόπουλος - Καθ. Νικόλαος Δημητριάδης)
ΤΡΙΤΗ 15.2.22
15.2.22 Καθ. Δημήτριος Σταματόπουλος, «Πανορθόδοξες πολιτικές του Οικουμενικού Πατριαρχείου και η Καθολική Εκκλησία: Μια κριτική προσέγγιση
της ιδεολογίας του οικουμενισμού (τέλη 19ου - αρχές 20αι.)». Συντονιστής: Αρσένιος Αρσενάκης Μ.Τh.
(Ομότ. Καθ. Γρηγόριος Λαρεντζάκης - Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης)
ΤΡΙΤΗ 22.2.22
Ομότ. Καθ. Andrii Krawchuk: “Σχέσεις Ορθοδόξων-Καθολικών στην Ουκρανία: Διάγνωση, Στόχοι, Στρατηγική»
Συντονιστής: Καθ. Sergii Bortnyk (Δρ. π. Adalberto Mainardi - Καθ. π. Αυγουστίνος Μπαϊρακτάρης)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 25.2.22
Καθ. Νίκη Παπαγεωργίου: «Μοντέλα γυναικείας Διακονίας στην Εκκλησία του Χριστού σε Ανατολή και Δύση».
Συντονίστρια: Δρ. Σπυριδούλα Aθανασοπούλου-Kυπρίου (Μαρία Κουτάτζη – Δρ. Nίκη Tσιρώνη)
ΤΡΙΤΗ 01.3.22
Δρ. π. Γεώργιος Μπασιούδης : «Η Αναγέννηση της Εκκλησίας του Χριστού. Η Συμβολή του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν στην Οικουμενική Θεολογία».
Συντονιστής. Καθ. π. Στυλιανός Mουξούρης (Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης – Καθ. π. Δανιήλ Galadza)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 04.3.22
Καθ. π. Παντελεήμων Μανουσάκης: «Η Ευχαριστιακή Εκκλησιολογία του Μητρ. Περγάμου Ιωάννη (Ζηζιούλα ) και οι Προοπτικές Ευχαριστιακής Κοινωνίας Ορθοδόξων-Καθολικών». Συντονιστής: Ομ. καθ. Πέτρος Βασιλειάδης (Καθ. π. Κύριλλος Hovorun – Δρ. Adalberto Mainardi)
ΤΡΙΤΗ 08.3.22
Καθ. π. Αυγουστίνος Μπαϊρακτάρης: «Το Όραμα της Ορθοδοξο-Καθολικής Συμφιλίωσης και Ενότητας
στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίοκαι την Chiara». Συντονιστής: Rev. Dr. Adalberto Mainardi
(Ομότ. Καθ. Γεώργιος Mαρτζέλος – Καθ. π. Δανιήλ Galadza)
ΤΡΙΤΗ 15.3.22
Ομότ. Καθ. Κωνσταντίνος Αγόρας: «Εσχατολογία και προοπτικές Ορθοδοξο- Καθολικού διαλόγου».
Συντονιστής: Καθ. Χριστόφορος Αρβανίτης (Αρχιεπ. Ιωάννης Σπιτέρης - Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας)
ΤΡΙΤΗ 22.3.22
ΤΡΙΤΗ 29.3.22
Καθ. Νικόλαος Δημητριάδης «Το Ενδιαφέρον για την Δημιουργία του Θεού. Μια Οικουμενική Ευθύνη».
Συντονιστής: Καθ. π. Ιωάννης Χρυσαυγής (Αρχιεπίσκοπος Καθ. Ιώβ Getcha -
Ομότ.. Καθ. Andrii Krawchuk)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 01.4.22
Αρχιεπίσκοπος Καθ. Ιώβ Getcha: “Κοινός Εορτασμός του Πάσχα και Χριστιανικές Σχέσεις Ανατολής-Δύσεως"
Συντονιστής: Δρ. Odair Pedrose Mateus (Μητρ. Καθ. Βασίλειος Kαραγιάννης - Καθ. π. Δανιήλ Galadza)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 08.4.22
Καθ. Στυλιανός Τσομπανίδης: «H Εγκύκλιος ‘H χαρά του Ευαγγελίου’ του Πάπα Φραγκίσκου και η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος».
Συντονιστής: π. Ραφαήλ Ogliari (Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας - Kαθ. π. Aυγουστίνος Μπαϊρακτάρης)
ΤΡΙΤΗ 12.4.22
Δρ. Ally Kateusz “Εικόνες Γυναικών Διακόνων στην Τέχνη σε Ανατολή και Δύση».
Συντονίστρια: Δρ. Σπυριδούλα Aθανασοπούλου-Kυπρίου (Δρ. Αικατερίνα Δροσιά – Δρ. Eλένη Κασσελούρη)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 15.4.22
Καθ. π. Στυλιανός Μουξούρης, “‘Μνήσθητί μου, Κύριε’ Μνημόνευση Ονομάτων μη-Ορθοδόξων στο Βυζαντινό Τυπικό της Προσκομιδής".
Συντονιστής: Καθ. π. Δανιήλ Galadza (Αρχιεπίσκοπος Λάζαρος Puhalo – Δρ. π. Παύλος Kουμαριανός)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 29.4.22
Καθ. π. Κύριλλος Hovorun: “Μετα-εκκλησιολογία και η Επανένωση των Εκκλησιών, Ορθοδόξου και Καθολικής".
Συντονιστής Δρ. Adalberto Mainardi (Ομότ. Καθ. Andrii Krawchuk - Καθ.. π. Cristian Sonea)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 06.5.22
Καθ. Δημήτριος Mόσχος: "Οι Ιστορικοί και Γεωπολιτικοί Παράγοντες του ‘Σχίσματος’ Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως – Η Νέα Περίοδος Οικουμενικών Σχέσεων". Συντονιστής: Δρ. Θεοδόσιος Κυριακίδης (Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης – Καθ. Δημήτριος Σταματόπουλος)
ΤΡΙΤΗ 10.5.22
Δρ. Σπυριδούλα Aθανασοπούλου-Kυπρίου: “Γυναικείος ειρηνικός Ακτιβισμός και Δημόσια Θεολογία σε Ανατολικό και Δυτικό Χριστιανισμό».
Συντονίστρια: Δρ. Αικατερίνα Δροσιά (Καθ. Αντωνία Κυριατζή – Δρ. Eλένη Κασσελούρη)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 13.5.22
Καθ. Παναγιώτης Yφαντής: “Kαθολικοί Μάρτυρες στην Χριστιανική Ανατολή».
Συντονιστής: Καθ. π. Luca Bianchi (Καθ. Δημήτριος Μόσχος – Δρ. Θεοδόσιος Kυριακίδης)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 20.5.22
Καρδινάλιος Kurt Koch: “Η Διαδικασία Συνοδικότητας στην Καθολική Εκκλησία και οι Προοπτικές Ενώσεως των Εκκλησιών Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως». Συντονιστής: Mητρ. Καθ. Mακάριος. Tιλλυρίδης (Αρχιεπίσκοπος Καθ. Ιώβ Getcha – Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης)
ΤΡΙΤΗ 24.5.22
Δρ. π. Κοσμάς J. Njoroge Ngige: “Διάλογος με τις Αφρικανικές Πρακτικές και Ορθοδοξο-Καθολικές Αχέσεος”.
Συντονιστής: – Δρ. π. Γρηγόριος Edwards (Mητρ. Αλέξανδρος Γιαννίρης – Καθ. Nικόλαος Δημητριάδης)
ΤΡΙΤΗ 31.5.22
Δρ. π. Γρηγόριος Edwards: “Ομοιότητες και Κοινή Χριστιανική Μαρτυρία στην Ορθόδοξη και Καθολική Θεολογία της Ιεραποστολής”.
Συντονιστής: Δρ. π. Κοσμάς J. Njoroge Ngige (Καθ. Δημήτριος Κεραμιδάς – Δρ. π. Ihor Shaban)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 10.6.22
Καθ. Σταύρος Γιαγκάζογλου: Όψεις της Πνευματολογίας στην Ανατολική και τη Δυτική Παράδοση. Η Συμβολή του Yves Congar στον Διάλογο
για την Ενότητα της Εκκλησίας”. Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Κώστας Αγόρας (Αρχιεπ. Ιωάννης Σπιτέρης - Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας)
ΤΡΙΤΗ 14.6.22
Ομότ. Καθ. Κ. Μ. George: “Σχέσεις Βυζαντινής και Προ-Χαλκηδόνειας Ορθοδοξίας με τον Λατινικό και Ελληνόρρυθμο Καθολικισμό».
Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Γεώργιος Μαρτζέλος (Καθ. Νικόλαος Abou Mrad – Δρ. π. Adalberto Μainardi)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 17.6.22
Καθ. Βασιλική Σταθοκώστα: «Οι Σχέσεις Ορθοδόξων-Καθολικών στην Ελλάδα και οι Προοπτικές Ενώσεως των Εκκλησιών».
Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης (Αρχιεπίσκοπος Θεόδωρος Κοντίδης - Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας)
I. Το αγγλικό πρόγραμμα των διαδικτυακών διαλέξεων, από μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής και του διδακτικού προσωπικού του ΜΟΕΤ, καθώς και επιλεγμένους ερευνητές του Ποντιφικού Πανεπιστημίου του Αγίου Θωμά (Angelicum), της Οικουμενικής Μονής Bose και των Oriental Orthodox και Ukrainian Greek Catholic Churches, ως συντονιστών και ομιλητών, έχει προγραμματιστεί για τις 18:00-19:30 ώρα Ελλάδας (16:00-17:30 GMT και 08:00-9:30 ώρα Καλιφόρνιας).
ΙΙ. Παράλληλα με αυτές τις διαλέξεις, έχει προγραμματιστεί, πάλι στις 18:00-19:30 ώρα Ελλάδας (16:00-17:30 GMT και 08:00-9:30 ώρα Καλιφόρνιας), και το ελληνικό τμήμα των διαλέξεων.
Χρονικά οι ανοιχτές διαλέξεις αυτής της ακαδημαϊκής χρονιάς, ελληνικές και αγγλικές, στις συζητήσεις των οποίων συμμετέχουν και δύο ακόμη ερευνητές από τις διάφορες χριστιανικές παραδόσεις (εντός παρενθέσεων) και είναι προσβάσιμες στο ευρύτερο κοινό μεβ δυνατότητα μετάφρασης από το κανάλι του CEMES (https://www.youtube.com/channel/UCD_5mcv3Z82pYW8LFUkZEmw), έχουν ως εξής:
ΤΡΙΤΗ 30.11.21
Καθ. π. Υάκινθος Destivelle: «Από το Σχίσμα στην Περιορισμένη Κοινωνία. Η Εξέλιξη των Απόψεων της Καθολικής Εκκλησίας αναφορικά με την Εκκλησιαστική Διαίρεση». Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης. (Ομότ. Καθ. Κ. Μ. George – Rev. Dr. Ihor Shaban)
ΤΡΙΤΗ 07.12.21
Ομότ. Καθ. Γρηγόριος Λαρεντζάκης: «Υπάρχει 'κανονικό' Σχίσμα Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως;»
Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης (Αρχιεπ. Ιωάννης Σπιτέρης - Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 17.12.21
π. Georgy Kochetkov: «Πρόσωπο, Συνοδικότητα και Sobornost στην περί Προσώπου Διδασκαλία της Καινής Διαθήκης. Μια Νέα Προσέγγιση των Ορθοδοξο-Καθολικών Σχέσεων». Συντονιστής: Dr. π. Adalberto Mainardi (Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης – Δρ. Zoya Dachevskaya)
ΤΡΙΤΗ 21.12.21
Αρχιεπίσκοπος των Καθολικών, Ομότ. Καθ. Ιωάννης Σπιτέρης: «Αναζήτηση της Συνοδικότητας και το μέλλον του Ορθοδοξο-Καθολικού διαλόγου».
Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Κώστας Αγόρας (Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας --Καθ. π. Αυγουστίνος Μπαϊρακτάρης)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 07.1.22
Καθ. Δημήτριος Κεραμιδάς: «Ιστορικοί Παράγοντες της Αποξένωσης ανάμεσα στην Ορθόδοξη και την Καθολική Εκκλησία».
Συντονιστής: Καθ. π. Cristian Sonea (Καθ. Δημήτριος Σταματόπουλος – Δρ. Θεοδόσιος Κυριακίδης)
ΤΡΙΤΗ 11.1.22
Ομότ. Καθ. Γεώργιος Mαρτζέλος: «Προοπτικές για την Ένωση των Εκκλησιών: Ορθόδοξης, Καθολικής και Προχαλκηδονίων».
Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Κ. Μ. George (Καθ. π. Αυγουστίνος Μπαϊρακτάρης - – Dr. π. Adalberto Mainardi)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 14.1.22
Παναγιώτης Ανδριόπουλος: «Από τον Εναγκαλισμό Πέτρου-Παύλου στον εναγκαλισμό Ανδρέου-Πέτρου».
Συντονίστρια: Καθ. Αντωνία Κυριατζή (Αρχιεπ. Ιωάννης Σπιτέρης - Ομότ. Καθ. Γρηγόριος Λαρεντζάκης)
ΤΡΙΤΗ 18.1.22
“Συνοδικότητα στην Καθολική Εκκλησία και η εύθραυστη Ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας»,
Ελληνικό Διαδικτυακό Συμπόσιο μετεχόντων στις Ανοιχτές Δημόσιες Διαλέξεις του CEMES
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 21.1.22
“Συνοδικότητα στην Καθολική Εκκλησία και η εύθραυστη Ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας»,
Αγγλικό Διαδικτυακό Συμπόσιο μετεχόντων στις Ανοιχτές Δημόσιες Διαλέξεις του CEMES
ΤΡΙΤΗ 25.1.22
Καθ. π. Cristian Sonea: «Κοινή Χριστιανική Μαρτυρία στην Ιεραποστολή Καθολικών και Ορθοδόξων».
Συντονιστής: Καθ. Δημήτριος Κεραμιδάς (Δρ. π. Κοσμάς J. Njoroge Ngige – Δρ. π. Γρηγόριος Edwards)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 28.1.22
Δρ. π. Ihor Shaban: «Οι Οικουμενικές Σχέσεις της Ελληνόρρυθμης Καθολικής Εκκλησίας της Ουκρανίας».
Συντονιστής: Καθ. π. Andriy Dudchenko (Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης - Ομότ. Καθ. Γεώργιος Mαρτζέλος)
TPITH 1.2.22
Ομότ. Καθ. Μιλτιάδης Κωνσταντίνου: «Ορθόδοξοι και Καθολικοί σε Κοινά Μεταφραστικά Προγράμματα της Βίβλου».
Συντονιστής: Δρ. π. Γεώργιος Aδάμ (Καθ. Nicolas Abou Mrad – Δρ.. Παύλος Βασιλειάδης)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 04.2.22
Αδελφή Δρ. Θεολογία Αδαμτζίλογλου: «Διακόνισσες στην Εκκλησία του Χριστού κατά την πρώτη χιλιετία, με ειδική αναφορά στην Αγ. Νόννα».
Συντονίστρια: Kαθ. Eυαγγελία Αμοιρίδου (Ομ. καθ. Πέτρος Βασιλειάδης – Δρ. Σπυριδούλα Αθανασοπούλου-Κυπρίου)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 11.2.22
Καθ. Πέτρος Παναγιωτόπουλος «Η Συνάντηση με την Επιστήμη Oρθοδόξων και Καθολικών στο Παρελθόν και το Παρόν»
Συντονίστρια: Καθ. Nίκη Παπαγεωργίου (Καθ. Δημήτριος Σταματόπουλος - Καθ. Νικόλαος Δημητριάδης)
ΤΡΙΤΗ 15.2.22
15.2.22 Καθ. Δημήτριος Σταματόπουλος, «Πανορθόδοξες πολιτικές του Οικουμενικού Πατριαρχείου και η Καθολική Εκκλησία: Μια κριτική προσέγγιση
της ιδεολογίας του οικουμενισμού (τέλη 19ου - αρχές 20αι.)». Συντονιστής: Αρσένιος Αρσενάκης Μ.Τh.
(Ομότ. Καθ. Γρηγόριος Λαρεντζάκης - Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης)
ΤΡΙΤΗ 22.2.22
Ομότ. Καθ. Andrii Krawchuk: “Σχέσεις Ορθοδόξων-Καθολικών στην Ουκρανία: Διάγνωση, Στόχοι, Στρατηγική»
Συντονιστής: Καθ. Sergii Bortnyk (Δρ. π. Adalberto Mainardi - Καθ. π. Αυγουστίνος Μπαϊρακτάρης)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 25.2.22
Καθ. Νίκη Παπαγεωργίου: «Μοντέλα γυναικείας Διακονίας στην Εκκλησία του Χριστού σε Ανατολή και Δύση».
Συντονίστρια: Δρ. Σπυριδούλα Aθανασοπούλου-Kυπρίου (Μαρία Κουτάτζη – Δρ. Nίκη Tσιρώνη)
ΤΡΙΤΗ 01.3.22
Δρ. π. Γεώργιος Μπασιούδης : «Η Αναγέννηση της Εκκλησίας του Χριστού. Η Συμβολή του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν στην Οικουμενική Θεολογία».
Συντονιστής. Καθ. π. Στυλιανός Mουξούρης (Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης – Καθ. π. Δανιήλ Galadza)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 04.3.22
Καθ. π. Παντελεήμων Μανουσάκης: «Η Ευχαριστιακή Εκκλησιολογία του Μητρ. Περγάμου Ιωάννη (Ζηζιούλα ) και οι Προοπτικές Ευχαριστιακής Κοινωνίας Ορθοδόξων-Καθολικών». Συντονιστής: Ομ. καθ. Πέτρος Βασιλειάδης (Καθ. π. Κύριλλος Hovorun – Δρ. Adalberto Mainardi)
ΤΡΙΤΗ 08.3.22
Καθ. π. Αυγουστίνος Μπαϊρακτάρης: «Το Όραμα της Ορθοδοξο-Καθολικής Συμφιλίωσης και Ενότητας
στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίοκαι την Chiara». Συντονιστής: Rev. Dr. Adalberto Mainardi
(Ομότ. Καθ. Γεώργιος Mαρτζέλος – Καθ. π. Δανιήλ Galadza)
ΤΡΙΤΗ 15.3.22
Ομότ. Καθ. Κωνσταντίνος Αγόρας: «Εσχατολογία και προοπτικές Ορθοδοξο- Καθολικού διαλόγου».
Συντονιστής: Καθ. Χριστόφορος Αρβανίτης (Αρχιεπ. Ιωάννης Σπιτέρης - Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας)
ΤΡΙΤΗ 22.3.22
ΤΡΙΤΗ 29.3.22
Καθ. Νικόλαος Δημητριάδης «Το Ενδιαφέρον για την Δημιουργία του Θεού. Μια Οικουμενική Ευθύνη».
Συντονιστής: Καθ. π. Ιωάννης Χρυσαυγής (Αρχιεπίσκοπος Καθ. Ιώβ Getcha -
Ομότ.. Καθ. Andrii Krawchuk)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 01.4.22
Αρχιεπίσκοπος Καθ. Ιώβ Getcha: “Κοινός Εορτασμός του Πάσχα και Χριστιανικές Σχέσεις Ανατολής-Δύσεως"
Συντονιστής: Δρ. Odair Pedrose Mateus (Μητρ. Καθ. Βασίλειος Kαραγιάννης - Καθ. π. Δανιήλ Galadza)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 08.4.22
Καθ. Στυλιανός Τσομπανίδης: «H Εγκύκλιος ‘H χαρά του Ευαγγελίου’ του Πάπα Φραγκίσκου και η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος».
Συντονιστής: π. Ραφαήλ Ogliari (Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας - Kαθ. π. Aυγουστίνος Μπαϊρακτάρης)
ΤΡΙΤΗ 12.4.22
Δρ. Ally Kateusz “Εικόνες Γυναικών Διακόνων στην Τέχνη σε Ανατολή και Δύση».
Συντονίστρια: Δρ. Σπυριδούλα Aθανασοπούλου-Kυπρίου (Δρ. Αικατερίνα Δροσιά – Δρ. Eλένη Κασσελούρη)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 15.4.22
Καθ. π. Στυλιανός Μουξούρης, “‘Μνήσθητί μου, Κύριε’ Μνημόνευση Ονομάτων μη-Ορθοδόξων στο Βυζαντινό Τυπικό της Προσκομιδής".
Συντονιστής: Καθ. π. Δανιήλ Galadza (Αρχιεπίσκοπος Λάζαρος Puhalo – Δρ. π. Παύλος Kουμαριανός)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 29.4.22
Καθ. π. Κύριλλος Hovorun: “Μετα-εκκλησιολογία και η Επανένωση των Εκκλησιών, Ορθοδόξου και Καθολικής".
Συντονιστής Δρ. Adalberto Mainardi (Ομότ. Καθ. Andrii Krawchuk - Καθ.. π. Cristian Sonea)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 06.5.22
Καθ. Δημήτριος Mόσχος: "Οι Ιστορικοί και Γεωπολιτικοί Παράγοντες του ‘Σχίσματος’ Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως – Η Νέα Περίοδος Οικουμενικών Σχέσεων". Συντονιστής: Δρ. Θεοδόσιος Κυριακίδης (Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης – Καθ. Δημήτριος Σταματόπουλος)
ΤΡΙΤΗ 10.5.22
Δρ. Σπυριδούλα Aθανασοπούλου-Kυπρίου: “Γυναικείος ειρηνικός Ακτιβισμός και Δημόσια Θεολογία σε Ανατολικό και Δυτικό Χριστιανισμό».
Συντονίστρια: Δρ. Αικατερίνα Δροσιά (Καθ. Αντωνία Κυριατζή – Δρ. Eλένη Κασσελούρη)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 13.5.22
Καθ. Παναγιώτης Yφαντής: “Kαθολικοί Μάρτυρες στην Χριστιανική Ανατολή».
Συντονιστής: Καθ. π. Luca Bianchi (Καθ. Δημήτριος Μόσχος – Δρ. Θεοδόσιος Kυριακίδης)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 20.5.22
Καρδινάλιος Kurt Koch: “Η Διαδικασία Συνοδικότητας στην Καθολική Εκκλησία και οι Προοπτικές Ενώσεως των Εκκλησιών Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως». Συντονιστής: Mητρ. Καθ. Mακάριος. Tιλλυρίδης (Αρχιεπίσκοπος Καθ. Ιώβ Getcha – Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης)
ΤΡΙΤΗ 24.5.22
Δρ. π. Κοσμάς J. Njoroge Ngige: “Διάλογος με τις Αφρικανικές Πρακτικές και Ορθοδοξο-Καθολικές Αχέσεος”.
Συντονιστής: – Δρ. π. Γρηγόριος Edwards (Mητρ. Αλέξανδρος Γιαννίρης – Καθ. Nικόλαος Δημητριάδης)
ΤΡΙΤΗ 31.5.22
Δρ. π. Γρηγόριος Edwards: “Ομοιότητες και Κοινή Χριστιανική Μαρτυρία στην Ορθόδοξη και Καθολική Θεολογία της Ιεραποστολής”.
Συντονιστής: Δρ. π. Κοσμάς J. Njoroge Ngige (Καθ. Δημήτριος Κεραμιδάς – Δρ. π. Ihor Shaban)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 10.6.22
Καθ. Σταύρος Γιαγκάζογλου: Όψεις της Πνευματολογίας στην Ανατολική και τη Δυτική Παράδοση. Η Συμβολή του Yves Congar στον Διάλογο
για την Ενότητα της Εκκλησίας”. Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Κώστας Αγόρας (Αρχιεπ. Ιωάννης Σπιτέρης - Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας)
ΤΡΙΤΗ 14.6.22
Ομότ. Καθ. Κ. Μ. George: “Σχέσεις Βυζαντινής και Προ-Χαλκηδόνειας Ορθοδοξίας με τον Λατινικό και Ελληνόρρυθμο Καθολικισμό».
Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Γεώργιος Μαρτζέλος (Καθ. Νικόλαος Abou Mrad – Δρ. π. Adalberto Μainardi)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 17.6.22
Καθ. Βασιλική Σταθοκώστα: «Οι Σχέσεις Ορθοδόξων-Καθολικών στην Ελλάδα και οι Προοπτικές Ενώσεως των Εκκλησιών».
Συντονιστής: Ομότ. Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης (Αρχιεπίσκοπος Θεόδωρος Κοντίδης - Αρχιεπ. Δημήτριος Σαλάχας)
ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ PROSECUW ΤΟΥ CEMES
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
ΝΕΟ ΑΓΓΛΟΦΩΝΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΑΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ "ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ"
The Center of Ecumenical, Missiological and Environmental Studies “Metropolitan Panteleimon Papageorgiou” (CEMES), in cooperation with the global network of Theological Education, the World Conference of Association of/and Theological Institutions/Educators (WOCATI) and the Fletcher School of Tuffs University, is planning to launch an online distant Post-graduate Program in GEOPOLITICS AND RELIGION. It is an ambitious intercultural and inter-faith project, following the vision of a forward-looking intercultural program. It aims at applying the inevitable geopolitical effects on religious and cultural matters, primarily of Christianity but also of other religions. It will be following all international standards of excellence and the critical study pursued in modern academic scholarship.
It has a threefold aim: (a) To provide research and education in the field of geopolitics and its effects in religious matters that meet the needs of the 21st century secular, deplomatic and religious research in an inter-cultural transnational environment. (b) To enhance understanding of the diplomatic, ecumenical, socio-economic, ecological and gender issues facing the communities of faith and society at large through teaching and research of highest academic standards. (c) To create an international, multi-ethnic, multi-cultural and diverse student and faculty community to foster greater understanding between cultures, nations, and religious traditions.
Its Academic Committee consists of renowned scholars of various disciplines: Professor Elizabeth Prodromou of Tuffs University, the former Vice President and Minister of Foreign Affairs of the Hellenic Republic, Professor Evangellos Venizelos, Professor of Constitutional Law, Aristotle University of Thessaloniki; Emeritus Professor Paschalis Kitromilidis, Professor of History and member of the Academy of Athens; Emeritus Professor Metr. Ioannis Zizioulas, Professor of Orthodox Theology and member of the Academy of Athens; and Emeritus Professor Petros Vassiliadis, Professor of Biblical Theology, Aristotle University of Thessaloniki and President in Honor of CEMES
The following professors will teach the following (in parenthesis) Core Courses of the Program:
Paschalis Kitromilidis and Elizabeth Prodromou (Introduction to Geopolitics), Evangellos Venizelos (Geopolitics and Law), Paschalis Kitromilidis (Modernity, Religion and Geopolitics), Elizabeth Prodromou (Human Rights, Diplomacy and Geopolitics), Dimitris Stamatopoulos (History of Religions and Geopolitics), Petros Vassiliadis (Christianity and Geopolitics).
Similarly, for the Elective courses:
Cyril Hovorun and Augustinos Bairaktaris (Christian Ecclesiology and Geopolitics), Dimitrios Keramidas and Cristian Sonea (World Christian Mission and Geopolitics), Nikolaos Dimitriadis (Interfaith Dialogue and Geopolitics), John Chryssavgis (Environment and Geopolitics), Mark Lindsay (Ecumenical Relations and Geopolitics), Dimitrios Passakos (Bible, Social Studies and Geopolitics), Christos Tsironis (Ethics & Geopolitics), Niki Papageorgiou (The Church’s Structure and Geopolitics), Nikos Kouremenos (Eastern & Oriental Orthodox Churches & Geopolitics), Athanasios Papathanasiou (Contemporary Orthodox Mission & Geopolitics), Sergii Bortnyk (Orthodox Church and Geopolitics in Ukraine), Diogenis Karagiannakidis (Orthodox Church and Geopolitics in Mt Athos), Kostas Mygdalis (Orthodox Church and Geopolitics and IAO), Denia Athanasopoulou-Kypriou (Feminist Theology & Geopolitics).
The online distant Master Program in Geopolitics and Religion is a 14-month program of study comprised of three parts over three semesters. Eligible for registration are holders of any under-graduate diploma from accredited higher education institutions. It is taught exclusively in English. Students are required to successfully complete 75 ECTS (the agreed European educational credit measure). The first semester covers a course on Introduction to Geopolitics (worth 6 ETCS) and 4 core courses (worth 6 ETCS each). The second semester covers one core course (worth 6 ETCS) and 8 elective courses (worth 3 ECS each), Each teaching term has 13 teaching weeks through distance synchronic and a-synchronic instruction and seminar work, followed by a 6-day examination period. The third period is taken up with work on the Master' s dissertation (worth 15 ETCS).
The Master program is addressed to English-speaking graduate students of all disciplines, who wish to acquire or broaden their specialization through online instruction aiming at a profound knowledge of the effects of geopolitics on the religious and Christian communities and their life in secular and multi-religious and multi-cultural context.
The Program offers a critical and multifarious study of the religious, inter-faith and ecumenical relations, affected by secular and various geopolitical factors and ambitions to focus both on the traditional understanding of any Faith tradition and on their witness to present day realities. The obtained skills that the graduates develop will allow them to work in secular and religious environments, in educational and business and academic institutions, in Church administration, and in other relevant areas.
CEMES-MOET-PEOTA
Νέο Αραβόφωνο πρόγραμμα, αφιερωμένο στον Μητρoπολίτη Γεώργιο Khodr
A new Arab-speaking theological educational program dedicated to Metropolitan Georges Khodr
(in Ecumenical Orthodox Theology in Arabic (PEOTA).
In 2021, the International Hellenic University and the Center of Ecumenical, Missiological and Environmental Studies has started its Master Program in “Orthodox Ecumenical Theology” (MOET) of highest academic standards. The Program is offered in English, as it is addressed both for Orthodox and non-Orthodox graduate students wishing either to learn more about the Orthodox Theology or to deepen their knowledge through a mission-oriented and biblical and liturgically based theological education. Behind this program, the ambition of the founder is clear: to study the authentic Christian tradition, and at the same time reflect on how this can be implemented in the 21st century, with the view of including the widest possible scholarship as well as audience.
Within this same spirit, Prof. Nicolas Abou Mead, a formerly professor of the University of Balamand, proposed an On-line program of theological education, carrying the same ambition, yet, addressed to the Arabic speaking Christians present all over the world. This program, which offers a diploma and certificate of attendance, shall include courses in the different fields of theological education, as well as public lectures and Symposia dealing with actualities relevant to the presence and witness of Arabic speaking Christians today, all mainly held in the Arabic language.
The uniqueness of this program, if compared to other On-line theological programs offered by various Arabic speaking theological faculties or institutes, shall lie in its approach. While the existing programs are mainly bound to classical curricula of theological education, the Metropolitan Georges Khodr Educational Program in Ecumenical Orthodox Theology (PEOTA) shall focus on actualizing theological education for the Arab Christians, in a way that would help them bear an active and living witness in a world in which they are facing multiple challenges, such as living in a religiously diverse context not immune to hardships and where vital questions torment the Arabic speaking Christians, including those related to the Minority-Majority dilemma, engaging with non-Christians and being active members of their societies, while holding to the essence of their faith and legacy. These are matters that have pre-occupied the great Antiochian theologian, Metr. Georges Khodr, to whom this program is dedicated, who, in his writings and life, has set a path for an active Christian witness both in the Middle East region as well as in the rest of the world.
Hence, I suggest that the program includes the following:
1. Courses in theological education: covering the main field of theology; Bible, Doctrine, History of the Church, Liturgy and Patristics. Yet, the courses shall be offered in such a way as to reveal the intrinsic links between these different fields, which are not separate monolithic blocs, but are profoundly interrelated. This interrelation shall be the main focus in the courses. For example, how liturgy interprets and echoes the biblical teaching? What led the fathers to formulate the faith in doctrinal formulas, how these formulas serve us today, and can they be actualized? How can the history of the Church be viewed from a biblical perspective and how can the historical presence of the Church be viewed against the teaching about the Church as the body of Christ? These and other questions shall be the leading factors in shaping the courses and their Syllabi.
2. Public Lectures: one or two monthly public lectures offered by experts in theology, religious sociology, politics, psychology, art, as well as the different fields of culture, that touch upon main issues relevant to actualizing the Christian theological education and revealing its interconnection with other disciplines and human activities.
3. Symposia: CEMES has had the courage to launch a series of Symposia dealing with crucial matters related to the Church’s life and theology, such as science and theology, ordination of women, interreligious matters, to name just a few. With the same spirit a yearly symposium can be held in Arabic, raising such actual and other similarly important issues.
It is to be noted that all these activities shall be held on-line. The COVID-19 pandemic has introduced us more profoundly to what technology can offer us in terms of communication and educational tools. Since the Arabic speaking Christians are present all over the world, the outreach shall be through online means. Exceptionally, physical symposia can be held in some countries, if the topic of the symposium is more relevant to any of these countries than to others. In this case, exceptional arrangements shall be made.
Academic Community: a large number of Arabic speaking theologians may be contacted once this proposal is approved. I would suggest to include, besides Orthodox theologians, non-orthodox experts in the field of theology, who can, not only enrich the discussions, but also through their presence and participation, foster the ecumenical character of the program as well as the co-existence as a necessity for the Arabic speaking Christians in their different contexts.
Schedule: Courses shall consist of 6 - 8 sessions per semester (fall: Sep. through Dec.; Spring: Feb. through June). Public lectures shall be held once or twice per month throughout the year. Symposia: once every year or every other year.
Fees: This shall be agreed upon in agreement with CEMES, in a way that would not add to the financial burdens of people living already in dire financial situations. Participants with better financial means shall compensate for those who do not have these means.
Final Remarks
CEMES, with its ecumenical and missiological approach, is expected to be the cradle for programs that would carry the same spirit. PEOTA shall be enshrined in the underlying concept that theological education is first and foremost one of the aspects of Christian mission, and that this mission shall reach the ends of the earth.
(in Ecumenical Orthodox Theology in Arabic (PEOTA).
In 2021, the International Hellenic University and the Center of Ecumenical, Missiological and Environmental Studies has started its Master Program in “Orthodox Ecumenical Theology” (MOET) of highest academic standards. The Program is offered in English, as it is addressed both for Orthodox and non-Orthodox graduate students wishing either to learn more about the Orthodox Theology or to deepen their knowledge through a mission-oriented and biblical and liturgically based theological education. Behind this program, the ambition of the founder is clear: to study the authentic Christian tradition, and at the same time reflect on how this can be implemented in the 21st century, with the view of including the widest possible scholarship as well as audience.
Within this same spirit, Prof. Nicolas Abou Mead, a formerly professor of the University of Balamand, proposed an On-line program of theological education, carrying the same ambition, yet, addressed to the Arabic speaking Christians present all over the world. This program, which offers a diploma and certificate of attendance, shall include courses in the different fields of theological education, as well as public lectures and Symposia dealing with actualities relevant to the presence and witness of Arabic speaking Christians today, all mainly held in the Arabic language.
The uniqueness of this program, if compared to other On-line theological programs offered by various Arabic speaking theological faculties or institutes, shall lie in its approach. While the existing programs are mainly bound to classical curricula of theological education, the Metropolitan Georges Khodr Educational Program in Ecumenical Orthodox Theology (PEOTA) shall focus on actualizing theological education for the Arab Christians, in a way that would help them bear an active and living witness in a world in which they are facing multiple challenges, such as living in a religiously diverse context not immune to hardships and where vital questions torment the Arabic speaking Christians, including those related to the Minority-Majority dilemma, engaging with non-Christians and being active members of their societies, while holding to the essence of their faith and legacy. These are matters that have pre-occupied the great Antiochian theologian, Metr. Georges Khodr, to whom this program is dedicated, who, in his writings and life, has set a path for an active Christian witness both in the Middle East region as well as in the rest of the world.
Hence, I suggest that the program includes the following:
1. Courses in theological education: covering the main field of theology; Bible, Doctrine, History of the Church, Liturgy and Patristics. Yet, the courses shall be offered in such a way as to reveal the intrinsic links between these different fields, which are not separate monolithic blocs, but are profoundly interrelated. This interrelation shall be the main focus in the courses. For example, how liturgy interprets and echoes the biblical teaching? What led the fathers to formulate the faith in doctrinal formulas, how these formulas serve us today, and can they be actualized? How can the history of the Church be viewed from a biblical perspective and how can the historical presence of the Church be viewed against the teaching about the Church as the body of Christ? These and other questions shall be the leading factors in shaping the courses and their Syllabi.
2. Public Lectures: one or two monthly public lectures offered by experts in theology, religious sociology, politics, psychology, art, as well as the different fields of culture, that touch upon main issues relevant to actualizing the Christian theological education and revealing its interconnection with other disciplines and human activities.
3. Symposia: CEMES has had the courage to launch a series of Symposia dealing with crucial matters related to the Church’s life and theology, such as science and theology, ordination of women, interreligious matters, to name just a few. With the same spirit a yearly symposium can be held in Arabic, raising such actual and other similarly important issues.
It is to be noted that all these activities shall be held on-line. The COVID-19 pandemic has introduced us more profoundly to what technology can offer us in terms of communication and educational tools. Since the Arabic speaking Christians are present all over the world, the outreach shall be through online means. Exceptionally, physical symposia can be held in some countries, if the topic of the symposium is more relevant to any of these countries than to others. In this case, exceptional arrangements shall be made.
Academic Community: a large number of Arabic speaking theologians may be contacted once this proposal is approved. I would suggest to include, besides Orthodox theologians, non-orthodox experts in the field of theology, who can, not only enrich the discussions, but also through their presence and participation, foster the ecumenical character of the program as well as the co-existence as a necessity for the Arabic speaking Christians in their different contexts.
Schedule: Courses shall consist of 6 - 8 sessions per semester (fall: Sep. through Dec.; Spring: Feb. through June). Public lectures shall be held once or twice per month throughout the year. Symposia: once every year or every other year.
Fees: This shall be agreed upon in agreement with CEMES, in a way that would not add to the financial burdens of people living already in dire financial situations. Participants with better financial means shall compensate for those who do not have these means.
Final Remarks
CEMES, with its ecumenical and missiological approach, is expected to be the cradle for programs that would carry the same spirit. PEOTA shall be enshrined in the underlying concept that theological education is first and foremost one of the aspects of Christian mission, and that this mission shall reach the ends of the earth.
CEMES PROJECT ON UKRAINIAN ORTHODOX RECONCILIATION
PEACE ON EARTH AND ORTHODOX UNITY. AN APPEAL TO THE ORTHODOX ACADEMIC COMMUNITY
The Center of Ecumenical, Missiological and Environmental Studies “Metr. Panteleimon Papageorgiou” (CEMES) faithful to its vocation and vision had started since September 1, 2018 a scholarly project under the pretext of the Orthodox unity, so vulnerable in our present-day Orthodox Church that started with the Holy and Great Council. As the Orthodox unity had suffered a serious blow by the last-minute decision of the Russian Church (together with Antioch, Georgia, Bulgaria) not to participate, so also it was later deteriorated after the decision of the Moscow Patriarchate (MP) to break Eucharistic communion with the EP (and later with those Primates who recognized the Orthodox Church of Ukraine, OCU).
CEMES set up an ad hoc academic committee, consisting of the teaching staff of the anglophone inter-Orthodox, inter-jurisdictional Master Program in “Orthodox Ecumenical Theology” (MOET) of the International Hellenic University (IHU), assigned the task to examine the Ukrainian crisis from a scholarly academic theological the theological, historical and canonical perspective on the issue of the granting autocephaly in a single and united Orthodox Church in Ukraine. CEMES also continued more fervently on the same principle the activities of the MOET program, officially started this academic year, continuing its quest for Orthodox unity. After all, MOET by its nature concentrates on this unity of Orthodoxy and of the entire Christian world.
Now, 2 years after the official granting of Autocephaly to a united Church in Ukraine CEMES and MOET decided to focus in addition on the practical aspects of restoring Orthodox unity in Ukraine. More precisely, on how the broken unity in Ukraine can be practically restored. H.A.H the Ecumenical Patriarch Bartholomew has in numerous occasions affirmed this, and H.H. the Patriarch of Moscow Cyril quite recently in an interview to a Russian TV opened a small window by suggesting private prayer between himself and Ecumenical Patriarch Bartholomew, as the least he can do, in view of the unilateral breaking of the Eucharistic communion by the Holy Synod of the Moscow Patriarchate.
The Orthodox academic theological community, as the prophetic conscience of the Church, cannot but follow their example. And as a first step to consider pragmatic proposal, based on the actual situation that is revealed at this specific time. Taking into consideration that the Ukrainian public is open to a closer relationship and even cooperation with their neighbour countries, the main feature for this rapprochement should be the idea of soft power. And what is at this stage needed is a cultural cooperation, exchange of ideas and engaging the younger generation for the mutual enrichment in humanitarian sphere. As to a canonical step a practical proposal, though not the only one, may be an interim solution of a double jurisdiction in Ukraine, i.e. the creating of a new ecclesiastical structure with mutual agreement by both the UOC-MP and the new Autocephalous OCU. Although a double jurisdiction may not be fully canonical, and even in the Orthodox diaspora is in the process of being overcome, it seems the only feasible solution that will diminish hatred developed during the past 20 years, exacerbated in the last two years. Only such a solution – or similar ones - can in a very short time reconcile all Ukrainian Orthodox making them embrace one another as an example not only to the rest of the Orthodox, but to the whole world, of what a Christian love is.
This, of course, can only be achieved if the model of the 1928 agreement between the Ecumenical Patriarchate and the Autocephalous Church of Greece that allowed a century ago the so-called New Lands in Greece to be temporarily administered by the Autocephalous Church of Greece. In other words, if both the UOC-MP and the OCU leave aside for a short time their civil ecclesiastical war and agree in joining forces in Church administration. During this interim period, a Church administration can possibly be established, with a Permanent Holy Synod consisting of 6 hierarchs from UOC-MP and 6 from the OCU, and a Synod of all the Orthodox hierarchs, exactly on the model that perfectly operates in the Church of Greece. All these, hopefully by extending their synodality to the “royal priesthood” (both ordained and lay people) and at all levels of ecclesiastical life, until a full-scale reconciliation and maturity is achieved, and eventually a truly united Orthodox Church in Ukraine emerges.
As a second suggestion, MOET, as well as IHU’s second inter-disciplinary program on “Geopolitics and Religions” (GRER), will invite scholars to give open internationally public lectures, as MOET has already started with all members of its academic committee. H.E. Metropolitans of Pergamon (EP), Targoviste (Romania), Kenya (Alexandria), Diokleia (EP), Constantia (Cyprus), Volokolamsk (Russia), and myself, as well as all the nearly 20 members of the teaching staff.
CEMES now invites all interested Orthodox academics, despite any natural pessimism they may feel, to make similar recommendations for brotherly/sisterly discussion. The growing disrespect of the society at large for our Church after the experience of the pandemic is the right “kairos” for the faithful Orthodox academics to act.
ΓΕΝΙΚΗ-ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ_Μαΐου_21.pdf | |
File Size: | 260 kb |
File Type: |
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΣΩΜΑΤΕΙΟ
ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ
ΚΕΝΤΡΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ͕ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ
ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ
ΚΕΝΤΡΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ͕ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ
ΤΟ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
Το Κέντρο «Μητροπολίτης Παντελεήμων Παπαγεωργίου» (CEMES), σε συνεργασία και με τις ευλογίες του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου και των περισσοτέρων αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, ανέθεσε στο την δημιουργία υψηλού επιστημονικού επιπέδου αγγλόφωνου μεταπτυχιακού προγράμματος Ορθόδοξου θεολογίας, απευθυνόμενου κατ' αρχήν στους μη-Ορθοδόξους.
Η επιστημονική επιτροπή, η οποία συν συστήθηκε από διακεκριμένους καθηγητές, ιεράρχες όλων των Ορθοδόξων εκκλησιαστικών δικαιοδοσιών, οι οποίοι διευθύνουν ή διηύθυναν ανώτατα Θεολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα ως πρυτάνεις, κοσμήτορες, διευθυντές κλπ, και συγκεκριμένα τους Μητροπολίτες Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα (Ακαδημία Αθηνών), Διοκλείας Κάλλιστο Ware (Οξφόρδη), Τιργοβιστίου Νήφωνα, (Ρουμανία), Μακάριο Τηλλυρίδη (Κένυα), έκρινε από τις διαβουλεύσεις τις οποίες είχε μέχρι τώρα ο Πρόεδρος επί τιμή του CEMES, ότι στην παρούσα συγκυρία προέχει πρωτίστως η διατήρηση της ενότητας της Ορθοδοξίας στο πολύ βασικό και ουσιαστικό επίπεδο της Ορθοδόξου ακαδημαϊκής θεολογίας. Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί μόνον με τη συμμετοχή διδασκόντων και διδασκομένων από ΟΛΕΣ ή δυνατόν τις Ορθόδοξες δικαιοδοσίες και παραδόσεις: ελληνική, ρωσική, σλαβική, ρουμανική αραβική, αφρικανική κλπ. αλλά και της Ορθόδοξης δυτικής διασποράς. Καλούνται λοιπόν άπασες ει δυνατόν οι αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες να μεριμνήσουν για την οικονομική στήριξη και αποστολή ενός τουλάχιστον φερέλπιδος αγγλομαθούς μεταπτυχιακού φοιτητού στο εν λόγω πρόγραμμα.
Στόχος του προγράμματος είναι η έρευνα και μελέτη, ιεραποστολικά προσανατολισμένη και λειτουργικά και βιβλικά βασισμένη, της πλούσιας Πατερικής παράδοσης της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, εφαρμοσμένης όμως στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα.
Η συμμετοχή τόσο αγγλομαθών καθηγητών όσο και φοιτητών από όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες κρίνεται άκρως απαραίτητη. Επίσης αποφασίστηκε η μεταφορά της τοποθεσίας περιοδικά και σε ιδρύματα άλλων εκκλησιαστικών δικαιοδοσιών που θα επιθυμούσαν να φιλοξενήσουν τα μαθήματα του ετήσιου αυτού προγράμματος, εφόσον φυσικά έχουν τις κατάλληλες υποδομές.
Τέλος, και σπουδαιότερο, προτάθηκε από τον Μητρ. Νήφωνα να γίνει εισήγηση στον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη, με βάση αυτή την εμπειρία που ελπίζεται με τη βοήθεια του Θεού να αποκτηθεί, ώστε να συσταθεί Ειδική Θεολογική Επιτροπή εξ αρχιερέων και καταξιωμένων θεολόγων, υπό την προεδρία ει δυνατόν Προκαθημένου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, και πρόχειρα το όνομα του αγίου Αλβανίας ήρθε στο προσκήνιο.
Ο Διευθυντής του Προγράμματος
Ομ.Καθ. Πέτρος Βασιλειάδης
The Master Program in Orthodox Ecumenical Theology (MOET)
is an inter-Orthodox and inter-jurisdictional Program of distant learning (webinar0, which aims at applying the invaluable theological legacy of the Orthodox Christianity to the needs of the present, following all international standards of excellence and the critical study pursued in modern academic scholarship. It will operate under the academic umbrella of the University of Saint Katherine (USK).
Aims and objectives
Το provide research and education in foundational Orthodox theology that meet the needs of the Church in the 21st century in local, inter-Christian, and inter-Faith environment. Though it was primarily planned to deal with Orthodox Theology in its ecumenical perspective - the term “ecumenical” referring to the universal, catholic and ecumenical dimension of the Christian faith - it also applies to all Christian theologies designated not in a confessional sense as “orthodox”.
To enhance understanding of the ecumenical, socio-economic, ecological and gender issues facing the Churches and society today, through teaching and research of the highest academic standard.
To create an international, multi-ethnic, multi-cultural and diverse student and faculty community to foster greater understanding between cultures, nations, and Church traditions.
Target audience
The Master in Orthodox Ecumenical Theology is addressed to English-speaking theologians, and graduates of relevant disciplines, who wish to acquire or broaden their specialization through a high-level instruction aiming at an effective application of the foundational doctrine of Christianity, especially the Orthodox (Biblical, Liturgical, Patristic) to our secular, multi-religious and multi-cultural context. Eligible for registration are holders of any undergraduate bachelor’s degree from accredited higher education institutions.
The Academic Committee
Emeritus Professor Metropolitan Ioannis Zizioulas,
Professor of Dogmatic Theology , Former President of the Academy of Athens
Emeritus Professor, Metropolitan Kallistos Ware
Professor of Orthodox Theology, Oxford University
Professor Metropolitan Makarios Tylliridis,
Professor of Church History, Dean of Makarios III Seminary
Professor Metropolitan Nifon Mihaita,
Professor of Old Testament, Rector of the University of Targoviste
Professor Metropolitan Vassilios Karayannis,
Professor of Systematic Theology, President of St. Epiphanius Cultural Institute
Professor Metropolitan Epiphanios Dumenko
Prof. of Bible and Philosophy, Former Rector of the Kyiv Orthodox Theological Academy
Emeritus Professor Petros Vassiliadis,
Professor of New Testament, Aristotle University of Thessaloniki (Director)
Program Structure
Students are required to complete the following Core and elective courses:
The Core Courses
First Semester
Introductory course
Liturgical Theology
Biblical Theology
Patristic and Systematic Theology
Church History and Theology
Second Semester
Missiology
Ecology & Inter-Faith Dialogue
Ecumenical Theology & Ecclesiology
The Elective Courses
During the second semester, students should choose four from following courses
Biblical Hermeneutics and Social Studies
Pauline Theology in Early and Contemporary Christianity
Emotion, the Body and the Senses in Orthodox Hymnography and Liturgy
Oriental Orthodox Churches: History and Spiritual Life
The Church’s Structure: A Sociological Approach
Scientific and Bioethical Issues in Orthodox Theology
Orthodox Feminist Hermeneutics
Most of the Academic Staff are members of CEMES
The Dissertation
During the third semester, students submit their Dissertation, an individual project on a subject relating to their studies and career. The topic is chosen by the student with input and advice from a faculty member, who acts as supervisor, working closely with the student. The dissertation is an individual 10,000-word paper of original scientific work, which upon completion is submitted for examination and approval by a three-member committee chaired by the student’s supervisor.
The Faculty
- (in red the CEMES members, in parenthesis the Orthodox Jurisdictions OR non-Orthodox Churches)
Petros Vassiliadis
Miltiadis Konstantinou
Ivan Zelev Dimitrov (BUL)
Nicolas Abou Mrad (ANT)
Dimitrios Passakos
Georgios Adam (EVAN)
Moschos Goutzioudis
Mauro Pesce (CATH)
Liturgical Courses
Pavlos Koumarianos (GR)
Niki Tsironis (GR)
Paul Meyendorff (OCA)
Systematic Theological Courses
Georgios Martzelos
Vassilios Karayannis (CYP)
Emmanuel Clapsis (EP)
Nicolai Mosoiu (ROM)
Porphyrios Georgi (ANT)
Historical Courses
Dimitrios Moschos (GR)
Tamara Grdzelidze (GEO)
Theodosios Kyriakidis
Missiological Courses
Dimitris Keramidas
Cristian Sonea (ROM)
Athanasios Papathanasiou (GR)
Evangelia Voulgaraki
Rev. Gregory Edwards
Ecumenical Courses
Cyril Hovorun (UOC-ΜΡ)
Augustinos Bairaktaris
Vassiliki Stathokosta
Inter-Faith and Environmental Courses
Nikolaos Dimitriadis
John Chryssavgis
John Ngige Njoroge (ALE)
Ecclesiological courses
Metr. John Zizioulas (EP)
John P. Manousakis (EP)
Cyril Hovorun (UOC-MP)
Social and Ethical Theological Courses
Christos Tsironis
Niki Papageorgiou
Lukasz Nazarko (POL)
Modern, Gender and Bio-ethics Courses
Petros Panagiotopoulos
Denia Athanasopoulou-Kypriou
Elizabeth Prodromou
Inter-Christian Courses
Nikos Kouremenos
Rev. George Kondothra (ORIEN)
Rev. Luca Bianchi (CATH)
Right Rev. Theodore Kondidis (CATH)
Right Rev. Rowan William (ANGL)
Right Rev. Tom Wright (ANGL)
Patristic Courses
Metr. Kallistos Ware (ΕΡ)
Sebastian Brock
Canonical Courses
John Erickson (OCA)
Theodoros Yagou (JER)
Jovic Rastko (SER)
ΝΕΟ (23.4.2020)
ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
(ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΤΟΥ ΚΟΡΟΝΑΪΟΥ)
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
ΤΕΛIKO ANAKOINΩΘEN ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΥ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟΥ TOY CEMES ΓΙΑ ΤΟΝ COVID-19
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
ΔΙΑΚΟΝΙΣΣΕΣ. ΠΑΡΕΛΘΟΝ-ΠΑΡΟΝ-ΜΕΛΛΟΝ. ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ (31.1-2.2.2020)
The entire international scientific conference, fully video recorded by IHU and edited by Nikolaos Dimitriadis, in one click. From the CEMES Executive Committee YouTube Channel.
1st Day Opening session (youtube.com/watch?v=hWFEL6YGOZc).
2nd Day Morning session (youtube.com/watch?v=3vdWHkK3rKE)
2nd Day Afternoon session Part I (youtube.com/?v=ri05RtUBciM) and Part II (youtube.com/watch?v=nDk7gka0RDo)
3rd Day Morning session (youtube.com/watch?v=brwC-SoYuyM)
3rd Day Afternoon session (youtube.com/watch?v=jf9CHsVo088)
The Final Report in Greek (academia.edu/41845494) and in English (academia.edu/41940677) and the Open Letter to the Churches in Greek (cemes.weebly.com & scribd.com/document/447016179) and in English (cemes-en.weebly.com & scribd.com/document/447009175)
The entire international scientific conference, fully video recorded by IHU and edited by Nikolaos Dimitriadis, in one click. From the CEMES Executive Committee YouTube Channel.
1st Day Opening session (youtube.com/watch?v=hWFEL6YGOZc).
2nd Day Morning session (youtube.com/watch?v=3vdWHkK3rKE)
2nd Day Afternoon session Part I (youtube.com/?v=ri05RtUBciM) and Part II (youtube.com/watch?v=nDk7gka0RDo)
3rd Day Morning session (youtube.com/watch?v=brwC-SoYuyM)
3rd Day Afternoon session (youtube.com/watch?v=jf9CHsVo088)
The Final Report in Greek (academia.edu/41845494) and in English (academia.edu/41940677) and the Open Letter to the Churches in Greek (cemes.weebly.com & scribd.com/document/447016179) and in English (cemes-en.weebly.com & scribd.com/document/447009175)
ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
ΔΙΑΚΟΝΙΣΣΕΣ: ΠΑΡΕΛΘΟΝ-ΠΑΡΟΝ-ΜΕΛΛΟΝ
ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΤΟΥ CEMES KAI TOY ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ
Το Κέντρο Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών (CEMES) και Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδος (IHU) διοργανώνουν Διεθνές Συμπόσιο με θέμα «Διακόνισσες: Παρελθόν-Παρόν-Μέλλον».
Το συμπόσιο θα διεξαχθεί μεταξύ 31 Ιανουαρίου και 2 Φεβρουαρίου 2020 στις εγκαταστάσεις του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδας στη Θέρμη.
Στόχος του συμποσίου είναι η αναβίωση του θεσμού των Διακονισσών, η βιβλική, λειτουργική, Πατερική, αρχαιολογική κανονική, θεολογική, και ιστορική ανάλυσή του, και η κριτική αποτίμηση των προσφάτων εξελίξεων στην Ορθόδοξη Εκκλησία, και όχι μόνο, 5 χρόνια μετά το Διεθνές Συνέδριο του CEMES, τον Ιανουάριο του 2015 με θέμα «Διακόνισσες, Χειροτονία των Γυναικών και Ορθόδοξη Θεολογία».
Το συμπόσιο είναι ανοιχτό στο κοινό, αλλά μπορούν να το παρακολουθήσουν διαδικτυακά και ενδιαφερόμενοι από όλο τον κόσμο. Δηλώσεις συμμετοχής των εξ αποστάσεως ακροατών του συμποσίου, για την οποία θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας, θα πρέπει να αποσταλούν έως και τις 25 Ιανουαρίου 2020 στα E-mail: [email protected] και [email protected].gr
Το συμπόσιο θα διεξαχθεί μεταξύ 31 Ιανουαρίου και 2 Φεβρουαρίου 2020 στις εγκαταστάσεις του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδας στη Θέρμη.
Στόχος του συμποσίου είναι η αναβίωση του θεσμού των Διακονισσών, η βιβλική, λειτουργική, Πατερική, αρχαιολογική κανονική, θεολογική, και ιστορική ανάλυσή του, και η κριτική αποτίμηση των προσφάτων εξελίξεων στην Ορθόδοξη Εκκλησία, και όχι μόνο, 5 χρόνια μετά το Διεθνές Συνέδριο του CEMES, τον Ιανουάριο του 2015 με θέμα «Διακόνισσες, Χειροτονία των Γυναικών και Ορθόδοξη Θεολογία».
Το συμπόσιο είναι ανοιχτό στο κοινό, αλλά μπορούν να το παρακολουθήσουν διαδικτυακά και ενδιαφερόμενοι από όλο τον κόσμο. Δηλώσεις συμμετοχής των εξ αποστάσεως ακροατών του συμποσίου, για την οποία θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας, θα πρέπει να αποσταλούν έως και τις 25 Ιανουαρίου 2020 στα E-mail: [email protected] και [email protected].gr
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ
Το Κέντρο Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών «Μητροπολίτης Παντελεήμων Παπαγεωργίου» (CEMES) κατά την τακτική συνεδρία του Διοικητικού του Συμβουλίου της 25ης Σεπτεμβρίου 2019 εξέτασε διεξοδικώς την διαμορφωθείσα στην ελληνική επικράτεια κατάσταση αναφορικά με το Μάθημα των Θρησκευτικών, μετά την ανακοίνωση της απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Το Κέντρο, στα πλαίσια των επιστημονικών δραστηριοτήτων με βάση το καταστατικό του, αν και έλαβε γνώση των μέχρι σήμερα δημόσιων τοποθετήσεων, θεώρησε χρέος του να μην επεκταθεί σε ζητήματα εκπαιδευτικής πολιτικής, συνδικαλιστικής υφής, αποκλειστικής αρμοδιότητας, φυσικά, των αρμόδιων φορέων, όπως και της αναγκαίας νομικής αξιολόγησης. Επικέντρωσε αρχικά το ενδιαφέρον του επί των επιπτώσεών της ανωτέρω αποφάσεως του ΣτΕ στη δημόσια εκπαίδευση και την ευρύτερη κοινωνία, αναμένοντας πάντοτε τις εκτιμήσεις των καθ’ ύλην αρμοδίων επιστημονικών φορέων και φυσικών προσώπων.
Θεώρησε περαιτέρω καθήκον του να εκφράσει την αγωνία του, για το καθαρά θεολογικό σκεπτικό, τόσο των αγωγών που έχουν κατατεθεί, όσο και της – ως μη ώφελε – υιοθέτησής του με την απόφαση του ΣτΕ, την πρωτόδικη και σε εκείνην της ολομέλειάς του.
Με βάση την επιστημονική του ενασχόληση την τελευταία τετραετία με τα κορυφαία θεολογικά γεγονότα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Ιούνιος 2016), με μια πρώτη ανάγνωση από μέρους του των θεολογικών επιχειρημάτων εναντίον των ισχυόντων νέων προγραμμάτων του Υπουργείου Παιδείας, διέκρινε ευκρινώς ότι εδράζονται σε μια αντίληψη περί Ορθοδόξου πίστεως, η οποία πόρρω απέχει από τις αποφάσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, την οποία οι πολέμιοι των προγραμμάτων στη συντριπτική τους πλειοψηφία αμφισβητούν.
Το Κέντρο επιφυλάσσεται να προβεί σε αναλυτική ανασκευή των όποιων θεολογικής υφής επιχειρημάτων, στα οποία στηρίχτηκε η απόφαση του ΣτΕ – που εκ πρώτης όψεως θα επιφέρει δυσοίωνες καταστάσεις τόσο στην δημόσια εκπαίδευση, όσο και στην ευρύτερη ελληνική κοινωνία – όταν λάβει γνώση και μελετήσει τα επίσημα πρακτικά.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ CEMES
Νικόλαος Ζαχαρόπουλος
Το Κέντρο Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών «Μητροπολίτης Παντελεήμων Παπαγεωργίου» (CEMES) κατά την τακτική συνεδρία του Διοικητικού του Συμβουλίου της 25ης Σεπτεμβρίου 2019 εξέτασε διεξοδικώς την διαμορφωθείσα στην ελληνική επικράτεια κατάσταση αναφορικά με το Μάθημα των Θρησκευτικών, μετά την ανακοίνωση της απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Το Κέντρο, στα πλαίσια των επιστημονικών δραστηριοτήτων με βάση το καταστατικό του, αν και έλαβε γνώση των μέχρι σήμερα δημόσιων τοποθετήσεων, θεώρησε χρέος του να μην επεκταθεί σε ζητήματα εκπαιδευτικής πολιτικής, συνδικαλιστικής υφής, αποκλειστικής αρμοδιότητας, φυσικά, των αρμόδιων φορέων, όπως και της αναγκαίας νομικής αξιολόγησης. Επικέντρωσε αρχικά το ενδιαφέρον του επί των επιπτώσεών της ανωτέρω αποφάσεως του ΣτΕ στη δημόσια εκπαίδευση και την ευρύτερη κοινωνία, αναμένοντας πάντοτε τις εκτιμήσεις των καθ’ ύλην αρμοδίων επιστημονικών φορέων και φυσικών προσώπων.
Θεώρησε περαιτέρω καθήκον του να εκφράσει την αγωνία του, για το καθαρά θεολογικό σκεπτικό, τόσο των αγωγών που έχουν κατατεθεί, όσο και της – ως μη ώφελε – υιοθέτησής του με την απόφαση του ΣτΕ, την πρωτόδικη και σε εκείνην της ολομέλειάς του.
Με βάση την επιστημονική του ενασχόληση την τελευταία τετραετία με τα κορυφαία θεολογικά γεγονότα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Ιούνιος 2016), με μια πρώτη ανάγνωση από μέρους του των θεολογικών επιχειρημάτων εναντίον των ισχυόντων νέων προγραμμάτων του Υπουργείου Παιδείας, διέκρινε ευκρινώς ότι εδράζονται σε μια αντίληψη περί Ορθοδόξου πίστεως, η οποία πόρρω απέχει από τις αποφάσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, την οποία οι πολέμιοι των προγραμμάτων στη συντριπτική τους πλειοψηφία αμφισβητούν.
Το Κέντρο επιφυλάσσεται να προβεί σε αναλυτική ανασκευή των όποιων θεολογικής υφής επιχειρημάτων, στα οποία στηρίχτηκε η απόφαση του ΣτΕ – που εκ πρώτης όψεως θα επιφέρει δυσοίωνες καταστάσεις τόσο στην δημόσια εκπαίδευση, όσο και στην ευρύτερη ελληνική κοινωνία – όταν λάβει γνώση και μελετήσει τα επίσημα πρακτικά.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ CEMES
Νικόλαος Ζαχαρόπουλος
ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ CEMES ΓΙΑ ΤΟ ΜτΘ
ΤΟ ΜτΘ ΣΕ ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΑΠΟ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΠΟΨΗ
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Με τις 1749 και 1750/2019 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) ακυρώθηκαν οι 101470/Δ2/16.6.2017 (Β΄ 2104) και 99058/Δ2/ 13.6.2017 (Β΄ 2105) αποφάσεις του ΥΕΠΘ, με τις οποίες καθορίσθηκαν τα προγράμματα σπουδών του Μαθήματος των Θρησκευτικών (ΜτΘ) δημοτικού, γυμνασίου και λυκείου. Ειδικότερα, σε σχέση με τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, η ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι «πρέπει να επιδιώκεται η ανάπτυξη της Ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης και ότι το μάθημα αυτό απευθύνεται αποκλειστικά στους Ορθόδοξους χριστιανούς μαθητές» (με βάση κατά κύριο λόγο το άρθρο 13 του Συντάγματος και το άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ).
Σύμφωνα με την απόφαση αυτή «η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών … πρέπει να περιλαμβάνει οπωσδήποτε, με σαφήνεια και πληρότητα, τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού … αφού το μάθημα αυτό απευθύνεται αποκλειστικά στους μαθητές που ασπάζονται το Ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα», με το αιτιολογικό ότι «οι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθεοι μαθητές έχουν δικαίωμα πλήρους απαλλαγής από το μάθημα»
Ειδικά για το ΜτΘ, στα νέα προγράμματα, η πλειοψηφία του ΣτΕ αποφάνθηκε ότι «δεν αποβλέπουν στην ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των Ορθόδοξων μαθητών … διότι τα μεν προγράμματα του δημοτικού και του γυμνασίου δεν περιέχουν ολοκληρωμένη - και διακριτή έναντι άλλων δογμάτων και θρησκειών - διδασκαλία των δογμάτων, ηθικών αξιών και παραδόσεων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, το δε πρόγραμμα του λυκείου είναι αποσυνδεδεμένο από τη διδασκαλία αυτή. Ειδικώς για τα προγράμματα του Λυκείου, η απόφαση καταλήγει ότι «είναι άσχετα ή και αντίθετα με την ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία»! [1]
Συμπερασματικά, το διδασκόμενο σήμερα ΜτΘ, με βάση τα νέα προγράμματα, κρίθηκε αντισυνταγματικό ως μη σύμφωνο με το Ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα, όπως «έχει διαμορφωθεί από τη χριστιανική Ορθοδοξία». Ασχέτως αν στο άρθρο 16 παρ. 2 του Συντάγματος αναγνωρίζεται ως βασική αποστολή του Κράτους για την παιδεία «η ανάπτυξη (και όχι η διαμόρφωση) της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών», (σύμφωνα και με την μειοψηφούσα άποψη), και ότι «ο σχετικός δικαστικός έλεγχος είναι οριακός» και οι ουσιαστικές εκτιμήσεις και οι παιδαγωγικές επιλογές της Διοίκησης, οι οποίες στηρίζονται σε εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις «εκφεύγουν του ακυρωτικού ελέγχου» του ΣτΕ, πουθενά δεν γίνεται λόγος στην απόφαση, ούτε από τους πλειοψηφήσαντες ούτε από τους μειοψηφήσαντες, για «εξειδικευμένες θεολογικές επιστημονικές γνώσεις», και κυρίως για το ποιος είναι ο ανώτατος φορέας που προσδιορίζει το κατ’ εξοχήν επίδικο ζήτημα, την «Ορθόδοξη πίστη», όπως «έχει διαμορφωθεί από τη χριστιανική Ορθοδοξία».
Εισαγωγικά, υπενθυμίζουμε, πως η τελευταία αυτή απόφαση ήταν καρπός της παρατεταμένης κρίσεως από την μεταπολίτευση και μετά, αναφορικά με τη θρησκευτική εκπαίδευση στην Ελλάδα. Δυστυχώς, εξαιτίας μιας ελλιπούς γνώσης της Ορθόδοξης κατανόησης της αυθεντικής αποστολής της έχει διαρραγεί η ενότητα της Εκκλησίας στη χώρα μας. Κι αυτό γιατί το θέμα της σχέσης της Εκκλησίας, αλλά και της θρησκευτικής εκπαίδευσης στα δημόσια σχολεία, με τη νεωτερικότητα, την πολυπολιτισμικότητα, την εξέλιξη, δεν είχε τύχει μέχρι πρόσφατα της δέουσας προσοχής, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην ανά την οικουμένη Ορθοδοξία, που ως επί το πλείστον βρίσκεται στον ευρωπαϊκό γεωγραφικό χώρο. Το Κέντρο μας, όντας εκ της φύσεώς του και «Οικουμενικών και Ιεραποστολικών» Μελετών, αισθάνεται υποχρεωμένο και γι’ αυτόν τον λόγο να παρέμβει δημοσίως.
Με τη συνδρομή της Ορθόδοξης θεολογίας έγινε κατανοητό, ότι αυτή καθαυτή η υπόσταση της θεότητας είναι πρωταρχικά ζωή κοινωνίας, και ότι η επέμβαση του Θεού στην ιστορία στοχεύει στο να οδηγήσει την ανθρωπότητα, αλλά και ολόκληρη τη δημιουργία, σ’ αυτή την κοινωνία με την ίδια την ύπαρξη του Θεού. Έτσι, άρχισε να διαδίδεται ευρέως η πάγια θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ότι «η χριστιανική ιεραποστολή δεν στοχεύει αποκλειστικά στη διάδοση ή στη μεταβίβαση διανοητικών αληθειών, δογμάτων, ηθικών επιταγών κλπ., αλλά στη μεταφορά της ζωής της κοινωνίας που ενυπάρχει στη θεότητα» (Ιοn Bria κ.ά).
Η σημαντική αυτή εξέλιξη της θεολογίας της Ορθόδοξης χριστιανικής ιεραποστολής δυστυχώς δεν είχε μέχρι πρότινος επηρεάσει τη στάση των θεολόγων εκπαιδευτικών αναφορικά με το ΜτΘ, εξ ου και οι συγγνωστές αντιδράσεις, που τελικά οδήγησαν και στην προσφυγή στην Ελληνική Δικαιοσύνη. Ενώ δηλαδή παγκοσμίως οι Ορθόδοξοι ιδεολογικά επέβαλαν μια περισσότερο περιεκτική και ολιστική κοινή (και όχι προσηλυτιστική) χριστιανική μαρτυρία, ενώ θεολογικά κατοχυρώθηκε η εμπλοκή των χριστιανών στους κοινωνικούς αγώνες και την καταπολέμηση του ρατσισμού (θεολογία της απελευθέρωσης, απαρτχάιντ κλπ), και υιοθετήθηκαν, περαιτέρω, στη δημόσια εκπαίδευση της χώρας μας, οι όροι μαρτυρία και δια-θρησκειακός διάλογος αντί των παλαιότερων εκχριστιανισμός, προσηλυτισμός κλπ., συνέχιζε σε ορισμένους κύκλους να επικρατεί το παλαιό μοντέλο ιεραποστολικής, και κατ’ επέκταση εκπαιδευτικής θεολογικής ευθύνης.
Θεολογικά πλέον, αλλά και πρακτικά, οι αποδέκτες της θρησκευτικής εκπαίδευσης, είτε είναι Ορθόδοξοι είτε πιστοί των άλλων χριστιανικών δογμάτων και θρησκειών, δεν εκλαμβάνονται ως αντικείμενα της Ορθόδοξης χριστιανικής ιεραποστολής, αλλά ως εταίροι στο διάλογο, με στόχο. συνεργικά, την εδραίωση, έστω και προληπτικά, της Βασιλείας του Θεού στον κόσμο.
Η περιεκτική αυτή Ορθόδοξη ιεραποστολική αντίληψη, με την ουσιαστική αποδοχή της νεωτερικότητας, του πλουραλισμού, της πολυπολιτισμικότητας, και της ετερότητας, αλλά και η θεμελίωση της χριστιανικής μαρτυρίας, στη δημόσια εκπαίδευση, σε ένα άλλο υψηλότερο πνευματικό και θεολογικό επίπεδο, αποτελεί τη μοναδική αποτελεσματική μαρτυρία ενός Ορθόδοξου θεολόγου-δασκάλου στη σύγχρονη εποχή.
Γι’ αυτό και η επίσημη Ορθόδοξη Εκκλησία στη χώρα μας, μετά από εκτενέστατη και σε βάθος μελέτη των νέων προγραμμάτων του ΜτΘ, υιοθέτησε τον πυρήνα και τη φιλοσοφία των νέων προγραμμάτων, έχοντας κατά βάση υπόψη αυτήν την Ορθόδοξη κατανόηση της αποστολής της Εκκλησίας, την πρόοδο δηλαδή που συντελέστηκε στον χώρο της θεολογίας της αυθεντικής Ορθόδοξης χριστιανικής μαρτυρίας. Η δυνατότητα, άλλωστε, της Ορθόδοξης Εκκλησίας να ασκήσει στην κοινωνία τη φιλάνθρωπη δυναμική της, «προκειμένου να διασφαλιστεί η ελευθερία, η μοναδικότητα του ανθρώπινου προσώπου και η ακεραιότητα της δημιουργίας του Θεού», (σύμφωνα με τα λεγόμενα της Συνόδου των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών κατά την αυγή της 3ης χιλιετίας), αναγνωρίστηκε σε υψηλό διορθόδοξο επίπεδο, ότι έγκειται στον τρόπο με τον οποίο η Εκκλησία επιλέγει να καταθέσει τη μαρτυρία της, και, για την περίπτωση της δημόσιας θρησκευτικής εκπαίδευσης, στον τρόπο που οργανώνεται το ΜτΘ.
Στο κομβικό αυτό σημείο για τα νέα προγράμματα, στη δημόσια εκπαίδευση – που άρχισαν να διαμορφώνονται λίγο νωρίτερα από την πολιτεία, στις αρχές της δεκαετίας του 2010, σύμφωνα και με την γενικότερη εκπαιδευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που δεν εξαιρούσε το ΜτΘ και φυσικά τους θεολόγους – ήρθε και η επίσημη Ορθόδοξη Εκκλησία με την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης το 2016 να υιοθετήσει τις αναγκαίες αρχές, σε ανώτατο θεσμικό επίπεδο, της γενικής δηλαδή συνόδου, δεσμευτικές δογματικά για το πλήρωμα της Εκκλησίας, οπότε να επέλθει η εδραίωση ακριβώς αυτή για την Ορθόδοξη «πίστη», δηλαδή η «δογματική διδασκαλία» της και η αυθεντική μαρτυρία της στο σύγχρονο κόσμο.
Τόσο στο ΜΗΝΥΜΑ της Συνόδου urbi et orbi,[2] όσο και στο κείμενο-απόφαση, Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΣΜΟ διατρανώνεται η νέα αυτή αντίληψη για την Ορθόδοξη μαρτυρία και τις αναμφισβήτητες προεκτάσεις της για θεολογική εκπαίδευση. [3] Τέλος, στο έτερο σημαντικό κείμενο-απόφαση ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟ ΧΡΙΣΤΤΙΑΝΙΚΟ ΚΟΣΜΟ υπογραμμίζεται με νόημα: «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θεωρεῖ καταδικαστέαν πᾶσαν διάσπασιν τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας, ὑπό ἀτόμων ἤ ὁμάδων, ἐπί προφάσει τηρήσεως ἤ δῆθεν προασπίσεως τῆς γνησίας Ὀρθοδοξίας».[4]
Στο ανώτατο αυτό σώμα έκφρασης της αυθεντικής δογματικής διδασκαλίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας - με ευκρινέστατες προεκτάσεις για τη θρησκευτική εκπαίδευση - και τις συγκεκριμένες δεσμευτικές αποφάσεις της, αντιτάχθηκε με σφοδρότητα το μεγαλύτερο μέρος των πολεμίων των νέων προγραμμάτων. Για τους περισσότερους εξ αυτών δεν ήταν τόσο αυτό καθ’ αυτό το ΜτΘ που τους ενδιέφερε – άλλωστε ποσώς τους ενδιαφέρει ότι από τους αγώνες τους και την τελευταία απόφαση του ΣτΕ κλονίζεται σημαντικά η «υποχρεωτικότητα» του ΜτΘ – αλλά τους ενοχλούσε το γεγονός ότι η επίσημη Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν απόλυτα εναρμονισμένη προς τις δογματικές, κανονικές, ιεραποστολικές και εκπαιδευτικές επιταγές της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου.
Το Κέντρο, έχοντας αφιερώσει όλη την δραστηριότητά του την τελευταία τριετία στη θεολογική διαμάχη περί την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, το κορυφαίο αυτό γεγονός του 21ου αι., όχι μόνον πανορθόδοξης αλλά και παγκόσμιας εμβέλειας, αλλά και και σε άλλα καίρια ζητήματα, κατά τον τελευταίο καιρό, που σηματοδοτούνται από τις αποφάσεις της, έχει πέραν πάσης αμφιβολίας πειστεί, ότι η δεξαμενή από την οποία προέρχεται η μετωπική επίθεση εναντίον της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και των νέων προγραμμάτων του ΜτΘ είναι κοινή: αντι-οικουμενική, αντι-νεωτερική, άκρως συντηρητική (πλην όμως κατ’ ουδένα τρόπο παραδοσιακή) και φονταμενταλιστική, όχι μόνον αντ-ορθόδοξη αλλά και αντεθνική.
Το Κέντρο, όπως και κάθε οργάνωση και φορέας ενός κράτους δικαίου, σέβεται τις αποφάσεις της δικαιοσύνης, και μάλιστα σε ανώτατο βαθμό. Έκρινε όμως καθήκον του να επισημάνει προς την επίσημη πολιτεία την αγωνία του για τις επιπτώσεις αυτής της καθαρά θεολογικής και ιδεολογικής διαμάχης, τόσο για το μέλλον της δημόσιας εκπαίδευσης, όσο και για την αυτοσυνειδησία της Ορθοδοξίας.
Για την Επιτροπή Μελέτης του Θέματος
Ο Πρόεδρος του CEMES
Νικόλαος Ζαχαρόπουλος
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Σύμφωνα με τα πλήρη πρακτικά της 1750/2019 αποφάσεως της Ολομέλειας του ΣτΕ για το λύκειο, για την δημόσια δηλαδή μη υποχρεωτική εκπαίδευση των Ελλήνων εφήβων, δεν φαίνεται να δικαιολογείται η νομική βάση του άρθρου 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, στο βαθμό τουλάχιστον αυτή χρησιμοποιήθηκε για τους μαθητές και μαθήτριες του δημοτικού και του γυμνασίου
[2] «Ἡ Ἐκκλησία μας ἀνταποκρινομένη στό χρέος νά μαρτυρεῖ τήν ἀλήθεια καί τήν ἀποστολική της πίστη, ἀποδίδει μεγάλη σημασία στόν διάλογο κυρίως μέ τούς ἑτεροδόξους χριστιανούς (§3). Οἱ ἐκρήξεις φονταμενταλισμοῦ.. .ἀποτελοῦν ἔκφραση νοσηρῆς θρησκευτικότητος. Ο νηφάλιος διαθρησκειακός διάλογος συμβάλλει σημαντικά στήν προώθηση τῆς ἀμοιβαίας ἐμπιστοσύνης, τῆς ειρήνης καί τῆς καταλλαγῆς. Τό λάδι τοῦ θρησκευτικοῦ βιώματος πρέπει νά χρησιμοποιεῖται γιά νά ἐπουλώνει πληγές καί ὄχι γιά νά ἀναζωπυρώνει τή φωτιά τῶν πολεμικῶν συρράξεων. (§4) Ἐπιμένει ἀκόμη ὅτι θεμελιῶδες δικαίωμα εἶναι καί ἡ προστασία τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, δηλαδή τῆς ἐλευθερίας τῆς συνειδήσεως, τῆς πίστεως, τῆς λατρείας καί ὅλων τῶν ἀτομικῶν καί συλλογικῶν ἐκφράσεων αὐτῆς, συμπεριλαμβανομένου καί τοῦ δικαιώματος κάθε πιστοῦ καί κάθε θρησκευτικῆς κοινότητας νά τελοῦν ἐλεύθερα ἀπό κάθε κρατική παρέμβαση τά θρησκευτικά τους καθήκοντα, ὡς καί τό δικαίωμα τῆς δημόσιας διδασκαλίας τῆς θρησκείας». (§10) Για να καταλήξει: «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀπευθύνεται στούς νέους, οἱ ὁποῖοι ἀναζητοῦν πληρότητα ζωῆς γεμάτη ἐλευθερία, δικαιοσύνη, δημιουργία ἀλλά καί ἀγάπη…Οἱ νέοι δέν ἀποτελοῦν ἁπλῶς τό μέλλον τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά τό δυναμικό καί δημιουργικό παρόν ἐπί τοπικοῦ καί οἰκουμενικοῦ ἐπιπέδου. (§11)
[3] Η Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία συμμετέχει εἰς τόν προβληματισμόν καί την ἀγωνίαν τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου ὡς πρός θεμελιώδη ὑπαρξιακά ζητήματα, τά ὁποῖα ἀπασχολοῦν τόν σύγχρονον κόσμον, ἐπιθυμοῦσα νά συμβάλῃ εἰς τήν ἀντιμετώπισίν των, ὥστε νά ἐπικρατήσῃ εἰς τόν κόσμον ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, «ἡ πάντα νοῦν ὑπερέχουσα» (Φιλ. δ’, 7), ἡ καταλλαγή καί ἡ ἀγάπη....η ἀποστολή αὐτή πρέπει νά ἐκπληροῦται ὄχι ἐπιθετικῶς ἤ διά διαφόρων μορφῶν προσηλυτισμοῦ, ἀλλά ἐν ἀγάπῃ, ταπεινοφροσύνῃ καί σεβασμῷ πρός τήν ταυτότητα ἑκάστου ἀνθρώπου καί τήν πολιτιστικήν ἰδιαιτερότητα ἑκάστου λαοῦ. Εἰς τήν ἱεραποστολικήν αὐτήν προσπάθειαν ὀφείλουν νά συμβάλλουν πᾶσαι αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι…Ἐπ’ αὐτῆς τῆς βάσεως εἶναι ἀπαραίτητον νά ἀναπτυχθῇ πρός ὅλας τάς κατευθύνσεις ἡ διαχριστιανική συνεργασία διά τήν προστασίαν τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου, αὐτονοήτως δέ καί τοῦ ἀγαθοῦ τῆς εἰρήνης, οὕτως ὥστε αἱ εἰρηνευτικαί προσπάθειαι ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν Χριστιανῶν νά ἀποκτοῦν μεγαλύτερον βάρος καί δύναμιν (§2)…Ὡς προϋπόθεσις μιᾶς εὐρυτέρας ἐν προκειμένῳ συνεργασίας δύναται να χρησιμεύσῃ ἡ κοινή ἀποδοχή τῆς ὑψίστης ἀξίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Αἱ κατά τόπους Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι εἶναι δυνατόν νά συμβάλουν εἰς τήν διαθρησκειακήν συνεννόησιν καί συνεργασίαν διά τήν εἰρηνικήν συνύπαρξιν καί κοινωνικήν συμβίωσιν τῶν λαῶν (§3)
[4] Ὡς μαρτυρεῖ ἡ ὅλη ζωή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ διατήρησις τῆς γνησίας ὀρθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνον διά τοῦ συνοδικοῦ συστήματος, τό ὁποῖον ἀνέκαθεν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀπετέλει τήν ἀνωτάτην αὐθεντίαν ἐπί θεμάτων πίστεως καί κανονικῶν διατάξεων (κανών 6 τῆς Β’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου). Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει κοινήν τήν συνείδησιν περί τῆς ἀναγκαιότητος τοῦ διαχριστιανικοῦ θεολογικοῦ διαλόγου, διό καί κρίνει ἀναγκαῖον νά συνοδεύηται οὗτος πάντοτε ὑπό τῆς ἐν τῷ κόσμῳ μαρτυρίας διά πράξεων ἀμοιβαίας κατανοήσεως καί ἀγάπης, αἱ ὁποῖαι ἐκφράζουν την ‘ἀνεκλάλητον χαράν’ τοῦ Εὐαγγελίου (Α’ Πέτρ. 1, 8), ἀποκλειομένης πάσης πράξεως προσηλυτισμοῦ, οὐνίας ἤ ἄλλης προκλητικῆς ἐνεργείας ὁμολογιακοῦ ἀνταγωνισμοῦ. Ὑπό τό πνεῦμα αὐτό, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θεωρεῖ σημαντικόν ὅπως ὅλοι οἱ Χριστιανοί, ἐμπνεόμενοι ὑπό τῶν κοινῶν θεμελιωδῶν ἀρχῶν τοῦ Εὐαγγελίου, προσπαθήσωμεν νά δώσωμεν εἰς τά ἀκανθώδη προβλήματα τοῦ συγχρόνου κόσμου, μίαν ὁλοπρόθυμον καί ἀλληλέγγυον ἀπάντησιν, βασιζομένην εἰς τό πρότυπον τοῦ ἐν Χριστῷ καινοῦ ἀνθρώπου (§23)….Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει συνείδησιν τοῦ γεγονότος, ὅτι ἡ κίνησις πρός ἀποκατάστασιν τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν λαμβάνει νέας μορφάς, ἵνα ἀνταποκριθῇ εἰς τάς νέας συνθήκας καί ἀντιμετωπίσῃ τάς νέας προκλήσεις τοῦ συγχρόνου κόσμου. Εἶναι ἀπαραίτητος ἡ συνέχισις τῆς μαρτυρίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τόν διῃρημένον χριστιανικόν κόσμον ἐπί τῇ βάσει τῆς ἀποστολικῆς παραδόσεως καί πίστεώς της. Δεόμεθα ὅπως οἱ χριστιανοί ἐργασθῶσιν ἀπό κοινοῦ, ὥστε νά ἀποβῇ ἐγγύς ἡ ἡμέρα, καθ’ ἥν ὁ Κύριος θά ἐκπληρώσῃ τήν ἐλπίδα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί ‘γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν’ (Ἰω. 10,16)» (§24).
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Με τις 1749 και 1750/2019 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) ακυρώθηκαν οι 101470/Δ2/16.6.2017 (Β΄ 2104) και 99058/Δ2/ 13.6.2017 (Β΄ 2105) αποφάσεις του ΥΕΠΘ, με τις οποίες καθορίσθηκαν τα προγράμματα σπουδών του Μαθήματος των Θρησκευτικών (ΜτΘ) δημοτικού, γυμνασίου και λυκείου. Ειδικότερα, σε σχέση με τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, η ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι «πρέπει να επιδιώκεται η ανάπτυξη της Ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης και ότι το μάθημα αυτό απευθύνεται αποκλειστικά στους Ορθόδοξους χριστιανούς μαθητές» (με βάση κατά κύριο λόγο το άρθρο 13 του Συντάγματος και το άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ).
Σύμφωνα με την απόφαση αυτή «η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών … πρέπει να περιλαμβάνει οπωσδήποτε, με σαφήνεια και πληρότητα, τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού … αφού το μάθημα αυτό απευθύνεται αποκλειστικά στους μαθητές που ασπάζονται το Ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα», με το αιτιολογικό ότι «οι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθεοι μαθητές έχουν δικαίωμα πλήρους απαλλαγής από το μάθημα»
Ειδικά για το ΜτΘ, στα νέα προγράμματα, η πλειοψηφία του ΣτΕ αποφάνθηκε ότι «δεν αποβλέπουν στην ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των Ορθόδοξων μαθητών … διότι τα μεν προγράμματα του δημοτικού και του γυμνασίου δεν περιέχουν ολοκληρωμένη - και διακριτή έναντι άλλων δογμάτων και θρησκειών - διδασκαλία των δογμάτων, ηθικών αξιών και παραδόσεων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, το δε πρόγραμμα του λυκείου είναι αποσυνδεδεμένο από τη διδασκαλία αυτή. Ειδικώς για τα προγράμματα του Λυκείου, η απόφαση καταλήγει ότι «είναι άσχετα ή και αντίθετα με την ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία»! [1]
Συμπερασματικά, το διδασκόμενο σήμερα ΜτΘ, με βάση τα νέα προγράμματα, κρίθηκε αντισυνταγματικό ως μη σύμφωνο με το Ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα, όπως «έχει διαμορφωθεί από τη χριστιανική Ορθοδοξία». Ασχέτως αν στο άρθρο 16 παρ. 2 του Συντάγματος αναγνωρίζεται ως βασική αποστολή του Κράτους για την παιδεία «η ανάπτυξη (και όχι η διαμόρφωση) της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών», (σύμφωνα και με την μειοψηφούσα άποψη), και ότι «ο σχετικός δικαστικός έλεγχος είναι οριακός» και οι ουσιαστικές εκτιμήσεις και οι παιδαγωγικές επιλογές της Διοίκησης, οι οποίες στηρίζονται σε εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις «εκφεύγουν του ακυρωτικού ελέγχου» του ΣτΕ, πουθενά δεν γίνεται λόγος στην απόφαση, ούτε από τους πλειοψηφήσαντες ούτε από τους μειοψηφήσαντες, για «εξειδικευμένες θεολογικές επιστημονικές γνώσεις», και κυρίως για το ποιος είναι ο ανώτατος φορέας που προσδιορίζει το κατ’ εξοχήν επίδικο ζήτημα, την «Ορθόδοξη πίστη», όπως «έχει διαμορφωθεί από τη χριστιανική Ορθοδοξία».
Εισαγωγικά, υπενθυμίζουμε, πως η τελευταία αυτή απόφαση ήταν καρπός της παρατεταμένης κρίσεως από την μεταπολίτευση και μετά, αναφορικά με τη θρησκευτική εκπαίδευση στην Ελλάδα. Δυστυχώς, εξαιτίας μιας ελλιπούς γνώσης της Ορθόδοξης κατανόησης της αυθεντικής αποστολής της έχει διαρραγεί η ενότητα της Εκκλησίας στη χώρα μας. Κι αυτό γιατί το θέμα της σχέσης της Εκκλησίας, αλλά και της θρησκευτικής εκπαίδευσης στα δημόσια σχολεία, με τη νεωτερικότητα, την πολυπολιτισμικότητα, την εξέλιξη, δεν είχε τύχει μέχρι πρόσφατα της δέουσας προσοχής, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην ανά την οικουμένη Ορθοδοξία, που ως επί το πλείστον βρίσκεται στον ευρωπαϊκό γεωγραφικό χώρο. Το Κέντρο μας, όντας εκ της φύσεώς του και «Οικουμενικών και Ιεραποστολικών» Μελετών, αισθάνεται υποχρεωμένο και γι’ αυτόν τον λόγο να παρέμβει δημοσίως.
Με τη συνδρομή της Ορθόδοξης θεολογίας έγινε κατανοητό, ότι αυτή καθαυτή η υπόσταση της θεότητας είναι πρωταρχικά ζωή κοινωνίας, και ότι η επέμβαση του Θεού στην ιστορία στοχεύει στο να οδηγήσει την ανθρωπότητα, αλλά και ολόκληρη τη δημιουργία, σ’ αυτή την κοινωνία με την ίδια την ύπαρξη του Θεού. Έτσι, άρχισε να διαδίδεται ευρέως η πάγια θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ότι «η χριστιανική ιεραποστολή δεν στοχεύει αποκλειστικά στη διάδοση ή στη μεταβίβαση διανοητικών αληθειών, δογμάτων, ηθικών επιταγών κλπ., αλλά στη μεταφορά της ζωής της κοινωνίας που ενυπάρχει στη θεότητα» (Ιοn Bria κ.ά).
Η σημαντική αυτή εξέλιξη της θεολογίας της Ορθόδοξης χριστιανικής ιεραποστολής δυστυχώς δεν είχε μέχρι πρότινος επηρεάσει τη στάση των θεολόγων εκπαιδευτικών αναφορικά με το ΜτΘ, εξ ου και οι συγγνωστές αντιδράσεις, που τελικά οδήγησαν και στην προσφυγή στην Ελληνική Δικαιοσύνη. Ενώ δηλαδή παγκοσμίως οι Ορθόδοξοι ιδεολογικά επέβαλαν μια περισσότερο περιεκτική και ολιστική κοινή (και όχι προσηλυτιστική) χριστιανική μαρτυρία, ενώ θεολογικά κατοχυρώθηκε η εμπλοκή των χριστιανών στους κοινωνικούς αγώνες και την καταπολέμηση του ρατσισμού (θεολογία της απελευθέρωσης, απαρτχάιντ κλπ), και υιοθετήθηκαν, περαιτέρω, στη δημόσια εκπαίδευση της χώρας μας, οι όροι μαρτυρία και δια-θρησκειακός διάλογος αντί των παλαιότερων εκχριστιανισμός, προσηλυτισμός κλπ., συνέχιζε σε ορισμένους κύκλους να επικρατεί το παλαιό μοντέλο ιεραποστολικής, και κατ’ επέκταση εκπαιδευτικής θεολογικής ευθύνης.
Θεολογικά πλέον, αλλά και πρακτικά, οι αποδέκτες της θρησκευτικής εκπαίδευσης, είτε είναι Ορθόδοξοι είτε πιστοί των άλλων χριστιανικών δογμάτων και θρησκειών, δεν εκλαμβάνονται ως αντικείμενα της Ορθόδοξης χριστιανικής ιεραποστολής, αλλά ως εταίροι στο διάλογο, με στόχο. συνεργικά, την εδραίωση, έστω και προληπτικά, της Βασιλείας του Θεού στον κόσμο.
Η περιεκτική αυτή Ορθόδοξη ιεραποστολική αντίληψη, με την ουσιαστική αποδοχή της νεωτερικότητας, του πλουραλισμού, της πολυπολιτισμικότητας, και της ετερότητας, αλλά και η θεμελίωση της χριστιανικής μαρτυρίας, στη δημόσια εκπαίδευση, σε ένα άλλο υψηλότερο πνευματικό και θεολογικό επίπεδο, αποτελεί τη μοναδική αποτελεσματική μαρτυρία ενός Ορθόδοξου θεολόγου-δασκάλου στη σύγχρονη εποχή.
Γι’ αυτό και η επίσημη Ορθόδοξη Εκκλησία στη χώρα μας, μετά από εκτενέστατη και σε βάθος μελέτη των νέων προγραμμάτων του ΜτΘ, υιοθέτησε τον πυρήνα και τη φιλοσοφία των νέων προγραμμάτων, έχοντας κατά βάση υπόψη αυτήν την Ορθόδοξη κατανόηση της αποστολής της Εκκλησίας, την πρόοδο δηλαδή που συντελέστηκε στον χώρο της θεολογίας της αυθεντικής Ορθόδοξης χριστιανικής μαρτυρίας. Η δυνατότητα, άλλωστε, της Ορθόδοξης Εκκλησίας να ασκήσει στην κοινωνία τη φιλάνθρωπη δυναμική της, «προκειμένου να διασφαλιστεί η ελευθερία, η μοναδικότητα του ανθρώπινου προσώπου και η ακεραιότητα της δημιουργίας του Θεού», (σύμφωνα με τα λεγόμενα της Συνόδου των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών κατά την αυγή της 3ης χιλιετίας), αναγνωρίστηκε σε υψηλό διορθόδοξο επίπεδο, ότι έγκειται στον τρόπο με τον οποίο η Εκκλησία επιλέγει να καταθέσει τη μαρτυρία της, και, για την περίπτωση της δημόσιας θρησκευτικής εκπαίδευσης, στον τρόπο που οργανώνεται το ΜτΘ.
Στο κομβικό αυτό σημείο για τα νέα προγράμματα, στη δημόσια εκπαίδευση – που άρχισαν να διαμορφώνονται λίγο νωρίτερα από την πολιτεία, στις αρχές της δεκαετίας του 2010, σύμφωνα και με την γενικότερη εκπαιδευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που δεν εξαιρούσε το ΜτΘ και φυσικά τους θεολόγους – ήρθε και η επίσημη Ορθόδοξη Εκκλησία με την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης το 2016 να υιοθετήσει τις αναγκαίες αρχές, σε ανώτατο θεσμικό επίπεδο, της γενικής δηλαδή συνόδου, δεσμευτικές δογματικά για το πλήρωμα της Εκκλησίας, οπότε να επέλθει η εδραίωση ακριβώς αυτή για την Ορθόδοξη «πίστη», δηλαδή η «δογματική διδασκαλία» της και η αυθεντική μαρτυρία της στο σύγχρονο κόσμο.
Τόσο στο ΜΗΝΥΜΑ της Συνόδου urbi et orbi,[2] όσο και στο κείμενο-απόφαση, Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΣΜΟ διατρανώνεται η νέα αυτή αντίληψη για την Ορθόδοξη μαρτυρία και τις αναμφισβήτητες προεκτάσεις της για θεολογική εκπαίδευση. [3] Τέλος, στο έτερο σημαντικό κείμενο-απόφαση ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟ ΧΡΙΣΤΤΙΑΝΙΚΟ ΚΟΣΜΟ υπογραμμίζεται με νόημα: «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θεωρεῖ καταδικαστέαν πᾶσαν διάσπασιν τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας, ὑπό ἀτόμων ἤ ὁμάδων, ἐπί προφάσει τηρήσεως ἤ δῆθεν προασπίσεως τῆς γνησίας Ὀρθοδοξίας».[4]
Στο ανώτατο αυτό σώμα έκφρασης της αυθεντικής δογματικής διδασκαλίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας - με ευκρινέστατες προεκτάσεις για τη θρησκευτική εκπαίδευση - και τις συγκεκριμένες δεσμευτικές αποφάσεις της, αντιτάχθηκε με σφοδρότητα το μεγαλύτερο μέρος των πολεμίων των νέων προγραμμάτων. Για τους περισσότερους εξ αυτών δεν ήταν τόσο αυτό καθ’ αυτό το ΜτΘ που τους ενδιέφερε – άλλωστε ποσώς τους ενδιαφέρει ότι από τους αγώνες τους και την τελευταία απόφαση του ΣτΕ κλονίζεται σημαντικά η «υποχρεωτικότητα» του ΜτΘ – αλλά τους ενοχλούσε το γεγονός ότι η επίσημη Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν απόλυτα εναρμονισμένη προς τις δογματικές, κανονικές, ιεραποστολικές και εκπαιδευτικές επιταγές της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου.
Το Κέντρο, έχοντας αφιερώσει όλη την δραστηριότητά του την τελευταία τριετία στη θεολογική διαμάχη περί την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, το κορυφαίο αυτό γεγονός του 21ου αι., όχι μόνον πανορθόδοξης αλλά και παγκόσμιας εμβέλειας, αλλά και και σε άλλα καίρια ζητήματα, κατά τον τελευταίο καιρό, που σηματοδοτούνται από τις αποφάσεις της, έχει πέραν πάσης αμφιβολίας πειστεί, ότι η δεξαμενή από την οποία προέρχεται η μετωπική επίθεση εναντίον της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και των νέων προγραμμάτων του ΜτΘ είναι κοινή: αντι-οικουμενική, αντι-νεωτερική, άκρως συντηρητική (πλην όμως κατ’ ουδένα τρόπο παραδοσιακή) και φονταμενταλιστική, όχι μόνον αντ-ορθόδοξη αλλά και αντεθνική.
Το Κέντρο, όπως και κάθε οργάνωση και φορέας ενός κράτους δικαίου, σέβεται τις αποφάσεις της δικαιοσύνης, και μάλιστα σε ανώτατο βαθμό. Έκρινε όμως καθήκον του να επισημάνει προς την επίσημη πολιτεία την αγωνία του για τις επιπτώσεις αυτής της καθαρά θεολογικής και ιδεολογικής διαμάχης, τόσο για το μέλλον της δημόσιας εκπαίδευσης, όσο και για την αυτοσυνειδησία της Ορθοδοξίας.
Για την Επιτροπή Μελέτης του Θέματος
Ο Πρόεδρος του CEMES
Νικόλαος Ζαχαρόπουλος
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Σύμφωνα με τα πλήρη πρακτικά της 1750/2019 αποφάσεως της Ολομέλειας του ΣτΕ για το λύκειο, για την δημόσια δηλαδή μη υποχρεωτική εκπαίδευση των Ελλήνων εφήβων, δεν φαίνεται να δικαιολογείται η νομική βάση του άρθρου 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, στο βαθμό τουλάχιστον αυτή χρησιμοποιήθηκε για τους μαθητές και μαθήτριες του δημοτικού και του γυμνασίου
[2] «Ἡ Ἐκκλησία μας ἀνταποκρινομένη στό χρέος νά μαρτυρεῖ τήν ἀλήθεια καί τήν ἀποστολική της πίστη, ἀποδίδει μεγάλη σημασία στόν διάλογο κυρίως μέ τούς ἑτεροδόξους χριστιανούς (§3). Οἱ ἐκρήξεις φονταμενταλισμοῦ.. .ἀποτελοῦν ἔκφραση νοσηρῆς θρησκευτικότητος. Ο νηφάλιος διαθρησκειακός διάλογος συμβάλλει σημαντικά στήν προώθηση τῆς ἀμοιβαίας ἐμπιστοσύνης, τῆς ειρήνης καί τῆς καταλλαγῆς. Τό λάδι τοῦ θρησκευτικοῦ βιώματος πρέπει νά χρησιμοποιεῖται γιά νά ἐπουλώνει πληγές καί ὄχι γιά νά ἀναζωπυρώνει τή φωτιά τῶν πολεμικῶν συρράξεων. (§4) Ἐπιμένει ἀκόμη ὅτι θεμελιῶδες δικαίωμα εἶναι καί ἡ προστασία τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, δηλαδή τῆς ἐλευθερίας τῆς συνειδήσεως, τῆς πίστεως, τῆς λατρείας καί ὅλων τῶν ἀτομικῶν καί συλλογικῶν ἐκφράσεων αὐτῆς, συμπεριλαμβανομένου καί τοῦ δικαιώματος κάθε πιστοῦ καί κάθε θρησκευτικῆς κοινότητας νά τελοῦν ἐλεύθερα ἀπό κάθε κρατική παρέμβαση τά θρησκευτικά τους καθήκοντα, ὡς καί τό δικαίωμα τῆς δημόσιας διδασκαλίας τῆς θρησκείας». (§10) Για να καταλήξει: «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀπευθύνεται στούς νέους, οἱ ὁποῖοι ἀναζητοῦν πληρότητα ζωῆς γεμάτη ἐλευθερία, δικαιοσύνη, δημιουργία ἀλλά καί ἀγάπη…Οἱ νέοι δέν ἀποτελοῦν ἁπλῶς τό μέλλον τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά τό δυναμικό καί δημιουργικό παρόν ἐπί τοπικοῦ καί οἰκουμενικοῦ ἐπιπέδου. (§11)
[3] Η Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία συμμετέχει εἰς τόν προβληματισμόν καί την ἀγωνίαν τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου ὡς πρός θεμελιώδη ὑπαρξιακά ζητήματα, τά ὁποῖα ἀπασχολοῦν τόν σύγχρονον κόσμον, ἐπιθυμοῦσα νά συμβάλῃ εἰς τήν ἀντιμετώπισίν των, ὥστε νά ἐπικρατήσῃ εἰς τόν κόσμον ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, «ἡ πάντα νοῦν ὑπερέχουσα» (Φιλ. δ’, 7), ἡ καταλλαγή καί ἡ ἀγάπη....η ἀποστολή αὐτή πρέπει νά ἐκπληροῦται ὄχι ἐπιθετικῶς ἤ διά διαφόρων μορφῶν προσηλυτισμοῦ, ἀλλά ἐν ἀγάπῃ, ταπεινοφροσύνῃ καί σεβασμῷ πρός τήν ταυτότητα ἑκάστου ἀνθρώπου καί τήν πολιτιστικήν ἰδιαιτερότητα ἑκάστου λαοῦ. Εἰς τήν ἱεραποστολικήν αὐτήν προσπάθειαν ὀφείλουν νά συμβάλλουν πᾶσαι αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι…Ἐπ’ αὐτῆς τῆς βάσεως εἶναι ἀπαραίτητον νά ἀναπτυχθῇ πρός ὅλας τάς κατευθύνσεις ἡ διαχριστιανική συνεργασία διά τήν προστασίαν τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου, αὐτονοήτως δέ καί τοῦ ἀγαθοῦ τῆς εἰρήνης, οὕτως ὥστε αἱ εἰρηνευτικαί προσπάθειαι ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν Χριστιανῶν νά ἀποκτοῦν μεγαλύτερον βάρος καί δύναμιν (§2)…Ὡς προϋπόθεσις μιᾶς εὐρυτέρας ἐν προκειμένῳ συνεργασίας δύναται να χρησιμεύσῃ ἡ κοινή ἀποδοχή τῆς ὑψίστης ἀξίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Αἱ κατά τόπους Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι εἶναι δυνατόν νά συμβάλουν εἰς τήν διαθρησκειακήν συνεννόησιν καί συνεργασίαν διά τήν εἰρηνικήν συνύπαρξιν καί κοινωνικήν συμβίωσιν τῶν λαῶν (§3)
[4] Ὡς μαρτυρεῖ ἡ ὅλη ζωή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ διατήρησις τῆς γνησίας ὀρθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνον διά τοῦ συνοδικοῦ συστήματος, τό ὁποῖον ἀνέκαθεν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀπετέλει τήν ἀνωτάτην αὐθεντίαν ἐπί θεμάτων πίστεως καί κανονικῶν διατάξεων (κανών 6 τῆς Β’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου). Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει κοινήν τήν συνείδησιν περί τῆς ἀναγκαιότητος τοῦ διαχριστιανικοῦ θεολογικοῦ διαλόγου, διό καί κρίνει ἀναγκαῖον νά συνοδεύηται οὗτος πάντοτε ὑπό τῆς ἐν τῷ κόσμῳ μαρτυρίας διά πράξεων ἀμοιβαίας κατανοήσεως καί ἀγάπης, αἱ ὁποῖαι ἐκφράζουν την ‘ἀνεκλάλητον χαράν’ τοῦ Εὐαγγελίου (Α’ Πέτρ. 1, 8), ἀποκλειομένης πάσης πράξεως προσηλυτισμοῦ, οὐνίας ἤ ἄλλης προκλητικῆς ἐνεργείας ὁμολογιακοῦ ἀνταγωνισμοῦ. Ὑπό τό πνεῦμα αὐτό, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θεωρεῖ σημαντικόν ὅπως ὅλοι οἱ Χριστιανοί, ἐμπνεόμενοι ὑπό τῶν κοινῶν θεμελιωδῶν ἀρχῶν τοῦ Εὐαγγελίου, προσπαθήσωμεν νά δώσωμεν εἰς τά ἀκανθώδη προβλήματα τοῦ συγχρόνου κόσμου, μίαν ὁλοπρόθυμον καί ἀλληλέγγυον ἀπάντησιν, βασιζομένην εἰς τό πρότυπον τοῦ ἐν Χριστῷ καινοῦ ἀνθρώπου (§23)….Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει συνείδησιν τοῦ γεγονότος, ὅτι ἡ κίνησις πρός ἀποκατάστασιν τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν λαμβάνει νέας μορφάς, ἵνα ἀνταποκριθῇ εἰς τάς νέας συνθήκας καί ἀντιμετωπίσῃ τάς νέας προκλήσεις τοῦ συγχρόνου κόσμου. Εἶναι ἀπαραίτητος ἡ συνέχισις τῆς μαρτυρίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τόν διῃρημένον χριστιανικόν κόσμον ἐπί τῇ βάσει τῆς ἀποστολικῆς παραδόσεως καί πίστεώς της. Δεόμεθα ὅπως οἱ χριστιανοί ἐργασθῶσιν ἀπό κοινοῦ, ὥστε νά ἀποβῇ ἐγγύς ἡ ἡμέρα, καθ’ ἥν ὁ Κύριος θά ἐκπληρώσῃ τήν ἐλπίδα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί ‘γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν’ (Ἰω. 10,16)» (§24).
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.
CEMES ΚΑΙ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ
Το Κέντρο από την δημιουργία του στάθηκε θεολογικά και πνευματικά αρωγός στον δίκαιο αγώνα της κανονικής μονής Εσφιγμένου του Αγίου Όρους. Παράλληλα, στην προσπάθειά του να προσεγγίσει επιστημονικά και απολύτως αντικειμενικά το πρόβλημα που ανέκυψε με την χορήγηση αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας, πληροφορήθηκε την τελευταία παρέμβαση 4 μονών του Αγίου Όρους (μεταξύ των οποίων και η Εσφιγμένου) προς την Ιερά τους Κοινότητα, την οποία παρέμβαση θεωρεί καταλυτική από την πλευρά της μοναστικής πολιτείας στο Ουκρανικό ζήτημα, και κυρίως την απόπειρα εμπλοκής του πνευματικού κύρους της αγιώνυμης πολιτείας στην - κατά κύριο λόγο εθνοφυλετική - εκκλησιαστική διπλωματία. Για τον λόγο αυτό το CEMES θεωρεί υποχρέωσή του να την αναρτήσει στην προμετωπίδα της επίσημης ιστοσελίδας του για το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό.
(24.6.2019)
ΚΑΙΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ - ΟΜΟΛΟΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΗ
Η ΕΚΚΛΗΣΗ του ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ του WUPPERTAL
(Ελληνική μετάφραση, επιμέλεια CEMES)
«καὶ ἐὰν ἐντραπῇ ὁ λαός μου ἐφ' οὓς τὸ ὄνομά μου ἐπικέκληται ἐπ' αὐτούς καὶ προσεύξωνται καὶ ζητήσωσιν τὸ πρόσωπόν μου καὶ ἀποστρέψωσιν ἀπὸ τῶν ὁδῶν αὐτῶν τῶν πονηρῶν καὶ ἐγὼ εἰσακούσομαι ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἵλεως ἔσομαι ταῖς ἁμαρτίαις αὐτῶν καὶ ἰάσομαι τὴν γῆν αὐτῶν» (B΄ Παραλ 7:14).
«εἴ τις ἐν Χριστῷ, καινὴ κτίσις· τὰ ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδοὺ γέγονε καινὰ τὰ πάντα. τὰ δὲ πάντα ἐκ τοῦ Θεοῦ τοῦ καταλλάξαντος ἡμᾶς ἑαυτῷ διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ δόντος ἡμῖν τὴν διακονίαν τῆς καταλλαγῆς» (B΄ Κορ 5:17-18)
Προοίμιο
Από 16 έως 19 Ιουνίου του 2019, 52 σύνεδροι από 22 χώρες και από διαφορετικές ομολογιακές και λοιπές θρησκευτικές παραδόσεις, συγκεντρώθηκαν στο Wuppertal της Γερμανίας για ένα συνέδριο με τίτλο «Από κοινού για οικολογική θεολογία, ηθική της βιωσιμότητας και φιλικές προς το περιβάλλον εκκλησίες». Στο Wuppertal θυμηθήκαμε την θαρραλέα ομολογία πίστεως που διατυπώθηκε στη Διακήρυξη του Μπάρμεν (1934) εναντίον της ολοκληρωτικής, απάνθρωπης και ρατσιστικής ιδεολογίας της εποχής. Η Διακήρυξη του Μπάρμεν συνεχίζει να μας ενθαρρύνει σήμερα για «μια χαρούμενη απελευθέρωση από τα αντίθεα δεσμά του κόσμου τούτου για ελεύθερη και ευγνώμονα διακονία της θεϊκής δημιουργίας» (Barmen 2).
Μοιραστήκαμε ιστορίες από την Αφρική, την Ασία, την Ευρώπη, τη Λατινική Αμερική, τη Βόρεια Αμερική και την Ωκεανία. Ακούσαμε τις κραυγές της γης, τις κραυγές των ανθρώπων που είναι ευάλωτοι στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, ιδιαίτερα των παιδιών και των ηλικιωμένων, τις κραυγές της νεολαίας που απαιτεί δικαιοσύνη μεταξύ γενεών και τις ανησυχίες των εμπειρογνωμόνων για τις τρέχουσες τάσεις.
Αναγνωρίζουμε τον επείγοντα χαρακτήρα των ετών που ακολουθούν, εκφράζουμε όμως το θάρρος να ελπίζουμε και είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε έκκληση στο παγκόσμιο οικουμενικό κίνημα για έναν ολοκληρωμένο οικολογικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.
ΚΑΙΡΟΣ: Για μια αποφασιστική στροφή στην ιερά πορεία μας για δικαιοσύνη και ειρήνη
Η οικουμενική κίνηση έχει από καιρού δεσμευτεί στην ιερά πορεία της για δικαιοσύνη, ειρήνη και ακεραιότητα της δημιουργίας. Αυτοί οι στόχοι απαιτούν επείγουσες ενέργειες στο άμεσο μέλλον. Ο επείγων χαρακτήρας της κρίσης μας καλεί να διαβάσουμε τα σημεία των καιρών, να ακούσουμε το αίτημα του Θεού, να ακολουθήσουμε τον δρόμο του Χριστού, να διακρίνουμε την πνοή του Αγίου Πνεύματος και, ως απάντηση, να αναγνωρίσουμε τις θετικές πρωτοβουλίες των εκκλησιών σε όλο τον κόσμο .
Τα συμπτώματα της κρίσης αγγίζουν όλα τα δομικά στοιχεία της ζωής και είναι ορατά σε όλους:
• Το τρεχούμενο νερό είναι μολυσμένο. οι παγετώνες τήκονται. οι ωκεανοί μολύνονται με πλαστικά και με τον τρόπο αυτό καθίστανται όξινες, έτσι ώστε οι κοραλλιογενείς ύφαλοι να αλλοιώνονται (νερό).
• Το έδαφος υποβαθμίζεται μέσω της μη βιώσιμης γεωργίας και των ανθυγιεινών διατροφικών συνηθειών, των εξορυκτικών οικονομιών που κυριαρχούνται από τις παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις, την αποδάσωση, την απερήμωση και τη διάβρωση του εδάφους. Το ζωικό βασίλειο στενάζει και οι τροφές τροποποιούνται γενετικά. Ο θαλάσσιος έμβιος πλούτος εξαντλείται. Η απώλεια οικοτόπων οδηγεί σ άνευ προηγουμένου απώλεια βιοποικιλότητας (γη). Τόσο η γη όσο και η υγεία των ανθρώπων δηλητηριάζονται από βιομηχανικές, γεωργικές, δημοτικές και πυρηνικές μορφές αποβλήτων και από φυτοφάρμακα και χημικά. Ένας αυξανόμενος αριθμός ατόμων αναγκάζεται να μεταναστεύσει και να γίνει πρόσφυγας εξ αιτίας της επιδείνωσης του κλίματος.
• Οι παγκόσμιες εκπομπές άνθρακα εξακολουθούν να αυξάνονται, τα αέρια του θερμοκηπίου συσσωρεύονται στην ατμόσφαιρα και το κλίμα αποσυντονίζεται (αέρας).
• Η αυξανόμενη χρήση ενέργειας από ορυκτά καύσιμα οδηγεί σε τέτοιες αλλαγές (πυρκαγιές).
Τα ευαίσθητα συστήματα και οι ισορροπίες του πλανήτου διαταράχθηκαν σε πρωτοφανή έκταση εξαιτίας του ανθρωποκεντρισμού. Έχουμε υπερβεί τις αντοχές του πλανήτη. Η γη φαίνεται πλέον ανίκανη να θεραπεύσει τον εαυτό της. «Η κτίσις συστενάζει καὶ συνωδίνει» (Ρωμ 8:22). Δεν καταφέραμε να συντονίσουμε τις οικουμενικές μας ανησυχίες για δικαιοσύνη εν μέσω φτώχειας, ανεργίας και ανισότητας, για συμμετοχική κοινωνία μέσα σε διάφορες μορφές βίαιων συγκρούσεων, και για αειφορία εν μέσω οικολογικής καταστροφής.
Παρόλο που οι άνθρωποι δεν συνέβαλαν εξίσου στις βαθύτερες αιτίες αυτής της κρίσης, ως χριστιανοί, καλούμαστε να ομολογήσουμε τη συνενοχή μας και τη δουλεία μας στην αμαρτία:
• Συμπεριφερθήκαμε αλαζονικά υιοθετώντας ότι όλη η γη περιστρέφεται γύρω από μας τους ανθρώπους και τις ανάγκες μας (υπερηφάνεια).
• Είμαστε παγιδευμένοι σε μια απύθμενη επιθυμία για απεριόριστη υλική ανάπτυξη, που κατευθύνεται από μια διάχυτη κουλτούρα καταναλωτισμού (απληστία).
• Χρησιμοποιήσαμε τα δώρα του Θεού, και καταφύγαμε στη βία κατά των δημιουργημάτων του Θεού παραβιάζοντας την ανθρώπινη αξιοπρέπεια (βία).
• Έχουμε αποξενωθεί από την προγονική μας γη και την παραδοσιακή μας σοφία, από τα ζώα ως συν-δημιουργήματα και από τη Γη ως το δοσμένο από το Θεό σπίτι μας (ιδιωτικοποίηση των αγαθών).
• Μας έχει κυριεύσει η τρέλα, η αδικία, η άρνηση και η απληστία (διαστροφή).
• Αργήσαμε να ανταποκριθούμε στην ευθύνη μας να αντιμετωπίσουμε την καθοριστική κρίση της εποχής μας (πνεύμα αργίας).
Ακόμη χειρότερα, η αυθεντικότητα της οικουμενικής μαρτυρίας υπονομεύεται από μια σειρά στρεβλώσεων του ευαγγελίου, τοξικά αφηγήματα και θεολογίες που νομιμοποιούν μια ολοκληρωτική λογική θανάτου και καταστροφής. Τέτοιες είναι οι θεολογίες της κυριαρχίας στο όνομα των διαφορών ως προς τη φυλή, το φύλο, την κοινωνική τάξη και τα έμβια είδη, της θεολογικής νομιμοποίησης της πατριαρχικής κυριαρχίας, δυαλιστικοί και αναγωγικοί τρόποι συσχετισμού ουρανού και γης, ψυχής και σώματος, πνεύματος και ύλης. Και φυσικά η άρνηση και γελοιοποίηση της επιστημονικής εμπειρογνωμοσύνης και της γνώσεως, με σκοπό την διατήρηση της τρέχουσας τάξης πραγμάτων, την παράταση των μύθων απεριόριστης προόδου, και εμπιστοσύνης μόνο των τεχνολογικών επιλύσεων των οικολογικών προβλημάτων, αντί της συνειδητοποίησης του πολιτιστικού, ηθικού και πνευματικού τους χαρακτήρα. το ψευδο-ευαγγέλιο της έμφασης στην συσσώρευση πλούτου και ευημερίας, προς ίδιον όφελος κατηγορώντας για τα προβλήματα πάντα τους άλλους. και οι τρόπους διαφυγής αντιμετώπισης των θυμάτων της οικολογικής αδικίας.
Ελπίδα: Το θάρρος σε μια εποχή άγχους και απόγνωσης
Εν μέσω πρωτοφανούς απελπισίας, που συνδέεται με μιαν αφόρητη οικολογική κρίση, διακηρύσσουμε την ελπίδα στον Τριαδικό Θεό, μαζί με την ωδίνουσα δημιουργία του, αφού «τῇ γὰρ ἐλπίδι ἐσώθημεν» (Ρωμ.8:24). Ο Θεός δεν έχει εγκαταλείψει τη γη "Δεχόμαστε τις υποσχέσεις του Θεού που συμβολίζονται στη διαθήκη που γίνεται" με κάθε ζωντανό πλάσμα, για όλες τις μελλοντικές γενιές" (Γένεση 9:12). Πιστεύουμε στην παρουσία του Θεού όπως αποκαλύφθηκε στον Ιησού τον Χριστό ανάμεσα στο χάος γύρω μας. Μας παρηγορεί η δύναμη του Πνεύματος για «ανανέωση του προσώπου της γης» (Ψαλμ 104:30).
Μπροστά σε τέτοια οικονομικά και πολιτικά αφηγήματα, που παραμορφώνουν την κατανόηση των σωστών σχέσεων μεταξύ ανθρώπων, δημιουργίας και Δημιουργού, μια τέτοια ελπίδα μπορεί να φαίνεται αντίθετα με τη διαίσθηση της κοινής λογικής. Η ελπίδα που διακηρύττουμε δεν ασκεί μόνο κριτική στα καταπιεστικά και πατριαρχικά συστήματα κυριαρχίας, αλλά μας εμπνέει να συμμετέχουμε στην επούλωση των πληγών της δημιουργίας (Β΄ Παραλ 7:14). Η ελπίδα δεν είναι ταυτόσημη με την τυφλή αισιοδοξία που εμπιστεύεται την απλή διαιώνιση της σημερινής κατάστασης. Μια τέτοια ελπίδα δεν είναι φθηνή, έχει κόστος. Ξεκινάει παρά τις συντριπτικές αποδείξεις για το αντίθετο, επειδή στηρίζεται στον Τριαδικό Θεό. Είναι μια τέτοια ελπίδα, που μας ενθαρρύνει και μας ωθεί προς μια ολοκληρωμένη οικολογική μεταμόρφωση της κοινωνίας.
Μια έκκληση προς το παγκόσμιο οικουμενικό κίνημα
Στην καρδιά του απαιτούμενου μετασχηματισμού είναι η ανάγκη για οικολογική μεταστροφή (μετάνοια), μια αλλαγή της καρδιάς, του νου, των στάσεων, των καθημερινών συνηθειών και των μορφών της πρακτικής (Ρωμ 12: 1-2). Αυτό έχει συνέπειες για όλες τις πτυχές της χριστιανικής ζωής: για τη λειτουργία και την εν γένει λατρεία, τα βιβλικά αναγνώσματα, το κήρυγμα, τα μυστήρια, την κοινωνία και πρακτική των ενοριών, την προσευχή, τη νηστεία, την πνευματικότητα, το δόγμα, το ήθος, την παιδεία, την τέχνη. Αυτή η οικολογική μεταμόρφωση ολόκληρου του χριστιανισμού έχει ενθαρρυνθεί από τους Πατέρες και τις Μητέρες της χριστιανικής παράδοσης, από τα παραδείγματα αδελφών μας, ανδρών και γυναικών, σε όλο τον κόσμο, και από οικουμενικούς ηγέτες, όπως ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο Πάπας Φραγκίσκος, ο αρχιεπίσκοπος Desmond Tutu και πολλές άλλες ηγετικές προσωπικότητες.
Καλούμε το παγκόσμιο οικουμενικό κίνημα, τις παγκόσμιες χριστιανικές κοινωνίες και όλες τις άλλες εκκλησίες, να σχεδιάσουν μια δεκαετία οικολογικής μάθησης, ομολογίας και συνολικής δράσης επαναπροσανατολισμού των προτεραιοτήτων των εκκλησιών με τις ακόλουθες δεσμεύσεις:
1. Να ανανεώσουν το πλήρες φάσμα των λειτουργικών και πνευματικών πρακτικών και των αρχαίων εκκλησιαστικών παραδόσεων προσανατολισμένων στη δημιουργία υπό το φως του σημερινού καιρού.
2. Να μελετήσουν εκ νέου τα βιβλικά κείμενα με οδηγό τις οικολογικές ευαισθησίες.
3. Να δημιουργήσουν πλαίσια για την καλλιέργεια οικολογικών ενοριών, παρέχοντας το απαραίτητο προσωπικό και οικονομικούς πόρους, και υποστηρίζοντας υφιστάμενες πρωτοβουλίες βάσης.
4. Να προωθήσουν τη δικαιοσύνη των φύλων στην εκκλησία και την κοινωνία, με δεδομένη την πολλαπλή σύνδεση με οικολογικούς προβληματισμούς.
5. Να ενθαρρύνουν τη νεολαία να αναλαμβάνει ηγετικές πρωτοβουλίες στην εκκλησία και την κοινωνία για χάρη ενός μέλλοντος που είναι δικό του.
6. Να ενσωματωθεί ο οικολογικός θεολογικός προβληματισμός σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης.
7. Να συνδράμουν στην καλλιέργεια οικολογικών αρετών και βιώσιμου τρόπου ζωής σε νοικοκυριά και κοινότητες.
8. Να εξοπλίσουν τους λαϊκούς για την επαγγέλματά τους προκειμένου να ασκήσουν οικολογική ευθύνη όπου και αν ζουν, εργάζονται και λατρεύουν.
9. Να συμμετάσχουν σε διεπιστημονικό διάλογο που να συνδυάσει και να νομιμοποιήσει τις ιδέες από τις επιστήμες, τις γηγενείς παραδόσεις σοφίας και τις ποικίλες θεολογίες.
10. Να υποστηρίξει τις διεπιστημονικές συμμαχίες, τα δίκτυα και τις εταιρικές σχέσεις με όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης, με τις επιχειρήσεις και τη βιομηχανία, με την κοινωνία των πολιτών, με πολύτιμα οικολογικά δίκτυα, με άλλες ζωντανές θρησκείες και με όλους τους ανθρώπους καλής θελήσεως, για την εξεύρεση βιώσιμων εναλλακτικών λύσεων απέναντι στις κυρίαρχες μορφές παραγωγής και κατανάλωσης.
Ενόψει της επικείμενης 11ης Γενικής Συνέλευσης του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών το 2021, συνιστούμε ιδιαίτερα στο ΠΣΕ. να διακηρύξει μια «Δεκαετία για την Θεραπεία της Δημιουργίας», με τους ακόλουθους στόχους:
• Να κινητοποιήσει τις εκκλησίες-μέλη να αναπροσανατολίσουν τις προτεραιότητές τους στις δεσμεύσεις που αναφέρονται στην Έκκληση του Wuppertal.
• Να συμμετάσχει στην ατζέντα των στόχων του ΟΗΕ για στόχους αειφόρου ανάπτυξης μέσω διαφόρων συμμαχιών, δικτύων και εταιρικών σχέσεων και να προχωρήσει πέρα από τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDG των 190 ηγετών) προκειμένου να επαναπροσδιορίσει τις έννοιες της ανάπτυξης, του πλούτου και της ευημερίας, οι οποίες δεν έχουν διευκρινιστεί επαρκώς. Αναφορικά με τα όρια αντοχής του πλανήτη.
• Να στηρίξει στους παγκόσμιους φορείς λήψης αποφάσεων ώστε η αύξηση των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου να σταματήσει και να μειωθεί δραστικά το συντομότερο δυνατό, προκειμένου να επιτευχθούν μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και να διατηρηθεί η παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από 1,5 βαθμούς Κελσίου.
• Να προωθήσουν τις διαδικασίες των Ηνωμένων Εθνών για τη δημιουργία ενός νομικού πλαισίου για έναν δεσμευτικό «Παγκόσμιο Χάρτη δικαιωμάτων της Μητέρας Γης» (Cochabamba 2010), ένα σύστημα διεθνούς νομολογίας της Γης, και να διερευνηθούν οι δυνατότητες ενός Συμβουλίου των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα της Φύσης και της αναγνώρισης της οικοκτίδας ως ποινικού αδικήματος στο Διεθνές Δικαστήριο.
Αυτές οι δεσμεύσεις απορρέουν από την κατανόηση της στιγμής του καιρού στην ιστορία στην οποία βρισκόμαστε. Το έργο μπροστά είναι τεράστιο και θα απαιτήσει δεκαετίες αφοσίωσης. Ο επείγων χαρακτήρας της κατάστασης σημαίνει ότι δεν μπορεί να καθυστερήσει μια ολοκληρωμένη απάντηση. Η επόμενη δεκαετία θα είναι αποφασιστική για να επιτρέψει στη Γη ένα χρόνο ανάπαυσης. Τα βιβλικά μοτίβα του Σαββάτου και του Ιωβηλαίου Έτους παρέχουν μια μοναδική πηγή ελπίδας και έμπνευσης, μια διακοπή στον κύκλο εκμετάλλευσης και βίας, που εκφράζεται στο όραμα ότι θα υπάρχει "ένα έτος πλήρους ανάπαυσης για τη γη" (Λευιτ 25:5).
Ελθέ Πνεύμα Άγιο, ανανέωσε ολόκληρη τη δημιουργία!
24.6.2019
Σημείωση (1) Το συνέδριο σχεδιάστηκε και οργανώθηκε από κοινού από την Evangelische Mission Werk (EMW), την Ευαγγελική Εκκλησία της Γερμανίας (EKD), την Ηνωμένη Ευαγγελική Ιεραποστολή (UEM), την οργάνωση «Άρτος για τον Κόσμο» (ΒfW) και το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών (ΠΣE).
H εισήγηση του Προέδρου επί τιμή του CEMES, Ομότ. Καθ. Πέτρου Βασιλειάδη, στο συνέδριο στο: www.academia.edu/39628213/INTEGRAL_ECOLOGY_IN_THE_WITNESS_OF_THE_ORTHODOX_CHURCH
26.5.2019
THE FINAL COMMUNIQUE OF THE CEMES GREEK-GEORGIAN THEOLOGICAL SYMPOSIUM ON "ORTHODOX THEOLOGY & WITNESS"
The Center of Ecumenical, Missiological and Environmental Studies "Metropolitan Panteleimon Papageorgiou"(CEMES), between May 22-28, organized a theological symposium on “Orthodox Theology and Witness” with Georgian theologians. The symposium consisted of 3 parts:
1. A pilgrimage of the Georgian participants to Mount Athos, between 22-25 May:
By the invitation of the Holy Kinotita, the Georgian participants have visited several monasteries on Mount Athos. The participants were given an opportunity to meet the abbot of the Holy Monastery of Esphigmenou, Archimandrite Bartholomew. A long conversation was held between the abbot, the brotherhood of the monastery and participants about the spiritual – ascetical and daily life of the monastery. After the meeting, the pilgrimage continued with a visit to the Holy Monastery of Koutloumousi. The next day the participants had the privilege to visit the Holy Monastery of Iviron. At this monastery, the participants had the opportunity to see the museum and the holy relics of the monastery. In addition, as a sign of respect, the abbot gave his blessing for the participants to have a Divine Liturgy in Georgian, with the icon of Theotokos being located in the Church. After the Iviron monastery, the participants continued their journey to Vatopedi Monastery.
The Pilgrimage Group Consisted: Hieromonk Irineos Shengelia, Hieromonk Ieronymos Katamadze, Hierodeacon Irakli Jinjolava, Deacon George Gibradze, Shota Kintsurashvili, Nikoloz Gurgenidze, Giorgi Geguchadze, and Grigol Tchezhia.
2. Meeting of Georgian Theologians and students of theology living abroad, between 25 – 26 May:
After returning from Mount Athos to Thessaloniki more participants joined the Symposium. The Protosingelos of the Thessaloniki diocese fr. Iakovos gave a reception to the Georgian theologians and had a meeting with the participants. With the blessing of the Metropolitan of Thessaloniki, His All Holiness Anthimos, the Georgian participants had a Divine Liturgy in Georgian and Greek. The Liturgy was held at the Church of Dormition at the old parish of 40 Ekklisies. After the Liturgy, the memorial service was held for those who have sacrificed their lives for the independence of Georgia. After liturgy and dinner, a dialogue was held between the Georgian theologians and students, at the monastery of St. Theodora, in Thessaloniki. During this dialogue, the participants spoke about the contemporary issues such as euthanasia, bioethics, the role of theology in secular social life, catechism, liturgy and theological educational missionary role for a better future of our Orthodox Church.
Participants in the discussion were:
1. Hierodeacon Irakli Jinjolava (chairman) – University of Munich;
2. George Geguchadze (secretary) – University of Eichstätt;
3. Nino Sadzaglishvili (secretary) – University of Athens;
4. Sopho Gozalishvili – University of Vienna;
5. Hieromonk Leonide Ebralidze – Pontifical Oriental Institute of Rome;
6. Hieromonk Irineos Shengelia – University of Thessaloniki;
7. Heromonk Ieronymos Katamadze – University of Thessaloniki;
8. Deacon George Gibradze – University of Cambridge, IOCS;
9. Guram Chukhrukidze – University of Thessaloniki;
10. Grigol Tchezhia – University of Eichstätt;
11. Nikoloz Gurgenidze – University Ecclesiastical Academy of Thessaloniki;
12. Guram Lursmanashvili – University of Athens;
13. Vano Shoshiashvili – University of Athens;
14. Shota Kintsurashvili – University of Munich.
The Georgian group also received letters from those who couldn’t attend the symposium: Subdeacon Giorgi (Givi) Lomidze, Erekle Turkadze, and Alexi Mestumrishvili.
3. The Symposium proper on 27th May:
The academic part of the symposium was held at Amphitheatre "Metropolitan Panteleimon Papageorgiou" of the St. Theodora Monastery, in Thessaloniki. The program was made up of 3 parts:
Part One:
• Introduction and Welcoming Address by the CEMES President, Prof. Emer. Nikolaos Zacharopoulos;
• Introduction of the Greek-Georgian Orthodox Conference by Prof. Emer. Petros Vassiliadis, President of Honour of CEMES;
• Introduction to the activities of CEMES by Dr. Nikolaos Dimitriadis, Prof. of IHU and ACT;
• The History of the Church of Georgia at its origin by Rev. Dn. George Gibradze
⦿ Visit to the CEMES Museum.
Part Two:
• The Holy and Great Council and the Ukrainian Autocephaly as covered and scientifically analyzed by CEMES by Prof. Emer. Petros Vassiliadis, President of Honour of CEMES;
• Orthodox Theology and the Orthodox Church of Georgia by Very Rev. Hieromonk Leonide Ebralidze;
• The Beginnings of Monasticism in Georgia by Rev. Dn. Irakli Jinjolava
⦿ The participants of the Symposium were received by the Metropolitan of Thessaloniki, His All Holiness Anthimos.
Part Three:
• The Orthodox Church and the Role of Women by Dr. Eleni Kasselouri, Prof. of IHU and OHU;
• The Ordination of Deaconesses in the Orthodox Church by Prof. Panagiotis Skaltsis, President of the Theological Department of AUTH;
• Orthodoxy and Science by Prof. Petros Panagiotopoulos, Vice-President of CEMES;
- The Orthodox Church and Social Issues by Prof. Christos Tsironis, of the Theological Department of AUTH and CEMES
• Conclusion and thanksgiving by Rev. Dn. Irakli Jinjolava.
At the end of the conference, on behalf of the Georgian participants, Hierodeacon Irakli Jinjolava expressed his gratitude to the Greek side and as a sign of his gratitude presented a gift to them, a Georgian wine. On behalf of the Greek side, Prof. Petros Vassiliadis has presented a gift, of the Abbott of St. Theodora Monastery and member of CEMES, Fr. Barnabas Yagou, for the Catholicos-Patriarch Ilia II of Georgia, which is to be used on Holy Thursday for the washing of feet.
The Theological symposium contained academic and informal discussions. According to the participants “the symposium was of a high level of importance”. Especially to the Georgians, it was very fruitful to have similar symposiums in the future. The participants from both sides have agreed to publish the materials of the symposium and to continue working together.
1. A pilgrimage of the Georgian participants to Mount Athos, between 22-25 May:
By the invitation of the Holy Kinotita, the Georgian participants have visited several monasteries on Mount Athos. The participants were given an opportunity to meet the abbot of the Holy Monastery of Esphigmenou, Archimandrite Bartholomew. A long conversation was held between the abbot, the brotherhood of the monastery and participants about the spiritual – ascetical and daily life of the monastery. After the meeting, the pilgrimage continued with a visit to the Holy Monastery of Koutloumousi. The next day the participants had the privilege to visit the Holy Monastery of Iviron. At this monastery, the participants had the opportunity to see the museum and the holy relics of the monastery. In addition, as a sign of respect, the abbot gave his blessing for the participants to have a Divine Liturgy in Georgian, with the icon of Theotokos being located in the Church. After the Iviron monastery, the participants continued their journey to Vatopedi Monastery.
The Pilgrimage Group Consisted: Hieromonk Irineos Shengelia, Hieromonk Ieronymos Katamadze, Hierodeacon Irakli Jinjolava, Deacon George Gibradze, Shota Kintsurashvili, Nikoloz Gurgenidze, Giorgi Geguchadze, and Grigol Tchezhia.
2. Meeting of Georgian Theologians and students of theology living abroad, between 25 – 26 May:
After returning from Mount Athos to Thessaloniki more participants joined the Symposium. The Protosingelos of the Thessaloniki diocese fr. Iakovos gave a reception to the Georgian theologians and had a meeting with the participants. With the blessing of the Metropolitan of Thessaloniki, His All Holiness Anthimos, the Georgian participants had a Divine Liturgy in Georgian and Greek. The Liturgy was held at the Church of Dormition at the old parish of 40 Ekklisies. After the Liturgy, the memorial service was held for those who have sacrificed their lives for the independence of Georgia. After liturgy and dinner, a dialogue was held between the Georgian theologians and students, at the monastery of St. Theodora, in Thessaloniki. During this dialogue, the participants spoke about the contemporary issues such as euthanasia, bioethics, the role of theology in secular social life, catechism, liturgy and theological educational missionary role for a better future of our Orthodox Church.
Participants in the discussion were:
1. Hierodeacon Irakli Jinjolava (chairman) – University of Munich;
2. George Geguchadze (secretary) – University of Eichstätt;
3. Nino Sadzaglishvili (secretary) – University of Athens;
4. Sopho Gozalishvili – University of Vienna;
5. Hieromonk Leonide Ebralidze – Pontifical Oriental Institute of Rome;
6. Hieromonk Irineos Shengelia – University of Thessaloniki;
7. Heromonk Ieronymos Katamadze – University of Thessaloniki;
8. Deacon George Gibradze – University of Cambridge, IOCS;
9. Guram Chukhrukidze – University of Thessaloniki;
10. Grigol Tchezhia – University of Eichstätt;
11. Nikoloz Gurgenidze – University Ecclesiastical Academy of Thessaloniki;
12. Guram Lursmanashvili – University of Athens;
13. Vano Shoshiashvili – University of Athens;
14. Shota Kintsurashvili – University of Munich.
The Georgian group also received letters from those who couldn’t attend the symposium: Subdeacon Giorgi (Givi) Lomidze, Erekle Turkadze, and Alexi Mestumrishvili.
3. The Symposium proper on 27th May:
The academic part of the symposium was held at Amphitheatre "Metropolitan Panteleimon Papageorgiou" of the St. Theodora Monastery, in Thessaloniki. The program was made up of 3 parts:
Part One:
• Introduction and Welcoming Address by the CEMES President, Prof. Emer. Nikolaos Zacharopoulos;
• Introduction of the Greek-Georgian Orthodox Conference by Prof. Emer. Petros Vassiliadis, President of Honour of CEMES;
• Introduction to the activities of CEMES by Dr. Nikolaos Dimitriadis, Prof. of IHU and ACT;
• The History of the Church of Georgia at its origin by Rev. Dn. George Gibradze
⦿ Visit to the CEMES Museum.
Part Two:
• The Holy and Great Council and the Ukrainian Autocephaly as covered and scientifically analyzed by CEMES by Prof. Emer. Petros Vassiliadis, President of Honour of CEMES;
• Orthodox Theology and the Orthodox Church of Georgia by Very Rev. Hieromonk Leonide Ebralidze;
• The Beginnings of Monasticism in Georgia by Rev. Dn. Irakli Jinjolava
⦿ The participants of the Symposium were received by the Metropolitan of Thessaloniki, His All Holiness Anthimos.
Part Three:
• The Orthodox Church and the Role of Women by Dr. Eleni Kasselouri, Prof. of IHU and OHU;
• The Ordination of Deaconesses in the Orthodox Church by Prof. Panagiotis Skaltsis, President of the Theological Department of AUTH;
• Orthodoxy and Science by Prof. Petros Panagiotopoulos, Vice-President of CEMES;
- The Orthodox Church and Social Issues by Prof. Christos Tsironis, of the Theological Department of AUTH and CEMES
• Conclusion and thanksgiving by Rev. Dn. Irakli Jinjolava.
At the end of the conference, on behalf of the Georgian participants, Hierodeacon Irakli Jinjolava expressed his gratitude to the Greek side and as a sign of his gratitude presented a gift to them, a Georgian wine. On behalf of the Greek side, Prof. Petros Vassiliadis has presented a gift, of the Abbott of St. Theodora Monastery and member of CEMES, Fr. Barnabas Yagou, for the Catholicos-Patriarch Ilia II of Georgia, which is to be used on Holy Thursday for the washing of feet.
The Theological symposium contained academic and informal discussions. According to the participants “the symposium was of a high level of importance”. Especially to the Georgians, it was very fruitful to have similar symposiums in the future. The participants from both sides have agreed to publish the materials of the symposium and to continue working together.
ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ CEMES
OMOT. KAΘHΓHTOY κ. NIKOΛAOY ZAXAΡOΠOYΛOY
Στο επιστημονικό τμήμα του Συμποσίου «Ορθόδοξη Θεολογία και Μαρτυρία»
Ευλογημένη η γη της Γεωργίας. Χώρα του αρχαίου πολιτισμού και χώρα της αρχαίας πίστης. Στη Γεωργία, όπως γνωρίζουμε, τέθηκε ο θεμέλιος λίθος της πίστης, όπως και στο Βυζάντιο, από τον απόστολο Ανδρέα, ενώ κατά τον 4° αιώνα έλαβε ο Χριστιανισμός στις δυο αυτές επικράτειες εξ έχουσα θέση.
Σεβαστοί πατέρες, κ. επίτιμε πρόεδρε, αξιότιμοι κ. συνάδελφοι, αγαπητοί φίλοι που μετέχετε στις εργασίες αυτού του Συμποσίου, σήμερα βρίσκονται ανάμεσά μας αξιόλογα τέκνα της Εκκλησίας της Γεωργίας. Εκφράζουμε την ιδιαίτερη χαρά μας και τα καλωσορίζουμε, ενώ μεταφέρουμε και την επιδαψίλευση της ευλογίας του επίτιμου προέδρου μας, του Παναγιότατου Μητροπολίτη μας κκ. Ανθίμου σε όλους μας.
Μόλις επέστρεψαν οι Γεωργιανοί αδελφοί μας από την Προσκυνηματική τους επίσκεψη στο Περιβόλι της Παναγιάς, το τρισευλογημένο Όρος. Γνωρίζουμε δε πόση σημασία η Εκκλησία τους αποδίδει στο διαχρονικό στήριγμα της Ορθοδοξίας, τον Μοναχισμό, και σε ό,τι ως πολύχρονη αγιοπατερική παράδοση ανάβλυσε μέσα απ’ αυτόν. Έλαβαν ευλογία και χάρη οι Γεωργιανοί αδελφοί μας από τον Άγιο τόπο. Γνωρίζουμε, ακόμη, πολύ καλά τη σημασία που δίνουν στη λατρευτική ζωή, όπως ακριβώς και ο δικός μας λαός, οπότε σ’ αυτό το καίριο σημείο της πνευματικότητας συμπίπτουμε πλήρως. Η κοινωνία μεταξύ μας στην κοινή λατρευτική ζωή μας στηρίζεται.
Ουσιαστικό στοιχείο της χριστιανικής λατρείας είναι η καρδιακή ευχαριστία και δοξολογία του Θεού, την οποία όλοι οι πιστοί κάθε τόπου προσφέρουν στον Θεό για όλες τις δωρεές που πλουσιοπάροχα προσφέρει στα τέκνα του. Ανάμεσα σ’ αυτές σήμερα διακρίνουμε την ευχάριστη και ενισχυτική παρουσία των Γεωργιανών αδελφών μας ανάμεσά μας. Δοξάζουμε τον πανάγαθο Θεός γι’ αυτή την υπέροχη ευκαιρία που μας έδωσε. Σας ευχαριστούμε, αγαπητοί αδελφοί μας.
Το πρόγραμμά μας, σήμερα, εντάσσεται στη συνεχή και άοκνη, όσο και γοητευτική, προσπάθειά μας να βαδίσουμε στα αχνάρια που χάραξε ο αξιολογότατος μακαριστός ιεράρχης Παντελεήμων Παπαγεωργίου, του οποίου το όνομα φέρει το Κέντρο μας Μελετών και Έρευνας. Μαζί σας, αγαπητοί φιλοξενούμενοι αδελφοί μας, στο πλαίσιο της ερευνητικής πορεία μας των εκκλησιαστικών, κοινωνικών και πολιτισμικών του κόσμου μας θεμάτων, θα εγκύψουμε.
Με τη βοήθειά σας, επικοινωνώντας πνευματικά, ανταλλάσσοντας τις απόψεις μας, εμβαθύνοντας στα νοήματα της υπέροχης πίστης μας θα επεκτείνουμε τις γνώσεις μας σχετικά με τις Εκκλησίες μας και θα αντιμετωπίσουμε καίρια προβλήματά τους. Πρόθεσή μας είναι να πραγματοποιήσουμε έναν επωφελή διάλογο και κυρίως όμως να εμβαθύνουμε το αίσθημα εμπιστοσύνης μεταξύ μας, της αδελφοσύνης, της ενότητας και της αγάπης, προκειμένου με το άνοιγμά μας προς τον ταλαιπωρούμενο κόσμο να επιτύχουμε την επικράτηση της απαραίτητης για την ανθρωπότητα ειρήνης.
Αφού ευχαριστήσω όλους, και από τις δυο πλευρές, για την οργάνωση του Συμποσίου αυτού, και ιδιαίτερα τον πρόεδρό μας επί τιμή, τον καθηγητή κ. Βασιλειάδη, θα παρακαλέσω όλοι αντάμα να χαρούμε τη σημερινή σχετική ευκαιρία.
Καλή επιτυχία.
Θεσσαλονίκη, 27.5.2019
Σεβαστοί πατέρες, κ. επίτιμε πρόεδρε, αξιότιμοι κ. συνάδελφοι, αγαπητοί φίλοι που μετέχετε στις εργασίες αυτού του Συμποσίου, σήμερα βρίσκονται ανάμεσά μας αξιόλογα τέκνα της Εκκλησίας της Γεωργίας. Εκφράζουμε την ιδιαίτερη χαρά μας και τα καλωσορίζουμε, ενώ μεταφέρουμε και την επιδαψίλευση της ευλογίας του επίτιμου προέδρου μας, του Παναγιότατου Μητροπολίτη μας κκ. Ανθίμου σε όλους μας.
Μόλις επέστρεψαν οι Γεωργιανοί αδελφοί μας από την Προσκυνηματική τους επίσκεψη στο Περιβόλι της Παναγιάς, το τρισευλογημένο Όρος. Γνωρίζουμε δε πόση σημασία η Εκκλησία τους αποδίδει στο διαχρονικό στήριγμα της Ορθοδοξίας, τον Μοναχισμό, και σε ό,τι ως πολύχρονη αγιοπατερική παράδοση ανάβλυσε μέσα απ’ αυτόν. Έλαβαν ευλογία και χάρη οι Γεωργιανοί αδελφοί μας από τον Άγιο τόπο. Γνωρίζουμε, ακόμη, πολύ καλά τη σημασία που δίνουν στη λατρευτική ζωή, όπως ακριβώς και ο δικός μας λαός, οπότε σ’ αυτό το καίριο σημείο της πνευματικότητας συμπίπτουμε πλήρως. Η κοινωνία μεταξύ μας στην κοινή λατρευτική ζωή μας στηρίζεται.
Ουσιαστικό στοιχείο της χριστιανικής λατρείας είναι η καρδιακή ευχαριστία και δοξολογία του Θεού, την οποία όλοι οι πιστοί κάθε τόπου προσφέρουν στον Θεό για όλες τις δωρεές που πλουσιοπάροχα προσφέρει στα τέκνα του. Ανάμεσα σ’ αυτές σήμερα διακρίνουμε την ευχάριστη και ενισχυτική παρουσία των Γεωργιανών αδελφών μας ανάμεσά μας. Δοξάζουμε τον πανάγαθο Θεός γι’ αυτή την υπέροχη ευκαιρία που μας έδωσε. Σας ευχαριστούμε, αγαπητοί αδελφοί μας.
Το πρόγραμμά μας, σήμερα, εντάσσεται στη συνεχή και άοκνη, όσο και γοητευτική, προσπάθειά μας να βαδίσουμε στα αχνάρια που χάραξε ο αξιολογότατος μακαριστός ιεράρχης Παντελεήμων Παπαγεωργίου, του οποίου το όνομα φέρει το Κέντρο μας Μελετών και Έρευνας. Μαζί σας, αγαπητοί φιλοξενούμενοι αδελφοί μας, στο πλαίσιο της ερευνητικής πορεία μας των εκκλησιαστικών, κοινωνικών και πολιτισμικών του κόσμου μας θεμάτων, θα εγκύψουμε.
Με τη βοήθειά σας, επικοινωνώντας πνευματικά, ανταλλάσσοντας τις απόψεις μας, εμβαθύνοντας στα νοήματα της υπέροχης πίστης μας θα επεκτείνουμε τις γνώσεις μας σχετικά με τις Εκκλησίες μας και θα αντιμετωπίσουμε καίρια προβλήματά τους. Πρόθεσή μας είναι να πραγματοποιήσουμε έναν επωφελή διάλογο και κυρίως όμως να εμβαθύνουμε το αίσθημα εμπιστοσύνης μεταξύ μας, της αδελφοσύνης, της ενότητας και της αγάπης, προκειμένου με το άνοιγμά μας προς τον ταλαιπωρούμενο κόσμο να επιτύχουμε την επικράτηση της απαραίτητης για την ανθρωπότητα ειρήνης.
Αφού ευχαριστήσω όλους, και από τις δυο πλευρές, για την οργάνωση του Συμποσίου αυτού, και ιδιαίτερα τον πρόεδρό μας επί τιμή, τον καθηγητή κ. Βασιλειάδη, θα παρακαλέσω όλοι αντάμα να χαρούμε τη σημερινή σχετική ευκαιρία.
Καλή επιτυχία.
Θεσσαλονίκη, 27.5.2019
PROGRAM OF THE CEMES SYMPOSIUM WITH GEORGIAN PRIESTS & THEOLOGIANS
"ORTHODOX THEOLOGY AND WITNESS"
Your browser does not support viewing this document. Click here to download the document.